7 Νοε 2016

Οι αντιλαϊκοί στόχοι του κεφαλαίου υπαγορεύουν «συναίνεση»

Οι αντιλαϊκοί στόχοι του κεφαλαίου υπαγορεύουν «συναίνεση»

Την ανάγκη η στρατηγική σύμπλευση κυβέρνησης - αστικών κομμάτων της αντιπολίτευσης να εκφραστεί ακόμα πιο αποφασιστικά, βάζοντας στην άκρη δευτερεύοντα ζητήματα, και τη ρητορεία που υπηρετεί το «παιχνίδι» της δικομματικής εναλλαγής, σκύβοντας με συναίνεση πάνω στα σοβαρά και μεγάλα ζητήματα που απασχολούν την αστική τάξη, υπογράμμισαν όλη την περασμένη βδομάδα οι παρεμβάσεις μερίδων της αστικής τάξης που έγιναν με διάφορους τρόπους, αξιοποιώντας ως αφορμές μια «βεντάλια» ζητημάτων, όπως το ζήτημα του καβγά για το μοίρασμα της επιχειρηματικής πίτας στα ΜΜΕ, αλλά και τη συζήτηση που προηγήθηκε του ανασχηματισμού του κυβερνητικού σχήματος.
Το βασικό, η ανάκαμψη της κερδοφορίας του κεφαλαίου...
Οι «υπενθυμίσεις» αυτές, ότι δηλαδή εκείνο που προέχει είναι η «σοβαρότητα», η «συναίνεση» και η «δέσμευση όλων» για να προχωρήσει με ταχύτερους ρυθμούς και χωρίς κανένα επιμέρους εμπόδιο το αντιλαϊκό έργο, έρχονται σε μια στιγμή που σηματοδοτείται από κρίσιμες για τους στόχους του κεφαλαίου καμπές και «κάβους». Ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τους δύο βασικούς και αλληλοτροφοδοτούμενους στόχους της αστικής τάξης, αυτούς της καπιταλιστικής ανάκαμψης και της γεωπολιτικής αναβάθμισης, στο πλαίσιο πάντα του ευρωΝΑΤΟικού πλαισίου, το αστικό πολιτικό σύστημα καλείται να διαχειριστεί το αμέσως επόμενο διάστημα για λογαριασμό της αστικής τάξης μια μεγάλη και δύσκολη ατζέντα θεμάτων.
Το πετυχημένο «κλείσιμο» της δεύτερης «αξιολόγησης», εξάλλου, που περιλαμβάνει και τις νέες ανατροπές στα εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα, είναι μπροστά, όπως και το ξεκαθάρισμα μέσω και της ρύθμισης των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων του τοπίου, το άνοιγμα της συζήτησης για το χρέος και το φτηνότερο δανεισμό για τους επιχειρηματικούς ομίλους, το προχώρημα των ιδιωτικοποιήσεων σε κρίσιμους στρατηγικούς τομείς της οικονομίας, όπως και μια σειρά από μέτρα (π.χ. φτηνότερη Ενέργεια, φοροαπαλλαγές κ.ά.) και άλλες απαραίτητες προϋποθέσεις ώστε να ξαναπάρει μπρος η «μηχανή» της καπιταλιστικής κερδοφορίας.
Χαρακτηριστικά απ' αυτήν την άποψη είναι τα όσα γράφτηκαν μεσοβδόμαδα στην ιστοσελίδα «Capital.gr», μεταφέροντας τις «συστάσεις» επιχειρηματικών κύκλων: «Οι επιχειρηματίες και οι οργανώσεις τους, με απλή λογική και κοινό νου, θεωρούν ότι η ρύθμιση του τηλεοπτικού τοπίου ήταν και άκαιρη και άνευ ουσίας σε μια περίοδο που κορυφαία ανάγκη είναι σαφείς κινήσεις για αναθέρμανση της οικονομίας (...) Μετά το 2016 είναι όντως ορατές συνθήκες, για εφαρμογή (υπό προϋποθέσεις σταθερότητας και σοβαρότητας) αγωγής ανάρρωσης της οικονομίας μέσα από προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων (150 - 200 δισ. εκτιμάται ότι έχει ανάγκη η οικονομία) (...) Αντίθετα όμως προς τις προτεραιότητες που διαμορφώνονται, εκ των πραγμάτων, στην οικονομία η κυβέρνηση καταφεύγει στον δρόμο των πολιτικών αντιπαραθέσεων για το τηλεοπτικό τοπίο ενώ αφήνει σε ρευστή κατάσταση το όλο θέμα του ανασχηματισμού (...) Και μέσα στο αντιφατικό, θολό και απαράδεκτο αυτό κλίμα χάνεται όλη η ουσία η οποία θα έκανε τα πράγματα απλούστερα και στις μεταρρυθμίσεις και στην βελτίωση του οικονομικού κλίματος».
