Αβάνα, Κούβα
Για ευνόητους λόγους, οι βορειοαμερικάνικες προεδρικές εκλογές συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον όλων στην αμερικάνικη ήπειρο. Πέρα από τον τρόπο που είναι δομημένο σε μαζική βάση το δικομματικό σύστημα στις ΗΠΑ, υπάρχουν κάποιες τελευταίες εξελίξεις που προσθέτουν κάποια ποιοτικά στοιχεία στο όλο σκηνικό.
Κατ’ αρχήν, δεν είναι ακριβές ότι μόνο 2 κόμματα κατεβαίνουν στις εκλογές στις ΗΠΑ. Αυτό πράγματι γίνεται στην τελική φάση, ύστερα από μια μακρόχρονη μαζική-εσωτερική διαδικασία ανάμεσα στους υποψηφίους που διεκδικούν το χρίσμα των δύο μεγάλων κομμάτων.
Επισημαίνεται ότι η προεκλογική διαδικασία ξεκινά με τη συλλογή και κατάθεση υποχρεωτικά, κάποιων χιλιάδων υπογραφών υπέρ του υποψηφίου, που επιπλέον πρέπει να προέρχονται από όλες τις Πολιτείες των ΗΠΑ. Χωρίς χορηγούς δηλαδή και πολύ χρήμα, “ξέχνα το”. Ωστόσο, σε αυτή ακριβώς τη φάση της συλλογής υπογραφών, κάνουν την προεκλογική τους καμπάνια διάφορα μικρότερα πολιτικά και άλλα σχήματα. Μετά αρχίζει η διαδικασία των εσωτερικών εκλογών για το χρίσμα και … “τα κεφάλια μέσα”.
Με όρους κινήματος, υπήρξε τα τελευταία χρόνια μια μαζική αντίδραση και κάποιοι αγώνες στις ΗΠΑ.  Αυτό που πήρε μαζικό χαρακτήρα σε όλη σχεδόν τη χώρα, ήταν η αντίδραση στις δολοφονίες μαύρων από την αστυνομία, που πέρσι ήταν υπερδιπλάσιες από τις “συνήθεις” 500 το χρόνο. Παράλληλα υπήρξαν και κάποιες εργατικές κινητοποιήσεις από τις οποίες ξεχωρίζουν οι απεργίες για αυξήσεις σε κάποιες πετρελαϊκές εταιρείες και στις αλυσίδες γρήγορου φαγητού. Σοβαρό κομμάτι του προοδευτικού κινήματος στις ΗΠΑ, αποτελεί και το κίνημα αλληλεγγύης στην Κούβα και ειδικότερα,  αυτό για την απελευθέρωση των Πέντε Κουβανών και για την άρση του εμπάργκο σήμερα. Γενικότερα, ότι προοδευτικό στις ΗΠΑ, έχει άμεση αναφορά στην Κούβα.
Ωστόσο,  όλα αυτά παραμένουν εκτός επίσημης πολιτικής και η κοινή γνώμη τόσο στις ΗΠΑ όσο και διεθνώς, αρχίζει να ασχολείται με τις βορειοαμερικάνικες εκλογές όταν αρχίζει η κούρσα για το χρίσμα στους Δημοκρατικούς και τους Ρεπουμπλικάνους. Η φετινή κούρσα, κορυφώνεται σύντομα και βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σημείο, σχετικά πρωτόγνωρο για τις ΗΠΑ.
Στους Δημοκρατικούς, η Χίλαρι Κλίντον  στις 11 Πολιτείες που έκαναν το δεύτερο γύρο  των εσωτερικών προκριματικών εκλογών για το χρίσμα,  έχει εξασφαλίσει 507 εκλέκτορες έναντι 331 του βασικού αντιπάλου της Σάντερς. Στις 6 από αυτές κέρδισε με μεγάλο ποσοστό (64-78%) ενώ σε μία, στη Μασαχουσέτη, κέρδισε με ποσοστό 50%. Αντίθετα, ο αντίπαλός της Σάντερς, ενώ κέρδισε με μεγάλο ποσοστό (86%) στην βασική του Πολιτεία (Βέρμοντ), εξασφαλίζοντας το σύνολο των εκλεκτόρων, κέρδισε με μικρότερα ποσοστά στις άλλες τρεις (Κολοράντο 59%, Μινεσότα 62% και Οκλαχόμα 52%). Το προβάδισμα της Κλίντον είναι ακόμα μεγαλύτερο στο σύνολο των εκλεκτόρων, με αυτούς δηλαδή που εξασφάλισε και από τον πρώτο γύρο, φτάνοντας τους 1.055 , κοντά στον αριθμό των 1.328 που χρειάζεται για να εξασφαλίσει το χρίσμα του Δημοκρατικού κόμματος και με μια διαφορά 637 εκλεκτόρων από τον  Σάντερς, που έχει μόνο 418.
