23 Ιουν 2012

Για την αριστερή κριτική


Για την αριστερή κριτική 






Εν αρχή ένα προεκλογικό σκηνικό. Πάει που λες σύντροφε αναγνώστη, μια δική μας υποψήφια περιοδεία σε ένα χωριό, κάθεται στο καφενείο κι έρχονται δυο αγρότες.
-Μα τι κακό είναι αυτό με την εργοδοσία, το λέτε και το ξαναλέτε, λες κι αυτή μόνο φταίει για όλα, κόβει ο ένας. –Δηλ εγώ που έχω είκοσι αλβανούς εργάτες στα χωράφια, είμαι κι εγώ «εργοδοσία»; ράβει ο άλλος.


Ε όχι δα. Από πού κι ως πού εξάλλου; Αφού ούτε ένσημα δεν τους κολλάς. Πιο πολύ σε τσιφλικά μου φέρνεις, έπρεπε να του πει η συντρόφισσα, αλλά κρατήθηκε. Δηλαδή τι; Επειδή έχει είκοσι δουλοπάροικους και καμιά τριανταριά είλωτες, πάει να πει ότι είναι φεουδάρχης; Πού ακούστηκε... Κι η πλάκα είναι πως αυτοί  ήταν αριστεροί υποτίθεται, της αξιωματικής αντιπολίτευσης!


Ο εργασιακός μεσαίωνας είναι εδώ και καιρό μια πραγματικότητα, που δε μπορεί παρά να ταιριάζει με ένα αντίστοιχο ρετρό κι αναχρονιστικό πολιτικό εποικοδόμημα, το οποίο επιστρέφει καταρχάς στο μεσοπόλεμο, παρουσιάζοντας πολλές ομοιότητες με εκείνα τα χρόνια. Το κραχ του 29’, η οικονομική χρεοκοπία της ελλάδας, η πολιτική χρεοκοπία της σοσιαλδημοκρατίας κι ο εκλογικός καταποντισμός ενός βενιζέλου, η δημοκρατία της βαϊμάρης και η άνοδος του φασισμού, η σημερινή επιστροφή του κόμματος -κατά τα φαινόμενα- στην τρίτη περίοδο της κομιντέρνας και στην τακτική του σοσιαλφασισμού, η επιλογή της συγκρότησης της ενωτικής γσεε σε διάκριση με την επίσημη γσεε. 


Τότε επίσης μπορεί να μην υπήρχε διαδίκτυο, είχαμε όμως τη φραξιονιστική πάλη χωρίς αρχές στις τάξεις του κόμματος. Για την οποία ο ελεφάντης έγραφε ότι μπορεί να της βγήκε το όνομα, αλλά είχε πολιτικό χαρακτήρα κι αντανακλούσε τις διαφωνίες πάνω στην τακτική και τη στρατηγική του κόμματος. Οπότε μπορεί να υποθέσει κανείς ότι αυτό το «χωρίς αρχές» αναφέρεται κυρίως στις ακρότητες και τον μη πολιτικό τρόπο με τον οποίο έγινε. Εντάξει ρε σύντροφοι να φραξιονίσουμε, αλλά να το κάνουμε τουλάχιστον με πολιτικές αρχές.


Ο ευρωκομμουνιστής ελεφάντης γράφει στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης για το μεσοπόλεμο, το κουκουέ και τη μεταφυσική επαγγελία της αδύνατης επανάστασης. Μερικά αποσπάσματα του βιβλίου θα φανούν αρκετά οικεία στον σύγχρονο αναγνώστη.


{Το κουκουέ} είναι ένα κόμμα εργατικό, αλλά κυρίαρχη ιδεολογία του είναι ο εργατισμός (ουβριερισμός). Η μη επίτευξη του οργανικού δεσμού μαρξισμού κι εργατικής τάξης είναι ολοφάνερη. Το κκε καλύπτει το πρόβλημα με την καταστατική διάταξη που λέει ότι είναι «το κόμμα της εργατικής τάξης» (...) Ο εργατισμός θα γίνει το όχημα που κουβαλά τον πολιτικό κι οργανωτικό σεχταρισμό. Μες στην πολιτική του απομόνωση του κκε ανάγει σε ιστορική αναγκαιότητα τη στρατηγική της «δρώσας μειοψηφίας».


Ας δούμε κι άλλο ένα απόσπασμα: Ο οικονομισμός του κκε καθήλωνε την πολιτική κινητικότητα των μαζών στο αρχικό σημείο εκκίνησης. Το κκε δε μεταπλάθει αυτόν τον πρώτο, αυθόρμητο θα λέγαμε ριζοσπαστισμό σε πολιτική συνείδηση, σε σοσιαλιστική ιδεολογία. (...) Αν έλειπε το λάιτ-μοτίβ ότι όλα αυτά τα ωραία και καλά για τους εργαζόμενους δε μπορούν να πραγματοποιηθούν χωρίς την κατάλυση του καπιταλιστικού συστήματος –αντίληψη άλλωστε μεταφυσική μια και δε θέτει συγκεκριμένα το πρόβλημα της πολιτικής πάλης- θα νόμιζε κανείς ότι ακούει τη γλώσσα του ακραιφνέστερου οικονομισμού.
Η ηγεσία του κκε στην πραγματικότητα δεν προβάλλει καμιά συγκεκριμένη στρατηγική. Η στρατηγική «τάξη εναντίον τάξης» δεν ήταν παρά ένας επαναστατικός πλατειασμός, μια αφηρημένη δεοντολογία που απέρρεε απ’ τη μεταφυσική της επανάστασης.


Αν έβλεπε κανείς τα παραπάνω αποσπάσματα, χωρίς να ξέρει πότε γράφτηκαν, θα μπορούσε να πάρει όρκο ότι προέρχονται από σύγχρονα άρθρα πολεμικής για το σημερινό κουκουέ. Από τον ελεφάντη εξάλλου –εάν δεν κάνω λάθος- έχει πάρει ο μπιτσάκης και την ανάλυση για το δίπολο σεχταρισμού-ρεφορμισμού, εντός του οποίου –λέει- κινείται ιστορικά το πολιτικό εκκρεμές του κουκουέ. Συνεπώς κάθε κίνηση του κόμματος βρίσκεται εκ των πραγμάτων εντός αυτού του φάσματος και είναι εκ των προτέρων αρνητικά στιγματισμένη. Μονά ζυγά δικά τους. Ποιος θα τολμήσει να αμφισβητήσει μια τόσο διαλεκτική ανάλυση;


Το κουκουέ φταίει γιατί επιστρέφει στην τρίτη περίοδο του φασισμού, αλλά φταίει και για τα λαϊκά μέτωπα που ήταν λέει ταξική προδοσία και συνεργασία με την αστική τάξη. Είναι και σταλινικό και ρεβιζιονιστικό –και σε κάθε περίπτωση προδοτικό, ενώ οι άλλες δυνάμεις διακρίνονται απλώς από αδυναμίες και αντιφάσεις. Παλεύει για τη λαϊκή εξουσία, που άλλοτε έμοιαζε θολή και ρεφορμιστική, ένα ψευδώνυμο του σοσιαλισμού για να μην τρομάζουν οι μικροαστοί σύμμαχοι, ενώ τώρα θεωρείται μαξιμαλιστική κι αριστερίστικη.


Φταίει ακόμα και για τη συντηρητική αναδίπλωση του σύριζα, γιατί δεν κατάφερε να τον μεταπείσει και τον άφησε έρμαιο στις πιέσεις των μμε και του συστήματος! Η σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία αντιμετωπίζεται ως κάτι άβουλο, τελείως ρευστό, που αντανακλά απλώς τη διαπάλη τρίτων και δεν χρεώνεται με την ευθύνη των εντελώς συνειδητών της επιλογών. Ενώ το κουκουέ χρεώνεται δυσθεώρητα μεγέθη ευθύνης, που ξεπερνούν κατά πολύ το δικό του και φταίει περίπου για όλα. Κι όταν δε φταίει, βασικά φταίει που δε φταίει. Γιατί κάποιος πρέπει να φταίει.


