16 Απρ 2017

Ζω για να δουλεύω ή δουλεύω για να ζω;

Ζω για να δουλεύω ή δουλεύω για να ζω;
Αποσπάσματα από την ομιλία του Γρηγόρη Λιονή, μέλους της ΚΕ και υπεύθυνου του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ, σε εκδήλωση της ΚΟΒ Πληροφορικής Θεσσαλονίκης με θέμα τον εργάσιμο χρόνο

Στιγμιότυπο από την εκδήλωση
Στιγμιότυπο από την εκδήλωση
«Πώς εκφράζεται η μάχη για τον εργάσιμο χρόνο σε κλάδους νέων τεχνολογιών;». Στο ερώτημα αυτό έδωσε απάντηση η εκδήλωση της ΚΟΒ Πληροφορικής της ΚΟ Κεντρικής Μακεδονίας, την Τετάρτη 9 Απρίλη, με ομιλητή τον Γρηγόρη Λιονή, μέλος της ΚΕ και υπεύθυνο του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ, ο οποίος ξεκίνησε την ομιλία του αναφερόμενος στο ζήτημα του εργάσιμου χρόνου:
«Ας αναρωτηθούμε, πώς καθορίζεται ο εργάσιμος χρόνος; Πόσες ώρες πρέπει να δουλεύει κανείς καθημερινά; Γιατί μιλάμε για εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, όταν ο χρόνος και οι συνθήκες εργασίας καθορίζονται με ένα ελεύθερο συμβόλαιο μεταξύ εργαζόμενου και επιχειρηματία, χωρίς καταναγκασμούς; Οι απαντήσεις σ' αυτά τα ερωτήματα αποδείχτηκαν δύσκολες. Ουσιαστική απάντηση έδωσε ο Καρλ Μαρξ, που μελέτησε επισταμένα τις οικονομικές συνθήκες του καπιταλισμού και αποκάλυψε τις πτυχές που καθορίζουν το ζήτημα, ξεκινώντας απ' την βασική, πως ο ανθρώπινος πλούτος είναι προϊόν της συνδυασμένης ανθρώπινης εργασίας.
Ομως, η οργάνωση της παραγωγής δεν γίνεται με γνώμονα τη μεγιστοποίηση της κάλυψης των ανθρώπινων αναγκών. Αντίθετα, η οργάνωση της παραγωγής γίνεται στη βάση της αποκλειστικής κατοχής των αναγκαίων για την παραγωγή μέσων (εργοστάσια, πλοία, μεταφορικά μέσα κ.ά.) απ' την τάξη των καπιταλιστών, που αποφασίζουν για το τι, που, πόσο και από ποιον παράγεται, με κριτήριο τα κέρδη τους. Ετσι εξηγείται και η ρήση του Μαρξ ότι ο καπιταλισμός είναι ένα σύστημα με την πλάτη γυρισμένη προς τα πίσω, αφού η παραγωγή σήμερα καθορίζεται όχι με βάση τις ανάγκες του αύριο, αλλά με βάση την ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής.
Οι εργαζόμενοι που δεν έχουν στην ιδιοκτησία τους μέσα παραγωγής αναγκάζονται να εργαστούν για τους καπιταλιστές, πωλώντας στους καπιταλιστές ένα χρονικό διάστημα της μέρας στο οποίο εργάζονται καθ' υπόδειξή τους, με το αποτέλεσμα της εργασίας των εργαζομένων να ανήκει στους καπιταλιστές. Οι εργαζόμενοι λαμβάνουν ως αντίτιμο για το χρόνο που δαπανούν υπό τις οδηγίες του καπιταλιστή ένα μισθό εργασίας, σκοπός του οποίου, απ' την οπτική των καπιταλιστών, είναι να έχει ο εργαζόμενος την ικανότητα να επανέρχεται στην παραγωγική διαδικασία, ώστε αυτή να συνεχίζεται αενάως.
Με το μισθό του, ο εργαζόμενος πρέπει να καλύψει, αγοράζοντας, κάποιες απ' τις ανάγκες του, όπως τροφή, στέγαση κ.ά. Ταυτόχρονα, καθώς ο εργαζόμενος οφείλει να δημιουργήσει και τους αντικαταστάτες του, όταν δεν θα μπορεί πλέον να εργάζεται, ο μισθός εργασίας πρέπει να καλύπτει και τις ανάγκες ανατροφής των παιδιών, καθώς και εκπαίδευσής τους στο επίπεδο που έχει κάθε φορά ανάγκη η καπιταλιστική παραγωγή. Εδώ πρέπει να προσθέσει κανείς και το ιστορικό και ηθικό στοιχείο που έχει το επίπεδο αναγκών που καλύπτει κάθε φορά ο μισθός εργασίας.