Στους Ρεπουμπλικάνους η κατάσταση είναι πολύ πιο πολύπλοκη. Ο Ντόναλντ Τράμπ (η γνωστή στα ΜΜΕ φιγούρα, κάτι μεταξύ Μπερλουσκόνι και Μπέου) κέρδισε 7  από τις 11 Πολιτείες και μόνο δύο από αυτές με ποσοστό πάνω από 40% (Μασαχουσέτη 49% και Αλαμπάμα 43%), ενώ στις υπόλοιπες με ποσοστά κάτω από 40% (Γεωργία και Τένεση 39%, Βιρτζίνια 35%, Αρκάνσας και Βέρμοντ 33%). Ο επόμενος υποψήφιος Τεντ Κρουζ κέρδισε στην βασική του Πολιτεία, στο Τέξας με 44%, στην Οκλαχόμα με 34% και στην μακρινή Αλάσκα με 36%. Ο τρίτος υποψήφιος Μάρκο Ρούβιο (κουβανικής καταγωγής)  κέρδισε την Μινεσότα για “την τιμή των όπλων” με 37%. Το γεγονός ότι στις επτά από τις 11 πολιτείες οι υποψήφιοι  συγκέντρωσαν ποσοστό κάτω από 40% και στις υπόλοιπες 4 κανείς δεν ξεπέρασε το 49%, δημιουργεί μια σύνθετη κατάσταση και ένα πεδίο διαπραγματεύσεων που οδηγεί σε μια κρίση στο χώρο του Ρεπουμπλικανικού κόμματος. Ο Τράμπ, εξασφάλισε 237 εκλέκτορες, ο Κρουζ, 209 και ο Μάρκο Ρούβιο 94, ενώ οι άλλοι δύο υποψήφιοι, ο Τζον Κασιτς και ο Μπένζαμιν Κάρσον 19 και 3, αντίστοιχα.
Συνολικά, ο Τράμπ έχει εκλέξει 319, ο Κρούζ 226 (βασικά από την νίκη στο Τέξας), ο Μάρκο Ρούβιο 110, ο Κάσιτς 25 και ο Κάρσον 8 . Δηλαδή, 319 ο Τράμπ και 336 όλοι οι υπόλοιποι. Ο δε  Κάρσον ανακοίνωσε ήδη ότι αποσύρεται.
Από τις 15 Μάρτη και μετά, στις 6 Πολιτείες που απομένουν, ο υποψήφιος που θα συγκεντρώσει σχετική πλειοψηφία κερδίζει όλους τους εκλέκτορες. Ο επόμενος κρίσιμος σταθμός της κούρσας, είναι αυτή η ημερομηνία, όπου γίνονται εκλογές στις Πολιτείες, Φλόριντα, Οχάιο, Ιλινόις, Μισούρι και Βόρεια Καρολίνα. Στην Φλόριντα, βασική Πολιτεία του Μάρκο Ρούβιο, αντιστοιχούν 99 εκλέκτορες και στο Οχάιο, όπου είναι κυβερνήτης ο Κάσιτς 66. Αν ο Ρούβιο και ο Κάσιτς δεν νικήσουν τον Τράμπ σε αυτές τις  δύο πολιτείες, θα είναι πολύ δύσκολο να τον εμποδίσουν  να πάρει το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων για τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ.