Το βασικό σε αυτές τις περιπτώσεις είναι να φαίνεσαι σοβαρός και διαλεκτικός. Και να διαλέγεις ένα δίπολο, όπως αυτό του μπιτσάκη. Από τη μία έτσι, από την άλλη γιουβέτσι, αλλά εσύ είσαι το διαλεκτικό κοκορέτσι, που τους υπερβαίνεις και βάζεις τέλος στο ψευτοδίλημμα. Από τη μία πλευρά πχ ο ευρωλιγούρης σύριζα με τις αντιφάσεις του (sic), από την άλλη το άθλιο κουκουέ, που έκανε, έρανε, κτλ. Και στη μέση ο εκάστοτε γράφων, που βγαίνει στον αφρό σαν παρθένα αφροδίτη, μαζί με τον χώρο του, ή τη συλλογικότητά του.


Κι έτσι μπορείς να κάνεις σοβαροφανείς τοποθετήσεις με τις πιο χοντροκομμένες αφαιρέσεις, που δίνουν ως εικόνα μια καρικατούρα, αντί για ανάλυση της πραγματικότητας. Μπορείς πχ να κάνεις μια σχετικά αντικειμενική προσέγγιση κάποιων θεωρητικών αναζητήσεων του κουκουέ, για να καταλήξεις στην κλασική σου ανάλυση για το παν-αριστερό μέτωπο, κατά βάση με το σύριζα.
Ή μπορείς να μηδενίζεις το κοντέρ χωρίς καμία ουσιαστική αυτοκριτική και να μιλάς φιλοσοφικά για το δίπολο αλήθειας-πλάνης, που πρέπει να αντικαταστήσει την ένταξη των πάντων στο δίπολο αλήθεια-προδοσία (όποιος δε συμφωνεί μαζί μας, προδίδει την υπόθεσή μας) λες και το σημαντικό είναι εάν ένας πολιτικός τυχοδιώκτης είναι ένοχος ή βλαξ και μπορεί να απαλλαχθεί λόγω βλακείας. Αλλά την ίδια στιγμή να είσαι αμείλικτος απέναντι στη γεροντική νόσο θνησκόντων μορφωμάτων που αποστατούν από την υπόθεση της επανάστασης και του κομμουνισμού!


Σε αυτή την υπαρξιακή αγωνία του ετεροπροσδιορισμού τους από αυτό που αντιλαμβάνονται ως κύριο εχθρό, πολλοί καταφέρνουν να περιχαρακωθούν επαρκώς κι οριστικά απ’ αυτούς που ξέχασαν να πεθάνουν, αλλά πέφτουν στην παγίδα των «ίσων αποστάσεων» (που μεροληπτούν ολοφάνερα) και κινδυνεύουν να τους καταπιεί άμεσα το άμορφο ποτάμι των επιγόνων του ευρωκομμουνισμού (όψιμων είτε ύστερων). Το μίσος τους για τους "ορθόδοξους", τους οδήγησε αργά αλλά σταθερά στην αγκαλιά των ευρωκομμουνιστών, που ήταν ανέκαθεν πιο διαλλακτικοί και γλυκούληδες, δηλ οπορτουνιστές. Κι όσοι πίστεψαν ότι σταδιακά θα άλλαζαν το πρώτο συνθετικό τους, της ευρωλαγνείας, έκλεισαν τα μάτια στη μετάλλαξη του δεύτερου, του κομμουνιστικού, και κινδυνεύουν να πάθουν κι αυτοί το ίδιο. Το βασικό πρόσωπο του δεξιού οπορτουνισμού σήμερα είναι ο πάλαι ποτέ αριστερός, που σπεύδει να καλύψει το κενό που άφησε η προελαύνουσα σοσιαλ-δημοκρατία. 


Κι αν κάποιοι αρέσκονται στις απλοϊκές ιστορικές αναλογίες, μπορούμε εύκολα να τις συνεχίσουμε. Να βρούμε τους σύγχρονους μενσεβίκους, που παραπέμπουν την επανάσταση στη δευτέρα παρουσία –κρίνοντας εξ ιδίων τα αλλότρια. Τους σύγχρονους μπερνστάιν που λένε ότι το κίνημα είναι το παν, κι ο τελικός σκοπός δεν είναι τίποτα, ή τουλάχιστον δεν είναι άμεσος. Τη σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία που καλλιεργεί αυταπάτες, αλλά στην κρίσιμη καμπή μπορεί να βαδίσει στα χνάρια του έμπερτ και του νόσκε. Τους σύγχρονους μπρεζνιεφικούς, που ομνύουν στο απεμπλουτισμένο πρόγραμμα, αλλά βασικά στο ρεφορμισμό της χρυσής δεκαετίας με τις βάτες. Τους σύγχρονους σοσιαλσωβινιστές, που μιλάνε για πατριωτικά μέτωπα και θάβουν το ταξικό κριτήριο. Τους σύγχρονους τροτσκιστές, με τα μεταβατικά αιτήματα. Και πάει λέγοντας.


Και το κουκουέ δηλ τα κάνει όλα σωστά; Όχι, σε καμία περίπτωση. Αλλά έμεινε όρθιο στα πιο μαύρα χρόνια της αντεπανάστασης κι έκτοτε έχει βασικά σωστό μπούσουλα, κι ας στραβοπατάει πότε-πότε. Ψάχνει ψηλαφητά το δρόμο του μες στα βαθιά σκοτάδια, που μπορεί να είναι πριν την αυγή, ή το φασισμό της χρυσής αυγής. Κι αν καμιά φορά χάνει το μέτρο κι υπερβάλλει, θα το βρει στην πορεία και θα το διορθώσει. Μέχρι αποδείξεως του εναντίου.


Όλα τα υπόλοιπα μένουν ανοιχτά. Και χρήζουν πολύ σοβαρής κουβέντας, που σχεδόν πάντα υπονομεύεται από ανόητες σοβαροφανείς πολεμικές.
 Προβοκάτσια από  Μπρεζνιεφικό απολίθωμα

ΒΙΕΤΝΑΜΕΖΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ


ΒΙΕΤΝΑΜΕΖΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Ο δρόμος προς την απελευθέρωση και το σοσιαλισμό
Οσο οι Αμερικανοί βομβάρδιζαν, οι Βιετναμέζοι μαχητές δεν το έβαζαν κάτω
Associated Press
Ηταν 30 Απρίλη του 1975. Στη Σαϊγκόν, ώρα 8 το πρωί, ο πρεσβευτής των Ηνωμένων Πολιτειών Γ. Μάρτιν, αφού δίπλωσε την αστερόεσσα και την έβαλε στη βαλίτσα του, κατευθύνθηκε στην ταράτσα του κτιρίου της πρεσβείας, όπου περίμενε, για να τον πάρει μακριά, ένα ελικόπτερο της εταιρίας «Αιρ Αμέρικα». Μια ώρα αργότερα, τον ίδιο δρόμο με τον πρεσβευτή, ακολούθησαν και οι τελευταίοι 125 Αμερικανοί, που βρίσκονταν στην πόλη. Δεν είχαν άλλη διέξοδο. Από τα μεσάνυχτα της 29ης Απρίλη, οι ένοπλες δυνάμεις των Βιετναμέζων πατριωτών είχαν αρχίσει τη γενική έφοδο, ενώ τις πρώτες πρωινές ώρες της 30ής Απρίλη δόθηκε το σύνθημα της εξέγερσης του λαού της πόλης. «Εφτασε η ώρα του ξεσηκωμού και της γενικής εφόδου», έλεγε η σχετική προκήρυξη του Εθνικού Μετώπου Απελευθέρωσης Νοτίου Βιετνάμ. Και συνέχιζε: «Η πατρίδα εμπιστεύεται στους αγωνιστές της Σαϊγκόν ένα δύσκολο, αλλά ωραίο καθήκον. Οι συμπατριώτες μας περιμένουν τη νίκη μας. Ας φανούμε αντάξιοι αυτής της εμπιστοσύνης»1.
Πολύ σύντομα, το ένα μετά το άλλο, τα στρατηγικά σημεία της Σαϊγκόν περνούσαν στα χέρια των επαναστατικών δυνάμεων και τίποτα πια δεν μπορούσε να αποτρέψει την ολοκληρωτική τους νίκη, που έφτασε πριν ακόμη δύσει ο ήλιος της 30ής Απρίλη. Το Βιετνάμ ήταν και πάλι ενιαίο. Ο τριακονταετής πόλεμος είχε φτάσει στο τέλος του. Ηεπανάσταση είχε θριαμβεύσει και μπροστά της ανοιγόταν ένας καινούριος, αλλά καθόλου εύκολος δρόμος. Ολο το δεύτερο μισό του 1975 και το πρώτο μισό του 1976, σφραγίζονται από την εντατική δράση του Κομμουνιστικού Κόμματος του Βιετνάμ, των κρατικών και κοινωνικών επαναστατικών οργανώσεων του βορείου και νοτίου τμήματος της χώρας, για τη δημιουργία των προϋποθέσεων που θα την έκαναν να λειτουργεί και να κινείται ενιαία στην κατεύθυνση της εθνικής ανεξαρτησίας και του σοσιαλισμού. Το εγχείρημα παρουσίαζε αρκετές δυσκολίες και απαιτούσε να γίνουν κολοσσιαία βήματα ιδιαίτερα από το νότιο τμήμα, δεδομένου ότι το βόρειο, παρά την ιμπεριαλιστική επέμβαση και το συνεχή πόλεμο, ήταν από δεκαετίες πριν οργανωμένο σε αντικαπιταλιστική βάση.
Δύο σταθμοί: Ο Σεπτέμβρης του 1975 και ο Σεπτέμβρης του 1945
Αμερικανοί πεζοναύτες στο Νότιο Βιετνάμ
Επιτακτικής ανάγκης ζήτημα ήταν η εφαρμογή της γραμμής διεύρυνσης και ενδυνάμωσης του κρατικού τομέα σε διάφορους κλάδους της οικονομίας του νοτίου τμήματος. Για την πραγματοποίηση αυτού του στόχου, απαιτούνταν λεπτοί χειρισμοί, στη βάση των οποίων να οικοδομούνται αμοιβαία επωφελείς οικονομικές σχέσεις με τα γειτονικά προς το Βιετνάμ κράτη, αλλά και τις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, καθώς και με τις επιχειρήσεις και εταιρίες που δρούσαν παλιότερα στο έδαφος του Νότιου Βιετνάμ. Σταθμός προς αυτήν την κατεύθυνση ήταν η δήλωση της Προσωρινής Επαναστατικής Κυβέρνησης της Δημοκρατίας του Νότιου Βιετνάμ, στις 10 Σεπτέμβρη του 1975, όπου τονιζόταν ότι «ο κρατικός τομέας πρέπει να αποτελέσει βάση για την αύξηση της παραγωγής και την τελειοποίηση της κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, για τη σταθεροποίηση της αγοράς». Ο Α. Σ. Βορόνιν γράφει σχετικά2: «Η γραμμή που εκτίθεται στο πρόγραμμα της Προσωρινής Επαναστατικής Κυβέρνησης της Δημοκρατίας του Νοτίου Βιετνάμ αποβλέπει στην εξάλειψη της οικονομικής βάσης της κομπραδόρικης αστικής τάξης. Πραγματοποιήθηκε μερική ή ολική κατάσχεση των περιουσιών των εκμεταλλευτριών τάξεων, που στηρίζονταν στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό και μεγάλωναν τα πλούτη τους με το στρατό ανδρείκελο και τις αρχές της Σαϊγκόν. Η παραπέρα ύπαρξη αυτής της ομάδας θα αποτελούσε κίνδυνο για το κράτος των εργαζομένων, αφού οι κομπραδόροι συνέχιζαν τις κερδοσκοπικές τους πράξεις, υπέσκαπταν την αγορά, προκαλώντας διακυμάνσεις στις χοντρικές τιμές, αγόραζαν τα εμπορεύματα, πραγματοποιούσαν παράνομο εμπόριο με συνάλλαγμα, χρυσό, ασήμι, πολύτιμα μέταλλα, ναρκωτικά, δημιουργούσαν εμπόδια στη λύση του επισιτιστικού προβλήματος και του προβλήματος της ανεργίας. Ο αγώνας αυτός των οργάνων της λαϊκής εξουσίας βρήκε θερμή υποστήριξη από την πλευρά της εργατικής τάξης, των εργαζόμενων της χώρας».
Μαχήτρια του Βιετνάμ έχει συλλάβει Αμερικανό στρατιώτη και τον οδηγεί στο στρατόπεδό της
Από ιστορική σύμπτωση, ο μήνας Σεπτέμβρης δεν έχει σημαδέψει μόνο μία φορά την ιστορία της βιετναμέζικης επανάστασης. Τριάντα χρόνια πριν, στις 2 Σεπτέμβρη του 1945, ο Χο Τσι Μινχ διάβασε τη Διακήρυξη Ανεξαρτησίας του Βιετνάμ, με την οποία η χώρα ονομαζόταν Λαϊκή Δημοκρατία.
Ας σταθούμε, όμως, αναλυτικότερα στους σημαντικότερους σταθμούς της επανάστασης του λαού του Βιετνάμ, ξεκινώντας από τον αγώνα κατά της αποικιοκρατίας.
Από την αποικιοκρατία στην ανεξαρτησία