Ομως, η ανθρώπινη εργασία έχει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό: Παράγει περισσότερα απ' όσα καταναλώνει. Ο εργαζόμενος παράγει πλούτο ισοδύναμο με το μισθό του σε ένα τμήμα του εργάσιμου χρόνου του, τον αναγκαίο χρόνο εργασίας, ενώ όλο τον υπόλοιπο, μέχρι τη λήξη του ωραρίου, τον λεγόμενο πρόσθετο χρόνο εργασίας, το προϊόν της εργασίας του μισθωτού πηγαίνει εξολοκλήρου στον καπιταλιστή, που θα έπρεπε να καλείται εργολήπτης και όχι εργοδότης.
Ο Μαρξ, με αυτό τον τρόπο, έλυσε το μυστήριο της καπιταλιστικής ανάπτυξης, αποδεικνύοντας πως παρά το χαρακτήρα της ως μια πράξη ελεύθερης συναλλαγής ανάμεσα στον καπιταλιστή και στον μισθωτό, το μονοπώλιο των μέσων παραγωγής απ' τον πρώτο και η ανάγκη του δεύτερου να εργαστεί για να ζήσει, οδηγούν τελικά στην εκμετάλλευση της τάξης των μισθωτών απ' την τάξη των καπιταλιστών.
Ταυτόχρονα, οι επιχειρήσεις στον καπιταλισμό κυνηγούν να αυξήσουν την κερδοφορία τους. Και, τελικά, μονόδρομος για να το επιτύχουν αυτό, είναι να αυξήσουν την αναλογία του πρόσθετου χρόνου εργασίας σε σχέση με τον αναγκαίο, να αυξήσουν το βαθμό εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης».
Ο κλάδος της Πληροφορικής
Αναφερόμενος στους σύγχρονους κλάδους της Πληροφορικής, ο ομιλητής σημείωσε: «Συχνά ακούμε το επιχείρημα πως στις σύγχρονες συνθήκες και στους νέους κλάδους, η λογική της εκμετάλλευσης είναι λαθεμένη, αφού δεν ισχύει η προϋπόθεση της μονοπώλησης των μέσων παραγωγής απ' τους καπιταλιστές. Πως έχουμε προχωρήσει σε μια νέα κοινωνία, όπου με έναν υπολογιστή και χρησιμοποιώντας δωρεάν λογισμικό, ο καθένας παράγει πλούτο, είναι ένας εν δυνάμει επιχειρηματίας. Ολα τα αστικά μέσα δεν σταματούν να επαναλαμβάνουν παραδείγματα διάφορων ιδρυτών μονοπωλιακών κολοσσών της Πληροφορικής, που ξεκίνησαν από ένα γκαράζ για να αποδείξουν του λόγου το αληθές.
Ομως, η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Συχνά, σε νέους κλάδους, οι πρώτες επιχειρήσεις ξεκινούν ως μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις, με μικρή τεχνική υποδομή κι ένα πολύ μικρό μέρος τους επιβιώνει, συσσωρεύει κεφάλαιο και καταλήγει να κυριαρχεί σε ολόκληρους κλάδους. Οι βασικότερες διαφορές που έχει ο κλάδος της Πληροφορικής είναι απ' τη μία πως ο χρόνος γιγάντωσης των επιχειρήσεων είναι αναλογικά πολύ μικρότερος και, απ' την άλλη, πως επιχειρήσεις με μερικές εκατοντάδες ή δεκάδες εργαζόμενους μπορεί να συναλλάσσονται με εκατομμύρια πελάτες.
Αυτό όμως δεν αλλάζει το γεγονός ότι σήμερα, η μεγάλη μάζα της οικονομικής δραστηριότητας στην Πληροφορική γίνεται από μεγάλες επιχειρήσεις, μονοπωλιακούς ομίλους με δεκάδες ή εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους, πολλών διαφορετικών ειδικοτήτων, ενώ αντίστοιχο μέγεθος έχουν και τα επενδυμένα κεφάλαια στον κλάδο. Ακόμα και μια απλούστερη σχετικά δραστηριότητα, όπως η δημιουργία και η λειτουργία μιας μεγάλης ιστοσελίδας, μπορεί να απαιτεί μέχρι και εκατοντάδες άτομα προσωπικό. Τελικά, η εργασία του εργαζόμενου πληροφορικάριου είναι χρήσιμη μόνο όταν εντάσσεται σε μεγάλες μονάδες, όταν δηλαδή ο εργαζόμενος πληροφορικάριος πουλά την εργατική του δύναμη στον επιχειρηματία.