Η εμπέδωση του κλίματος «σταθερότητας» και στοχοπροσήλωσης στην αντιλαϊκή ατζέντα βρέθηκε και στο επίκεντρο μιας σειράς παρεμβάσεων που έκαναν μέσα στη βδομάδα οι καπιταλιστές, υπενθυμίζοντας τους στόχους και το αντιλαϊκό πλαίσιο της «συναίνεσης». Ενδεικτικά καταγράφουμε:
  • Την παρέμβαση του προέδρου της Κεντρικής Ενωσης Επιμελητηρίων και του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθήνας, Κ. Μίχαλου, που μιλώντας σε εκδήλωση του Greek Economic Forum, αφού πρώτα υπενθύμισε τις απαιτήσεις του κεφαλαίου για «σύγχρονο, σταθερό και ανταγωνιστικό φορολογικό καθεστώς. Απλούστερες και ταχύτερες διαδικασίες έγκρισης επενδύσεων, ειδικά σε κλάδους με υψηλή προστιθέμενη αξία (...) Επιτάχυνση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Επιτάχυνση του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων (...) Εφαρμογή μοντέλου στρατηγικής συνεργασίας κράτους - επενδυτή», πρόσθεσε με νόημα: «Δεν φθάνουν μόνο τα κίνητρα για να φέρουμε πίσω όσους βρίσκονται εκτός Ελλάδας. Πρέπει να δημιουργήσουμε και ένα περιβάλλον που θα δικαιώσει την επιλογή τους (...) Ομως, για να μπορεί να ανθίσει η ιδιωτική πρωτοβουλία, χρειάζεται υπευθυνότητα από κυβερνώντες και αντιπολιτευόμενους. Χρειάζεται συναίνεση και συνεργασία. Αυτό προϋποθέτει αποφασιστικότητα, τόλμη και σχεδιασμό...».
  • Τη συνέντευξη του επιχειρηματία Ευ. Μυτιληναίου στο «Bloomberg», που μάλιστα από τον φιλοκυβερνητικό Τύπο παρουσιάστηκε ως μομφή προς την αξιωματική αντιπολίτευση, στην οποία μίλησε για «κυβέρνηση ρεαλισμού» που προσπαθεί να τηρήσει «τους νέους νόμους, τους κανονισμούς και τα συμφωνηθέντα με τους πιστωτές μας», υπενθυμίζοντας προς κάθε κατεύθυνση τα «ορόσημα» του κεφαλαίου για το επόμενο διάστημα ως εξής: «Η ελληνική οικονομία θα απογειωθεί εφόσον ολοκληρωθούν τρία ορόσημα: Α. Η 2η αξιολόγηση, η οποία πρόκειται να είναι δύσκολη, καθώς περιλαμβάνει τα θέματα εργατικής νομοθεσίας και ασφάλισης. Β. Η επίλυση του ζητήματος του χρέους, για το οποίο υπήρξε υπόσχεση από την πλευρά των δανειστών. Γ. Η αγορά ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ».
  • Την «υπενθύμιση» του ΣΕΒ, μέσω του «εβδομαδιαίου δελτίου» του, ότι «η ευελιξία στην αγορά εργασίας (είναι) αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη ανάκαμψης», περιγράφοντας την ατελείωτη λίστα των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων και ανατροπών που απαιτεί το κεφάλαιο και αποτελούν άλλωστε την προϋπόθεση της καπιταλιστικής ανάκαμψης.
Δε χωράει καμία αμφιβολία ότι τα διακυβεύματα για το κεφάλαιο είναι πολλά και επείγοντα, με δεδομένο μάλιστα ότι οι εξελίξεις στην περιοχή είναι ραγδαίες σε πολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο, γεγονός που υποδηλώνεται και από τις επισκέψεις Ομπάμα και Λαβρόφ στην Ελλάδα με διαφορά λίγων ημερών και στο φόντο της τεράστιας συγκέντρωσης πολεμικών μέσων στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της κλιμάκωσης της πολεμικής σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή.
Στο πλαίσιο αυτό ο μάλλον φιλόδοξος στόχος της «γεωστρατηγικής αναβάθμισης» για την αστική τάξη της Ελλάδας, που περνάει μέσα από τη διαφήμιση των «γεωστρατηγικών πλεονεκτημάτων της χώρας» (μέλος της ΕΕ - Ευρωζώνης και του ΝΑΤΟ, λειτουργία κρίσιμων στρατιωτικών βάσεων, γειτνίαση με περιοχές μεγάλου ενδιαφέροντος και ισχυρές καπιταλιστικές δυνάμεις όπως η Τουρκία), την προβολή της Ελλάδας ως «πυλώνα σταθερότητας σε μια ταραγμένη περιοχή» και «χρήσιμου διαύλου» για την προώθηση των ευρωΝΑΤΟικών σχεδίων στην περιοχή, απαιτεί και ένα αστικό πολιτικό σύστημα αποφασισμένο να πάει μέχρι τέλους τις επιλογές αυτές της αστικής τάξης (βλέπε πιο αναλυτικά άρθρο στη σελίδα 9).