Ηταν Σεπτέμβρης του 1858, όταν τα γαλλικά στρατεύματα, με το πρόσχημα ότι ήθελαν να προστατεύσουν τους καθολικούς ιεραπόστολους, εισέβαλαν στο Βιετνάμ, που τότε ήταν φόρου υποτελές στην Κίνα. Η καθυστέρηση της χώρας, που ως κύρια αιτία είχε το φεουδαρχικό σύστημα, οι εμφύλιοι πόλεμοι και οι ανταγωνισμοί ανάμεσα στις ιθύνουσες κλίκες και οι εξωτερικές δυσκολίες δημιουργούσαν την εντύπωση πως η αποικιακή πολιτική της Γαλλίας δε θα συναντούσε ιδιαίτερες δυσκολίες σε τούτη δω τη χώρα της Ινδοκίνας. Εντούτοις, όταν ο γαλλικός στρατός αποβιβάστηκε στον όρμο Τουράν, συνάντησε μεγάλη αντίσταση από τον ντόπιο πληθυσμό. Πολύ γρήγορα μάλιστα, σ' ολόκληρη τη χώρα, φούντωσε ο παρτιζάνικος πόλεμος, όπου πρωταγωνιστικός ήταν ο ρόλος των αγροτών. Οι Γάλλοι βρήκαν στην κυριολεξία το διάολό τους και σαν να μην έφτανε η αντίσταση του βιετναμέζικου λαού είχαν και τον τροπικό πυρετό και τις αρρώστιες που τους θέριζαν, στην κυριολεξία. Εντούτοις, δεν παραιτήθηκαν των σχεδίων τους. Στα 1867, ολόκληρο το Νότιο Βιετνάμ έγινε γαλλική αποικία, ενώ από το 1863 η γειτονική Καμπότζη είχε μετατραπεί σε γαλλικό προτεκτοράτο3.
Από τις αρχές της 9ης δεκαετίας του 19ου αιώνα, η Γαλλία ενέτεινε τις προσπάθειές της για να καθυποτάξει ολόκληρο το Βιετνάμ. Στα 1884 άρχισε πόλεμο κατά της Κίνας για να την εξαναγκάσει να παραιτηθεί από τα κυριαρχικά της δικαιώματα εκεί. Οι συγκρούσεις ήταν σφοδρές και οι ήττες του γαλλικού στρατού πολλές και αλλεπάλληλες, αλλά τελικά έγινε κατορθωτό, προς το τέλος εκείνου του αιώνα, να μετατραπεί το Βιετνάμ σε γαλλικό προτεκτοράτο4. «Στα 1900 - γράφει ο Λουί Σορέλ- η Γαλλία κυριαρχούσε στο μεγαλύτερο μέρος της ινδοκινεζικής χερσονήσου. Οι Γάλλοι είχαν επικρατήσει στην αυτοκρατορία του Βιετνάμ (που την αποτελούσαν οι επαρχίες του Τογκίνου, του Ανάμ και της Κοχιγκίνας) και στα βασίλεια της Καμπότζης και του Λάος. Απ' όλες αυτές τις χώρες μόνο μία - το Λάος - είχε τεθεί θεληματικά κάτω από τη γαλλική προστασία. Οι υπόλοιπες είχαν υποταχθεί ύστερα από μια σειρά πολέμων που άρχισαν στα 1863». Σχολιάζοντας την αποικιακή πολιτική της Γαλλίας, αυτής της περιόδου, ο Λένιν σημείωνε πως όλη η ιστορία της Τρίτης Γαλλικής Δημοκρατίας είναι ιστορία «της πιο βρωμερής αποικιακής και χρηματιστικής ληστείας»6.
Ο μικρός Βιετναμέζος, χτυπημένος από αμερικανική βόμβα ναπάλμ, κοιτά απορημένος το φακό, βιώνοντας τη βαρβαρότητα του πολέμου
Κάνοντας μια σύνοψη των στόχων των Γάλλων αποικιοκρατών, οι Βιετναμέζοι ιστορικοί σημειώνουν7: «Σκοπός των Γάλλων αποικιοκρατών ήταν να μετατρέψουν τη χώρα σε αγορά για τα εμπορεύματά τους, να αρπάξουν τις πρώτες ύλες μας, να εκμεταλλευτούν την εργατική μας δύναμη σε εξευτελιστική τιμή, να υποχρεώσουν το λαό μας να τους χρησιμεύσει σαν κρέας για τα κανόνια. Διατηρούσαν το φεουδαρχικό καθεστώς για να το κάνουν ένα εργαλείο καταπίεσης και εκμετάλλευσης του πληθυσμού, χώρισαν τη χώρα μας σε τρία ''Κι'' (περιοχές) με διαφορετικές μορφές διοίκησης και νομοθεσίας και εφάρμοσαν μια πολιτική σκοταδισμού, που απέβλεπε στο να αποβλακώσει το λαό μας».
Ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την αποικιακή πολιτική των Γάλλων στο Βιετνάμ δίνει και ο Stelio Marchese, ο οποίος γράφει8: «Η γαλλική αποικιακή πολιτική στην Ινδοκίνα εμπνεόταν από ταπεινές αρχές μονοπωλιακής οικονομίας σαφώς διαχωρισμένες από τα πραγματικά συμφέροντα του τόπου. Αυτός ο διαχωρισμός σήμαινε, στην πράξη, μέσω μιας αστυνομικής νομοθεσίας φανερά καταπιεστικής, την ανακοπή της από αιώνες πορείας προς το νότο, που προοριζόταν πια σχεδόν αποκλειστικά για την αποικιακή εκμετάλλευση, την απαγόρευση στους Βιετναμίτες να έχουν την οποιαδήποτε νέα οικονομική δραστηριότητα και τον περιορισμό των παλιών τους απασχολήσεων και ιδιαίτερα της βιοτεχνίας και των μικροβιομηχανιών. Σήμαινε, εξάλλου, μια αμείλικτη αφαίμαξη των πενιχρών οικονομικών πόρων της βιετναμέζικης μάζας με εφοριακή πίεση που ασκούσαν τέσσερις κύριοι κλάδοι: Ο κτηματικός φόρος, τα μονοπώλια του αλατιού, του οινοπνεύματος και του οπίου. Στους Βιετναμίτες απαγορευόταν η άνοδος σε μέσους και ανώτερους βαθμούς της διοικήσεως. Μ' αυτόν τον στόχο στα σχολεία απαγορευόταν η διάδοση της γαλλικής κουλτούρας. Μόνον από τον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, επετράπη σε ελάχιστες σχολές να προσφέρουν συγχρόνως μια ανάμεικτη γαλλοβιετναμική εκπαίδευση».
Κάτοικοι του Κον Τουμ επιστρέφουν στο χωριό τους (1975) με τη βοήθεια του απελευθερωτικού στρατού
Η γαλλική αποικιακή κυριαρχία στο Βιετνάμ διατηρήθηκε έως το Β` Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά μόλις τα χιτλερικά στρατεύματα κατέλαβαν τη Γαλλία και οι Γιαπωνέζοι επιτέθηκαν στην Ινδοκίνα οι Γάλλοι αποικιστές συνθηκολόγησαν, με αποτέλεσμα η περιοχή να βρεθεί υπό το καθεστώς της γιαπωνέζικής φασιστικής κατοχής. Πριν όμως δούμε την εξέλιξη των πραγμάτων στο πλαίσιο του τελευταίου Παγκοσμίου Πολέμου, ας μιλήσουμε, σύντομα, για το πώς ο βιετναμέζικος λαός αντέδρασε στο καθεστώτος της αποικιοκρατίας.