Τρόποι αύξησης του βαθμού εκμετάλλευσης
Οι τρόποι με τους οποίους οι επιχειρήσεις προσπαθούν να αυξήσουν το βαθμό εκμετάλλευσης ποικίλλουν, ενώ σε σύγχρονους κλάδους βρίσκουν συνεχώς νέες, ακόμα πιο «έξυπνες» μορφές.
Γενικός τρόπος για να αυξηθεί ο βαθμός εκμετάλλευσης είναι η αύξηση του συνολικού χρόνου εργασίας. Ο κλάδος της Πληροφορικής έχει μεγάλη πείρα απ' τους διάφορους τρόπους με τους οποίους οι εργαζόμενοι οδηγούνται σε περισσότερη εργασία. Βασικός μηχανισμός είναι τα "deadline" (καθορισμένος χρόνος παράδοσης ενός τεχνικού έργου), που οδηγούν σε υπερωρίες, σε εργασία σε άδειες και σε αργίες, με αποτέλεσμα τόσο την αύξηση του απόλυτου χρόνου εργασίας, όσο και την αύξηση της εντατικότητας της εργασίας.
Αλλος τρόπος αύξησης του βαθμού εκμετάλλευσης είναι η μείωση του μισθού εργασίας, ο περιορισμός του αναγκαίου χρόνου εργασίας με διατήρηση του συνολικού εργάσιμου χρόνου. Η μείωση του μισθού μπορεί να προκύπτει απ' τη μείωση του κόστους των εμπορευμάτων που καταναλώνει ο εργαζόμενος, λόγω της ίδιας της καπιταλιστικής ανάπτυξης. `Η, απ' την άλλη, μπορεί να προκύπτει από περιορισμό του ύψους των αναγκών που καλύπτει ο εργαζόμενος με το μισθό του.
Η "μείωση των απαιτήσεων" των εργαζομένων την τελευταία 10ετία αντανακλά ακριβώς αυτό το φαινόμενο. Πριν την εκδήλωση της κρίσης, οι μισθοί των 700 ευρώ εμφανίζονταν ως μισθοί πείνας, ενώ, σήμερα, υπάρχουν εργαζόμενοι που αμείβονται ακόμα και με "υποκατώτατους" μισθούς κάτω απ' τα 550 ευρώ. Ο σημαντικός περιορισμός του αριθμού των παιδιών που μεγαλώνει μια οικογένεια, είναι ακόμα ένα αποκαλυπτικό σημείο του περιορισμού των αναγκών που καλύπτουν οι εργαζόμενοι με το μισθό τους.
Στον κλάδο της Πληροφορικής, είναι χαρακτηριστική η σημαντική μείωση των μισθών. Οι πρώτοι μισθοί έχουν υποχωρήσει ακόμα και στα 800 ευρώ το μήνα, όταν μια δεκαετία παλαιότερα ήταν ακόμα και 500 ευρώ μεγαλύτεροι. Και η υποχώρηση αυτή είναι πολύ μεγαλύτερη, αν συνυπολογίσει κανείς την εκτόξευση άμεσων και έμμεσων φόρων και την αύξηση των δαπανών για μια σειρά υπηρεσίες Πρόνοιας.
Ταυτόχρονα, πολλές επιχειρήσεις ακολουθούν τη μερική απασχόληση ως τη βολικότερη μέθοδο αύξησης του βαθμού εκμετάλλευσης. Η 4ωρη απασχόληση επιτρέπει την εκμετάλλευση της εργασίας, όταν ο εργαζόμενος είναι ξεκούραστος, έχει μεγαλύτερη ικμάδα και μπορεί να γίνει με σημαντικά μεγαλύτερη εντατικότητα, οδηγώντας σε μεγαλύτερη εκμετάλλευση. Στην ίδια κατεύθυνση κινούνται και οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης, που αλλάζουν το ωράριο ώστε να καλύπτονται πλήρως οι ανάγκες της επιχείρησης σε βάρος του εργαζόμενου.