«Μήνυμα ελήφθη» από τα κόμματα του κεφαλαίου
Οι αστικές πολιτικές δυνάμεις καταλαβαίνουν βέβαια πολύ καλά τι εννοεί η αστική τάξη, όταν καλεί να κοπούν τα διάφορα παιχνίδια και να λειανθούν οι γωνίες των - υπαρκτών αλλά δευτερευουσών σε σχέση με τα βασικά - αντιθέσεων και συγκρούσεων. Από αυτήν την άποψη είναι χαρακτηριστική και η ετοιμότητα με την οποία κυβέρνηση και αστική αντιπολίτευση έσπευσαν να ρίξουν τους τόνους, βάζοντας ταυτόχρονα και στο επίκεντρο των μεταξύ τους αντιπαραθέσεων το ερώτημα ποιος είναι εκείνος που «δυναμιτίζει» τη συναίνεση και ποιος ο ικανότερος για τη διαχείριση των συμφερόντων του κεφαλαίου.
Ενδεικτικές π.χ. είναι οι τοποθετήσεις που εμφανίστηκαν μέσα στη βδομάδα στο φιλοκυβερνητικό Τύπο, όπως ότι «η μάχη του χρέους δεν είναι αποκλειστική υπόθεση της κυβέρνησης, αλλά και όλων των εγχώριων δυνάμεων που συμφωνούν με τη στρατηγική συμμετοχής στο ευρώ», ότι «οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας κρίνονται, η ΝΔ έχει σοβαρές ευθύνες για το πώς ασκεί το δικό της θεσμικό ρόλο σαν αντιπολίτευση», για «εθνική ενότητα στην πράξη και όχι στα λόγια», η κριτική της κυβέρνησης στην ομιλία Μητσοτάκη στην Ευρω-αραβική Σύνοδο ότι «δεν ξέρουμε αν ο κ. Μητσοτάκης αδυνατεί να ξεχωρίσει ένα διεθνές κοινό επενδυτών από μια συνάθροιση κομματικών φίλων της ΝΔ, ή αν συνειδητά θέτει τις πολιτικές επιδιώξεις του κόμματός του πάνω από τα συμφέροντα της χώρας και της οικονομίας».
Αλλά και η ΝΔ, από τη μεριά της, με τις επανειλημμένες τοποθετήσεις του προέδρου και των στελεχών της, μιλούσε για την ανάγκη συναίνεσης που «δυναμιτίζει» η «πανικόβλητη κυβέρνηση», με δηλώσεις όπως ότι «εμείς, σε κάθε περίπτωση, την αντιπολίτευση που άσκησαν κάποιοι άλλοι στο παρελθόν, του "όχι σε όλα", δεν θα την ακολουθήσουμε» (Χρ. Σταϊκούρας), διαφημίζοντας τη δική της διαθεσιμότητα και αποφασιστικότητα για την υλοποίηση του αντιλαϊκού έργου με δηλώσεις όπως αυτές του προέδρου της: «Ο χρόνος τρέχει και οι ευκαιρίες παραμένουν ανεκμετάλλευτες. Διότι αυτό που λείπει σήμερα από τη χώρα δεν είναι οι επενδυτικές ευκαιρίες. Αυτές υπάρχουν. Είναι μια κυβέρνηση αποφασισμένη να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις που θα καταστήσουν επιτέλους την Ελλάδα ελκυστικό παγκόσμιο επενδυτικό προορισμό».
Από κοντά βέβαια και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα, με τον επικεφαλής του Ποταμιού, Στ. Θεοδωράκη, να δηλώνει μεσοβδόμαδα πως «η χώρα χρειάζεται συμφωνία για τα μεγάλα και τολμηρές αποφάσεις (...) Βεβαίως σε εθνικά θέματα όπως και στο θέμα του χρέους πρέπει να υπάρξει εθνική συνεννόηση για να μην κινδυνεύσει η χώρα», ενώ ο εκπρόσωπος Τύπου του ΠΑΣΟΚ δήλωνε στην ΕΡΤ πως «αυτή τη στιγμή έχουμε δηλώσεις για τέταρτο μνημόνιο, κλίμα γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό που βαίνει προς το χειρότερο, καταστάσεις στην ελληνική οικονομία που σφίγγουν διαρκώς και γύρω από το δημόσιο και γύρω από τον ιδιωτικό τομέα και μια κυβέρνηση που δεν απαντά στα μεγάλα ζητήματα».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