Οι Γάλλοι αποικιοκράτες, από την πρώτη στιγμή που πάτησαν το πόδι τους στο Βιετνάμ, βρήκαν ισχυρή αντίσταση από τον ντόπιο πληθυσμό. Παρά το γεγονός ότι η τάξη των τσιφλικάδων πολύ γρήγορα βρήκε το δρόμο του συμβιβασμού με τους κατακτητές, ο βιετναμέζικος λαός εξεγέρθηκε κατ' επανάληψη, πήρε τα όπλα και υπεράσπισε την πατρίδα του με κάθε μέσο. Η αντίσταση του λαού ήταν τέτοια που οι αποικιστές χρειάστηκαν περίπου 30 χρόνια (1858- 1884) για να εγκαταστήσουν το μηχανισμό κυριαρχίας τους. Ενα μηχανισμό, όμως, που ποτέ δεν ήταν σταθερός και που πάντα κλυδωνιζόταν από τις εκδηλώσεις της λαϊκής αντίστασης. Πώς, όμως, οι Βιετναμέζοι έφτασαν στις πρώτες απόπειρες μαζικών εξεγέρσεων; Στο ερώτημα αυτό ο Stelio Marchese απαντάει ως εξής9: «Οσον αφορά το Βιετνάμ είναι ακριβέστερο να αναρωτηθεί κανείς πώς ο αγώνας για την ανεξαρτησία της χώρας μεταμορφώθηκε σε αγώνα για μια καινούρια αντίληψη της ελευθερίας, με άλλα λόγια σε αγώνα κοινωνικό με επαναστατικές προοπτικές. Πράγματι, η κυρίως αντίσταση είχε ξεκινήσει... όταν οι Γάλλοι είχαν αρχίσει τον εξαποικισμό της Ινδοκίνας και δεν είχε σταματήσει ποτέ εκτός από ορισμένες διακοπές από τον ένα κύκλο αγώνα στον άλλο, κύκλους που, κάθε φορά, εξαντλούσαν και μια μορφή αντάρτικης εμπειρίας. Πρώτα, είχαν δοκιμάσει την ένοπλη αντίσταση του τακτικού στρατού με την υποστήριξη των χωρικών, με τις μεθόδους των κρυμμένων χαρακωμάτων και τις παγίδες που πολλές φορές είχαν αποθαρρύνει τους Κινέζους εισβολείς των περασμένων αιώνων. Υστερα, την άρνηση συνεργασίας στη διοίκηση των κατακτητών, την απόκρυψη των φορολογικών βιβλίων, την εγκατάλειψη των συνοριακών περιοχών στο χάος και στους ληστές, για να ανακοπεί η προέλαση των Γάλλων προς την καρδιά του βασιλείου, την απροσδόκητη καταστροφή όλων των καθολικών χωριών και των γαλλικών αποστολών που είχαν συμβάλει προσφέροντας το δίκτυο λογιστών και κατασκόπων, απαραίτητο για τη διείσδυση των στρατευμάτων. Υστερα, είχαν πειραματιστεί με το σύστημα των επιχειρήσεων που διενεργούσαν επαναστατικές ομάδες, ανεξάρτητες από τα χωριά, που επιχειρούσαν να δημιουργήσουν ζώνες αυτόνομες, εκτός προτεκτοράτου, εφοδιασμένες ακόμη και με εργοστάσιο πυροβόλων όπλων κρυμμένο στα βουνά. Τέλος, στους επαναστάτες είχε μείνει ανοιχτός μόνον ο δρόμος της εξορίας και η ελπίδα να προκαλέσουν εκ των έξω την απελευθερωτική κίνηση... Υστερα από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, είχε ανοίξει ένας καινούριος κύκλος αγώνων, που, αυτή τη φορά, ξεπερνούσε την αναζήτηση μιας καινούριας στρατιωτικής στρατηγικής. Το ιδεολογικό περιεχόμενο της αντιστάσεως είχε γίνει πιο περίπλοκο. Σ' αυτό συνέβαλαν εξωτερικές πολιτικές επιρροές και συγκεκριμένοι εσωτερικής φύσεως λόγοι της χώρας».
Σαϊγκόν 15/5/1975. Εκδηλώσεις νίκης με παρελάσεις και μαζικές λαϊκές διαδηλώσεις
Ο αντιστασιακός αγώνας του λαού του Βιετνάμ κατάφερε να πάρει ουσιαστικό περιεχόμενο και σαφή προσανατολισμό, όταν την πρωτοβουλία των κινήσεων την πήρε η εργατική τάξη και το κόμμα της. Οι τσιφλικάδες, όπως προαναφέραμε, είχαν συμβιβαστεί με τους αποικιστές, ενώ η αστική τάξη για λόγους ιστορικούς, που οφείλονται και στον τρόπο που οικοδομήθηκε το αποικιοκρατικό καθεστώς, ουδέποτε κατάφερε να αποκτήσει μια ισχυρή κοινωνικοπολιτική βάση. «Σ' αυτό το καθεστώς καταπιεστικού διαχωρισμού - γράφει ο Stelio Marchese10 - ξεχώριζε η προνομιακή μεταχείριση στον οικονομικό, φορολογικό και διοικητικό τομέα λίγων Βιετναμιτών υποδουλωμένων στο αποικιακό καθεστώς που οι Γάλλοι τούς πλήρωναν με εκχωρήσεις κτημάτων στο νότο, αγροτικές πιστώσεις, πρατήρια για την πώληση ειδών του μονοπωλίου και αστυνομική προστασία. Αυτό το φαινόμενο δεν παρατηρήθηκε σε μεγάλη έκταση ώστε να δημιουργήσει μια αληθινή αστική τάξη, φιλικά διακείμενη προς τους Γάλλους, είτε γιατί σε μια οικονομία όπως η βιετναμική της περιόδου του αποικισμού οι δυνατότητες συσσώρευσης του κεφαλαίου ήταν πραγματικά περιορισμένες, ακόμα και στον προνομιούχο τομέα της τοκογλυφίας, είτε γιατί το συνηθισμένο αντίτιμο αυτού του προνομίου ήταν η απομόνωση από το λαό στο μέσον του οποίου οι άνθρωποι αυτοί έπρεπε να ζήσουν».
Εργάτες και νεολαίοι διαδηλώνουν την ετοιμότητά τους να υπερασπιστούν - αν χρειαστεί - τη σοσιαλιστική χώρα τους (Ανόι 1979)
Το Βιετναμέζικο Κομμουνιστικό Κόμμα γεννήθηκε στις 3 Φλεβάρη του 1930 και τον Οκτώβρη του ιδίου έτους μετονομάστηκε σε ΚΚ Ινδοκίνας. Ηγετική φυσιογνωμία από το ξεκίνημα του κόμματος υπήρξε ο Ντγκουγιέν Ε Κουόκ, γνωστός παγκοσμίως με το όνομα Χο Τσι Μινχ. Πρόκειται για έναν επαναστάτη που, όπως ο ίδιος έλεγε, την επανάστασηδεν την είχε διδαχθεί στη Μόσχα, αλλά στο Παρίσι, δεδομένου ότι έζησε εκεί, είχε συμμετάσχει στην ίδρυση του Γαλλικού ΚΚ το Δεκέμβρη του 1920 και είχε πάρει ενεργό μέρος στους επαναστατικούς αγώνες της γαλλικής εργατικής τάξης11. Υπήρξε μάλιστα υπεύθυνος του Γαλλικού ΚΚ για τα αποικιακά ζητήματα.
Ο Χο Τσι Μινχ ήταν πολύ καλός γνώστης του αποικιακού προβλήματος και για το λόγο αυτό ήταν εξαιρετικά διεισδυτικός και αφοπλιστικά ρεαλιστής όταν αναφερόταν στο θέμα. Σ' ένα άρθρο του που δημοσιεύτηκε στην «Ουμανιτέ» στις 23/5/1923, με τίτλο «Μερικές σκέψεις για το αποικιακό ζήτημα», γράφει: «Από τότε που το Γαλλικό Κόμμα αποδέχτηκε τα "είκοσι ένα σημεία" (σ.σ. εννοεί τους 21 όρους προσχώρησης στην Κομμουνιστική Διεθνή) και προσχώρησε στην 3η Διεθνή, ανέλαβε ανάμεσα στ' άλλα καθήκοντα και μια εξαιρετικά λεπτή αποστολή: την αποικιακή πολιτική. Δεν μπορεί, όπως η 1η και 2η Διεθνής, να περιοριστεί σε εκδηλώσεις καθαρά συναισθηματικές, χωρίς συνέχεια. Αλλά οφείλει να έχει ένα συγκεκριμένο σχέδιο δράσης, μια πολιτική αποτελεσματική και ρεαλιστική. Σε αυτό το θέμα, περισσότερο απ' ό,τι στ' άλλα, το Κόμμα προσκρούει σε πολυάριθμες δυσκολίες». Τις κυριότερες δυσκολίες ο Χο Τσι Μινχ τις εντόπιζε στη μεγάλη έκταση των αποικιών, στην αδιαφορία του προλεταριάτου της μητρόπολης για τις αποικίες, στην άγνοια των ιθαγενών για τα ζητήματα της πάλης των τάξεων και την κομμουνιστική πολιτική, στις προλήψεις που υπήρχαν ανάμεσα στο προλεταριάτο της μητρόπολης και το προλεταριάτο των αποικιών και στη θηριωδία των καταπιεστών. Και κατέληγε: «Μπροστά σε αυτές τις δυσκολίες τι πρέπει να κάμει το κόμμα; Να δυναμώσει την προπαγάνδα του για να νικήσει»12. Το συμπέρασμα φαίνεται απλοϊκό. Στην πραγματικότητα όμως δεν είναι. Ο Χο Τσι Μινχ ζητάει από το Κομμουνιστικό Κόμμα να βγάλει τις εργατικές μάζες από το σκοτάδι της άγνοιας, που ήταν και η βασική αιτία της αδιαφορίας ή των προκαταλήψεών τους. Ζητά το φωτισμό των μαζών, τον οπλισμό τους με επαναστατική θεωρία που θα τις οδηγήσει στην επαναστατική πράξη.