Ομως, στον κλάδο της Πληροφορικής, ειδική μορφή αύξησης του βαθμού εκμετάλλευσης είναι η αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου του εργαζόμενου. Η επιχείρηση καλεί τους εργαζόμενους "να γίνουν καλύτεροι στη δουλειά τους", να επιμορφωθούν στις νέες τεχνολογίες και τεχνικές, να παρακολουθήσουν σεμινάρια και συνέδρια. Είναι πολύ ευκολότερο, αφού συχνά οι εργαζόμενοι αγαπούν αυτό που κάνουν και αντιλαμβάνονται την επιμόρφωση, ακόμα και τη δουλειά τους, ως μια δραστηριότητα που τους ικανοποιεί και τους ευχαριστεί.
Εχει σημασία να αναλογιστούν, όμως, πως το περιεχόμενο της επιμόρφωσής τους, το περιεχόμενο και οι στόχοι της εργασίας τους γενικότερα, δεν καθορίζονται από κάποιες δικές τους εσωτερικές παρορμήσεις. Καθορίζονται απ' την επιχείρηση στην οποία εργάζονται, που αποφασίζει τελικά για όλες αυτές τις λεπτομέρειες με κριτήριο την κερδοφορία της. Γι' αυτό και η επιμόρφωση πρέπει να θεωρείται τμήμα του εργάσιμου χρόνου με όλες τις συναφείς πλευρές».
Στην ανατροπή του καπιταλισμού η διέξοδος
Κλείνοντας, ο ομιλητής τόνισε: «Η ανάγκη του κεφαλαίου για αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης είναι διαχρονική, προκύπτει απ' την ίδια την κερδοφορία του καπιταλισμού, που αυξάνει το συνολικό όγκο του κεφαλαίου και απαιτεί μεγαλύτερα κέρδη για να επιτυγχάνεται ανάλογο ποσοστό κερδοφορίας. Για το λόγο αυτό, η πολιτική αύξησης του βαθμού εκμετάλλευσης είναι διαχρονική και εφαρμόζεται σε ολόκληρο τον κόσμο. Αποτελεί συστατικό χαρακτηριστικό της ΕΕ και βρίσκεται, με τη μάσκα της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλίων, σε όλα τα ντοκουμέντα και τις αποφάσεις της.
Τα μέτρα μείωσης των μισθών δεν εφαρμόστηκαν αποκλειστικά απ' τις μνημονιακές κυβερνήσεις, όπως προσπαθούν να μας πείσουν οι απολογητές του καπιταλισμού. Είναι χαρακτηριστικό πως απ' το 1975 μέχρι σήμερα, στις ανεπτυγμένες οικονομίες οι μισθοί ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώθηκαν απ' το 55% περίπου στο 50%, παρά το γεγονός πως το ποσοστό των μισθωτών αυξήθηκε αναλογικά.
Το ερώτημα είναι πώς μπορούμε να απαντήσουμε; Σε ένα σύστημα όπου κριτήριο της παραγωγής είναι το ποσοστό κέρδους, οι εργαζόμενοι αντιμετωπίζονται και θα αντιμετωπίζονται ως το ζωντανό γρανάζι της παραγωγικής διαδικασίας. Ζουν για να δουλεύουν.
Η λύση για τους εργαζόμενους βρίσκεται στον αντίποδα. Σε ένα ριζικά διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης, όπου, στη βάση της απαλλοτρίωσης των απαλλοτριωτών του κοινωνικού πλούτου, του τσακίσματος του αστικού κράτους - υπηρέτη της καπιταλιστικής κερδοφορίας, της κοινωνικοποίησης των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, των μονοπωλιακών ομίλων και της λειτουργίας τους με επιστημονικό κεντρικό σχεδιασμό και εργατικό έλεγχο, η παραγωγή αναδιαρθρώνεται και γίνεται με κριτήριο τον άνθρωπο και τις ανάγκες του, στον οποίο οι άνθρωποι θα δουλεύουν για να ζουν.
Αυτός είναι ο δρόμος της εργατικής εξουσίας, στον οποίο καλεί το ΚΚΕ, με οδηγό το Πρόγραμμά του και τις Αποφάσεις του 20ού Συνεδρίου του. Για να ανοίξει αυτός ο ελπιδοφόρος δρόμος, κρίσιμη πλευρά είναι η ποιοτική και ποσοτική ισχυροποίηση του Κόμματος και η ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, σε μια κατεύθυνση που δεν θα περιορίζεται στην πάλη για καλύτερη πώληση της εργατικής δύναμης των εργαζομένων, αλλά θα βάζει στο προσκήνιο το πραγματικό ερώτημα: Ποιος παράγει και ποιος καρπώνεται τον κοινωνικό πλούτο, αν αρκεί να ζεις μια ζωή για να δουλεύεις ή αν πρέπει να εργαστείς για την ανατροπή του συστήματος της εκμετάλλευσης».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