Ωστόσο, ο ρεπουμπλικάνος πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, Πωλ Ράιαν, αλλά και ο επικεφαλής της  ρεπουμπλικάνικης πλειοψηφίας στο Κογκρέσο, οι πιο σημαντικές ηγετικές προσωπικότητες του κόμματος, άσκησαν κριτική στον Τραμπ -χωρίς να τον κατονομάσουν –, επειδή   δεν αρνήθηκε την υποστήριξη που του παρείχε ένας πρώην ηγέτης της Κου Κλουξ Κλαν, όμως την ίδια στιγμή δήλωσαν ότι θα τον υποστηρίξουν αν πάρει το χρίσμα και είναι υποψήφιος πρόεδρος.
Επιπλέον, αρκετές ρεπουμπλικάνικες “Eπιτροπές Πολιτικής Δράσης” (PAC), έχουν επενδύσει αρκετά εκατομμύρια δολάρια στα ΜΜΕ της Φλόριντα, στην προπαγάνδα κατά του Τράμπ. Το Club of Growth, έχει αγοράσει τηλεοπτικό χρόνο, αξίας 1.500.000 $  και το American Future Fund, 1.750.000 $.  Η μεγαλύτερη PAC, η Conservative Solucions, που υποστηρίζει τον Ρούβιο, έχει επενδύσει άλλο 1.750.000 $ και η Our Principles (Oι Αρχές μας), PAC προοριζόμενη μόνο για να χτυπήσει τον Τραμπ, έχει επίσης επενδύσει χρήμα σε αυτή την Πολιτεία.
Ανάμεσα στις προσωπικότητες που συμμετέχουν σε αυτή την προσπάθεια ενάντια στον Τράμπ, ξεχωρίζουν η  πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Hewlett Packard, Mέγκ Γουίρναν, ο πρόεδρος της εταιρείας  της ομάδας μπάσκετ Chicago Cubs και ο ιδρυτής και διευθύνων Σύμβουλος της Εlliot Management Corporation, Πολ Σίνγκερ,  της εταιρείας που χρηματοδότησε και τέθηκε επικεφαλής στην διεθνή δικαστική δίωξη της Αργεντινής, για την άρνηση πληρωμής του χρέους της.
Αν ο Τραμπ δεν χάσει αυτές τις δύο πολιτείες της Φλόριντα και του Οχάιο, θα χαθεί η τελευταία ευκαιρία να του μπλοκάρουν  το χρίσμα του ρεπουμπλικανικού κόμματος. Σήμερα, κανένας από τους υπόλοιπους υποψήφιους δεν έχει την ικανότητα να καλύψει τη διαφορά που έχει ήδη ο Τράμπ και αυτό καθιστά υποχρεωτική την “διαπραγμάτευση αρχών” μεταξύ τους, αρχών που καθορίζονται από τα εκατομμύρια πού ήδη έχουν επενδυθεί. Και κανείς δεν πετάει λεφτά σήμερα.
Είναι φανερό ότι αυτή η κατάσταση, πριμοδοτεί τους δημοκρατικούς, με ότι αυτό σηματοδοτεί, για το που και πως το πάει, η βασική ιμπεριαλιστική δύναμη. Αν εκλεγεί Πρόεδρος από το Δημοκρατικό Κόμμα για τρίτη συνεχόμενη πενταετία, αυτό θα  συμβεί για πρώτη φορά στην ιστορία των ΗΠΑ. Και δείχνει, κατά τη γνώμη μας, πόσο επείγουσα είναι η συνέχιση των αναπροσαρμογών που υλοποιεί η διαχείριση Ομπάμα, για να διατηρήσει και να δυναμώσει κι άλλο, την ηγεμονική της θέση η αυτοκρατορία. Σε συνθήκες, που η παγκόσμια κρίση – αν και ξεκίνησε από τις ΗΠΑ – χτυπάει περισσότερο τους ανταγωνιστές – εταίρους της, ιδιαίτερα της Ευρώπης. Όπως συμβαίνει πάντα στις ΗΠΑ, δεν πρόκειται για την εφαρμογή διαφορετικής πολιτικής από τα δύο κόμματα, αλλά για τον τρόπο που αυτή θα υλοποιηθεί και για την ικανότητα του πολιτικού προσωπικού των ΗΠΑ, σε σχέση και με τους επιχειρηματικούς κύκλους που εκφράζει το κάθε κομμάτι αυτού του προσωπικού.
Πηγές: Ramon Sánchez – Paroti Montono (Granma), Mesa Redonda (Telesur), Cubavision