Στη δεκαετία του 1920 ο Χο Τσι Μινχ ταξίδεψε πολλές φορές στη Σοβιετική Ενωση, όπου συμμετείχε στην ίδρυση του γραφείου Νοτιοανατολικής Ασίας της Κομιντέρν, στην ίδρυση της Αγροτικής Διεθνούς και σε άλλες εκδηλώσεις του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος. Βρέθηκε επίσης από το 1924 στην Καντόνα, ως μέλος του κλιμακίου της Κομιντέρν κι έζησε από κοντά την κινέζικη επανάσταση13.
Η ίδρυση του ΚΚ αποτέλεσε τη μεγάλη στροφή στους αντιαποικιακούς αγώνες του βιετναμέζικου λαού, οι οποίοι έγιναν πλέον οργανικό στοιχείο της προλεταριακήςεπανάστασης. Οι εξελίξεις μάλιστα υποχρέωσαν πολύ γρήγορα τους κομμουνιστές να αποδείξουν, ως οργανωμένη πλέον πολιτική δύναμη, αν ήταν σε θέση να ανταποκριθούν στην ιστορική τους αποστολή. Η ευκαιρία δόθηκε όταν ταυτόχρονα με την ίδρυση του κόμματος ξέσπασε ένα νέο επαναστατικό - εθνικοαπελευθερωτικό - αντιαποικιακό κύμα στη χώρα. Ηταν Φλεβάρης του '30 όταν ξέσπασε το κύμα αυτό με την απεργία 3.000 εργατών του αγροκτήματος Φου Ριένγκ στο Κοσινσίν. Ακολούθησαν απεργία 4.000 εργατών της βαμβακοτεχνίας του Ναμ Ντιν στο Μπακ Μπο το Μάρτη και απεργία 400 εργατών του εργοστασίου σπίρτων και του πριονιστηρίου του Μπεν Θούι στο Τρουνγκ, τον Απρίλη. Από την Πρωτομαγιά του 1930 η επαναστατική πλημμυρίδα σκέπασε όλη τη χώρα με χιλιάδες εργατικές απεργίες, αγροτικές διαδηλώσεις, σχολικές απεργίες, κλείσιμο της αγοράς κ.ο.κ. «Στις ακτές των δύο επαρχιών του Κεντρικού Βιετνάμ (Νγκε - Αν και Χα - Τσιν)- γράφουν οι Σοβιετικοί ιστορικοί14 - οι ξεσηκωμένοι αγρότες με επικεφαλής τους κομμουνιστές συγκρότησαν σοβιέτ και πήραν την εξουσία στα χέρια τους. Στα χωριά συγκροτήθηκαν επιτροπές για να εφαρμόσουν την αγροτική μεταρρύθμιση».
Τέτοιας έκτασης γεγονότα συνέβησαν, αλλά στο τέλος οι Γάλλοι αποικιστές κατάφεραν να καταστείλουν την εξέγερση χωρίς όμως να μπορέσουν να συντρίψουν το επαναστατικό κίνημα.
Νέα άνοδο το κίνημα γνώρισε στην περίοδο 1936-1939 όπου στο πλαίσιο της εφαρμογής των αποφάσεων του 7ου Συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς προώθησε την πολιτική της συγκρότησης ενός Λαϊκού Αντιιμπεριαλιστικού Ινδοκινέζικου Μετώπου το οποίο στη συνέχεια μετατράπηκε σε Δημοκρατικό Ινδοκινέζικο Μέτωπο.
Στις αρχές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου το ΚΚ Ινδοκίνας έθεσε το ζήτημα της προετοιμασίας της ένοπλης εξέγερσης. Στην 6η (1939), στην 7η (1940) και στην 8η (1941) Ολομέλεια της ΚΕ του πάρθηκε η απόφαση να θεωρηθεί σαν πρωτεύον το ζήτημα της εθνικής απελευθέρωσης. «Ηταν ανάγκη - γράφει ο Α. Σ. Βορόνιν15 - να δημιουργηθούν ένοπλες οργανώσεις των εργαζόμενων μαζών και επαναστατικός στρατός και, συνδυάζοντας σωστά τον πολιτικό αγώνα με τον ένοπλο, να προχωρήσει η προετοιμασία της γενικής ένοπλης εξέγερσης με σκοπό την κατάληψη της εξουσίας». Η πρώτη μονάδα του λαϊκού στρατού δημιουργήθηκε στις 22/12/1944 και η εξέλιξή του από κει και πέρα υπήρξε ραγδαία.
Η ανεξαρτησία
Η κορύφωση του εθνικοαπελευθερωτικού - επαναστατικού αγώνα στο Βιετνάμ ήρθε τον Αύγουστο του 1945 και σ' αυτό συνέβαλε η ήττα του φασιστικού άξονα σε παγκόσμιο επίπεδο και η πάλη του βιετναμέζικου λαού σε συνδυασμό με την ήττα και συνθηκολόγηση της Ιαπωνίας. Στις 13 Αυγούστου το ΚΚ αποφάσισε τη γενική εξέγερση και τρεις μέρες αργότερα στο Συνέδριο των Αντιπροσώπων του Λαού, που συγκάλεσε το Βιέτ Μιν (Ενωση για την Ανεξαρτησία του Βιετνάμ), υιοθετήθηκαν οι «10 μεγάλες πολιτικές αρχές» της οργάνωσης, καταρτίστηκε η διαταγή της γενικής ένοπλης εξέγερσης και εξελέγη Κεντρική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης, δηλαδή προσωρινή κυβέρνηση, με πρόεδρο τον Χο Τσι Μινχ.
Στις 19 Αυγούστου η εξέγερση στέφθηκε με επιτυχία στο Ανόι, στις 23 Αυγούστου θριάμβευσε στο Χουέ και στις 25 Αυγούστου στη Σαϊγκόν. Σε διάστημα 11 ημερών η νικηφόρα εξέγερση ήταν γεγονός σε όλο το Βιετνάμ. Ετσι στις 2 Σεπτέμβρη του 1945 ο Χο Τσι Μινχ διάβασε τη Διακήρυξη Ανεξαρτησίας του Βιετνάμ με την οποία η χώρα ονομαζόταν Λαϊκή Δημοκρατία16.
Ανάμεσα στα άλλα εκείνη η Διακήρυξη έλεγε: «Οι Γάλλοι έφυγαν, οι Ιάπωνες παραδόθηκαν, ο αυτοκράτορας Μπάο Ντάι παραιτήθηκε. Ο λαός μας έσπασε όλες τις αλυσίδες που μας βάραιναν περισσότερο από έναν αιώνα για να κάνει το Βιετνάμ μας μια χώρα ανεξάρτητη. Ο λαός μας, με το ίδιο χτύπημα, ανέτρεψε την εγκαταστημένη από δεκάδες αιώνες μοναρχία, για να ιδρύσει τη Λ. Δημοκρατία. Για τούτους τους λόγους, εμείς, μέλη της προσωρινής κυβέρνησης, στο όνομα ολόκληρου του λαού του Βιετνάμ απελευθερωνόμαστε ολοκληρωτικά από κάθε αποικιακή σχέση με την ιμπεριαλιστική Γαλλία, ακυρώνουμε όλες τις συνθήκες που η Γαλλία υπέγραψε για το Βιετνάμ, καταργούμε όλα τα προνόμια που οι Γάλλοι είχαν σφετεριστεί πάνω στο έδαφός μας. Ολος ο λαός του Βιετνάμ, εμψυχωμένος με μια θέληση, είναι αποφασισμένος να αγωνιστεί μέχρι το τέλος ενάντια σε κάθε επιθετική προσπάθεια των Γάλλων αποικιοκρατών. Είμαστε πεπεισμένοι πως οι σύμμαχοι, που έχουν αναγνωρίσει τις αρχές της ισότητας των λαών στις συνδιασκέψεις της Τεχεράνης και του Σαν Φραντσίσκο, δεν μπορούν να μην αναγνωρίσουν την ανεξαρτησία του Βιετνάμ. Ενας λαός που πεισματικά αντιτάχθηκε για ογδόντα χρόνια στη γαλλική κυριαρχία, ένας λαός που στα τελευταία χρόνια τοποθετήθηκε αποφασιστικά στο πλευρό των συμμάχων για να πολεμήσει εναντίον του φασισμού, αυτός ο λαός έχει το δικαίωμα να είναι ανεξάρτητος.
Για τούτους τους λόγους, εμείς, μέλη της προσωρινής Κυβέρνησης της Λ. Δημοκρατίας του Βιετνάμ, διακηρύττουμε πανηγυρικά σε ολόκληρο τον κόσμο: Το Βιετνάμ έχει το δικαίωμα να είναι λεύτερο και ανεξάρτητο και, πραγματικά, έχει γίνει μια χώρα λεύτερη και ανεξάρτητη. Ολος ο λαός του Βιετνάμ είναι αποφασισμένος να κινητοποιήσει όλες τις υλικές και πνευματικές δυνάμεις του, να θυσιάσει τη ζωή και τα αγαθά του για να διαφυλάξει το δικαίωμά του για λευτεριά και ανεξαρτησία».
Το Βιετνάμ μετά τον πόλεμο: Από την απελευθέρωση στο σοσιαλισμό
Η δημιουργία της Λαϊκής Δημοκρατίας του Βιετνάμ δεν έφερε αμέσως και την απελευθέρωση του λαού της χώρας. Οι αποικιοκράτες - ιμπεριαλιστές δεν παραδέχτηκαν την ήττα τους, παρά μόνον όταν αυτή κατέστη ολοκληρωτική. Στην αρχή και με πρόσχημα την καταδίωξη των Ιαπώνων, το Νότιο Βιετνάμ καταλήφθηκε από αγγλικά στρατεύματα και το Βόρειο Βιετνάμ από κινεζικά στρατεύματα του Τσανγκ Κάι Σεκ. Σύντομα, ήρθαν και οι Γάλλοι που πήραν τη Σαϊγκόν και άλλες πόλεις του Νότου, αλλά δεν ήταν εύκολο γι' αυτούς να παλινορθώσουν το αποικιοκρατικό τους καθεστώς. Το Φλεβάρη του '46 συμφώνησαν με τον Τσανγκ Κάι Σεκ να αποσύρει τα στρατεύματά του από το Βόρειο Βιετνάμ. Στη συνέχεια, η κυβέρνηση του ...σοσιαλιστή Λέο Μπλουμ δήλωσε πως θα αναγνωρίσει τη Βιετναμέζικη Λαϊκή Δημοκρατία, με τον όρο ότι η τελευταία θα δεχόταν να γίνει μέλος της Γαλλικής Ενωσης, της γαλλικής, δηλαδή, Αποικιοκρατικής Συμπολιτείας. Αρχισαν, μάλιστα, και διαπραγματεύσεις στο Παρίσι και το Δεκέμβρη του '46, όταν ο Χο Τσι Μινχ βρισκόταν στη γαλλική πρωτεύουσα και συνομιλούσε με τον Λέο Μπλουμ, τα γαλλικά στρατεύματα άρχιζαν πόλεμο για την παλινόρθωση της αποικιοκρατίας στην Ινδοκίνα, κατέλαβαν την πρωτεύουσα της χώρας, το Ανόι, και άλλα στρατηγικά σημεία. Η κυβέρνηση του Χο Τσι Μινχ κατέφυγε στη ζούγκλα κι από εκεί άρχισε νέο αγώνα κατά των Γάλλων αποικιστών.
Αναλύοντας τη στρατηγική των Γάλλων σ' εκείνες τις συνθήκες, ο David Horowitz σημειώνει17: «Το νότιο τμήμα συγκέντρωνε το μεγαλύτερο μέρος των γαλλικών επενδύσεων και γρήγορα φάνηκε ότι οι Γάλλοι ήσαν αποφασισμένοι να διαχωρίσουν το τμήμα αυτό από το υπόλοιπο Βιετνάμ. Παράλληλα, επέμεναν να διατηρήσουν τον έλεγχο του στρατού και της διπλωματίας του Βιετνάμ, καθώς και τον έλεγχο της νομισματικής πολιτικής και της οικονομίας του».
Βέβαια, πίσω από τη Γαλλία, βρίσκονταν οι ΗΠΑ που την ενίσχυαν οικονομικά. «Στην πραγματικότητα - όπως πολύ σωστά επισημαίνει ο Ν. Ψυρούκης18 - οι Βορειοαμερικανοί ιμπεριαλιστές δεν ενδιαφέρονταν για τη σωτηρία της γαλλικής αποικιακής αυτοκρατορίας. Ζητούσαν να αρπάξουν τα πλούτη της. Και έβλεπαν πως η Γαλλία, με τους αποικιακούς πολέμους, σύντομα θα παρέδιδε τις αποικίες της στην κηδεμονία των ΗΠΑ».
Το Βιετνάμ ξαναβρέθηκε, λοιπόν, κάτω από αποικιακό ζυγό μετά το Β` Παγκόσμιο Πόλεμο και ο λαός του ξεκίνησε ένα νέο αγώνα για την απελευθέρωσή του. Στις 20 Δεκέμβρη του 1946, το ΚΚ Ινδοκίνας και ο Πρόεδρος της χώρας Χο Τσι Μινχ απηύθυναν έκκληση προς τον βιετναμέζικο λαό ν' αρχίσει παλλαϊκή αντίσταση ενάντια στους αποικιοκράτες μέχρι την ολοκληρωτική απελευθέρωση της χώρας. Ο λαϊκός αντιαποικιακός πόλεμος αγκάλιασε ολόκληρη την Ινδοκίνα και πήρε πρωτοφανείς διαστάσεις, ιδιαίτερα μετά τη νίκη της κινεζικής επανάστασης, το 1949. Το 1950, το 90% του Βιετνάμ ήταν απελευθερωμένο και μόνο το 10% ήταν υπό γαλλικό έλεγχο. Επίσης η κυβέρνηση του Χο Τσι Μινχ απόκτησε διεθνές κύρος μετά την αναγνώρισή της από την ΕΣΣΔ και τις άλλες Λαϊκές Δημοκρατίες.
Το Σεπτέμβρη του 1950, ο βιετναμέζικος λαϊκός στρατός απελευθέρωσε πέντε βόρειες επαρχίες του Βιετνάμ, που συνορεύουν με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας. Ετσι, εξασφαλίστηκε η απρόσκοπτη σύνδεση με το σοσιαλιστικό στρατόπεδο. Στη συνέχεια, και συγκεκριμένα στο διάστημα 1950- 1953, ο ένοπλες δυνάμεις της ΛΔ του Βιετνάμ κατάφεραν να επεκτείνουν το απελευθερωμένο έδαφος, ενώ στα μετόπισθεν του εχθρού αναπτύχθηκε ισχυρό εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα. Οι εξελίξεις αυτές και η συνεχής ανάπτυξη του επαναστατικού κινήματος στη χώρα υποχρέωσαν τους Γάλλους αποικιοκράτες, ιδιαίτερα μετά τη συντριβή τους στο Ντιεν Μπιεν Φου, το Μάη του 1954, να αρχίσουν διαπραγματεύσεις για τη διευθέτηση του ζητήματος της Ινδοκίνας, με τελικό αποτέλεσμα την υπογραφή των Συμφωνιών της Γενεύης στις 20 Ιούλη του ίδιου έτους. Σχετικά με το Βιετνάμ, οι εν λόγω συμφωνίες προέβλεπαν τον καθορισμό προσωρινής διαχωριστική γραμμής στο 17ο παράλληλο, ανάμεσα στο Βόρειο και στο Νότιο τμήμα του. Ακόμη απαγορευόταν η είσοδος σε ολόκληρη τη χώρα ξένων στρατευμάτων και προσωπικού, η δημιουργία ξένων στρατιωτικών βάσεων και η προσχώρηση οποιουδήποτε από τα δύο τμήματα σε κάποια στρατιωτική συμμαχία. Η συμφωνία, τέλος, προέβλεπε τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων ανάμεσα στις αρχές των δύο ζωνών, με σκοπό τη διενέργεια γενικών εκλογών για τη συνένωση της χώρας.
Η συμφωνία ήταν μια καλή βάση για τη λύση του προβλήματος και οι επαναστατικές δυνάμεις του Βιετνάμ τη χαιρέτησαν με ιδιαίτερη ικανοποίηση. Ωστόσο, δεν επρόκειτο να εφαρμοστεί και αποτέλεσε την απαρχή της αμερικανικής επέμβασης. Συγκεκριμένα, οι αρχές του νότιου τμήματος της χώρας, με την καθοδήγηση και την ενεργό υποστήριξη των ΗΠΑ, αρνήθηκαν ν' ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, όπως αυτές ορίζονταν από τη συμφωνία. Ετσι, εκ των πραγμάτων, στο τμήμα αυτό άρχισε να αναπτύσσεται εθνικοαπελευθερωτικού κίνημα, ενώ στο βόρειο τμήμα οι επαναστατικές αλλαγές αποκτούσαν βαθύτερο χαρακτήρα, προσεγγίζοντας όλο και περισσότερο το σοσιαλιστικό δρόμο ανάπτυξης. Αντικειμενικά, αυτή η εξέλιξη οδηγούσε στη συντριβή του αντιδραστικού καθεστώτος της Σαϊγκόν, στην επανένωση των δύο τμημάτων και στην απόσπαση ολόκληρης της χώρας από την ιμπεριαλιστική εξάρτηση, κάτι που οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν επιθυμούσαν να το δουν ούτε ως κακό όνειρο. Γι' αυτό και προχώρησαν στην ανοιχτή στρατιωτική επέμβαση με την αποστολή στρατευμάτων στο νότιο τμήμα της χώρας, για τη συντριβή του εθνικοαπελευθερωτικού παρτιζάνικου κινήματος, και με τον ανελέητο βομβαρδισμό στόχων στο έδαφος του Βορείου Βιετνάμ.
Οι ένοπλες δυνάμεις, που κινητοποίησαν οι ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του πολέμου, μερικές φορές, έφτασαν το ενάμισι εκατομμύριο άνδρες. Συνολικά, δε, στον πόλεμο πήραν μέρος έξι εκατομμύρια Αμερικανοί στρατιώτες και χρησιμοποιήθηκαν επίλεκτα τμήματα όλων των Οπλων. Αναλυτικότερα, στην πορεία του πολέμου, οι ΗΠΑ χρησιμοποίησαν στο Βιετνάμ και στις γύρω περιοχές του το 70% των στρατευμάτων τους ξηράς, το 60% των αεροπορικών τους δυνάμεων, το 40% του πολεμικού τους στόλου, ενώ η Αεροπορία τους έριξε 15 εκατομμύρια τόνους χημικές δηλητηριώδεις ουσίες. Παρ' όλα αυτά, δεν κατάφεραν να νικήσουν. Ο λαός του Βιετνάμ, στηριγμένος στην αμέριστη βοήθεια της Σοβιετικής Ενωσης και των υπόλοιπων σοσιαλιστικών χωρών, υποχρέωσε τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό σε ταπεινωτική ήττα.
Το Μάη του 1968 οι Αμερικανοί ιμπεριαλιστές δέχονται να αρχίσουν διαπραγματεύσεις με τη ΛΔ του Βιετνάμ και το Γενάρη του 1969 άρχισε η Διάσκεψη του Παρισιού. Στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων - και χωρίς να τις εγκαταλείπουν - οι Αμερικανοί επιχείρησαν την επιστροφή στις πολεμικές επιχειρήσεις, όταν τον Απρίλη του 1972 βομβάρδισαν απελευθερωμένες περιοχές στο νότο και βιομηχανικά κέντρα του Βορείου Βιετνάμ. Βέβαια, δεν κατάφεραν να αποφύγουν την ήττα και κάτω από το βάρος των εξελίξεων, την υπεροχή του επαναστατικού κινήματος και την οργή της παγκόσμιας κοινής γνώμης υποχρεώθηκαν, το Γενάρη του 1973, να υπογράψουν στο Παρίσι συμφωνία για τον τερματισμό του πολέμου και την αποκατάσταση της ειρήνης στο Βιετνάμ.
Βάσει της συμφωνίας, οι ΗΠΑ υποχρεώνονταν να αποσύρουν τα στρατεύματά τους και να παραιτηθούν από οποιαδήποτε στρατιωτική παρουσία στο Νότιο Βιετνάμ, αναγνώριζαν την ανεξαρτησία, την κυριαρχία, την ενότητα και την εδαφική ακεραιότητα της χώρας και αναλάμβαναν την υποχρέωση να χορηγήσουν βοήθεια στο Βιετνάμ για την επούλωση των πληγών του πολέμου.
Η νίκη του βιετναμέζικου λαού, αν και ακριβά πληρωμένη, ήταν σπουδαία και ολοκληρωτική. Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Henry Kissinger γράφει χαρακτηριστικά19: «Οι συμφωνίες στο Παρίσι είχαν απεμπλέξει τις Ηνωμένες Πολιτείες από τον πόλεμο του Βιετνάμ, αλλά η παράταση ζωής του Νότιου Βιετνάμ βασιζόταν στην αμερικανική υποστήριξη. Το Κογκρέσο έπρεπε να αποφασίσει, αν συνέχιζε την πολιτική ανάσχεσης στην Ινδοκίνα και μετά την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων. Και η απόφαση ήταν αρνητική». Ηταν σαφές πως ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός δεν ήταν τότε σε θέση να πράξει αλλιώς. Ετσι, οι σπασμωδικές, στη συνέχεια, προσπάθειες της αντιδραστικής διοίκησης της Σαϊγκόν να εμποδίσει τη φυσική πορεία των πραγμάτων ήταν καταδικασμένες σε αποτυχία. Η κατάληψη, μάλιστα, της πόλης στις 30 Απρίλη του 1975 από τις δυνάμεις της επανάστασης έθεσε και τυπικά τέρμα σ' αυτό το κεφάλαιο. Τον Απρίλη του 1976, έγιναν γενικές εκλογές στο σύνολο του ενοποιημένου πλέον Βιετνάμ και η ενιαία εθνοσυνέλευση που προέκυψε από αυτές στην πρώτη Σύνοδό της (τέλη του Ιούνη - αρχές Ιούλη του 1976) ανακήρυξε τη Σοσιαλιστική Δημοκρατία του Βιετνάμ.
1 Α. Σ. Βορόνιν: «Ο αγώνας του βιετναμικού λαού για Ανεξαρτησία, ενότητα και σοσιαλισμό», Εκδόσεις «ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ», σελ. 64-65
2 στο ίδιο, σελ. 83
3 Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος ΣΤ2, σελ. 825.
4 Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Ζ1, σελ. 127- 128.
5 Λουί Σορέλ: «Η Ινδοκίνα υπό τους Γάλλους», στο ΠΑΡΝΕΛ: «Ιστορία του 20ού αιώνα», εκδόσεις «Χρυσός Τύπος», τόμος 1ος, σελ. 316
6 Β. Ι. Λένιν: «Πόλεμος και Επανάσταση», «Απαντα», τόμος 32, εκδόσεις ΣΕ, σελ. 88
7 «Η Εποποιία του Βιετναμέζικου λαού - Σύντομη ιστορία του Κόμματος των Εργαζομένων του Βιετνάμ», εκδόσεις «Τύμφη», Αθήνα 1978, σελ. 11
8 Stelio Marchese: «Η επανάσταση του Βιετνάμ», στο πολύτομο έργο «Ιστορία των Επαναστάσεων», εκδόσεις «ΑΚΜΗ», τόμος 1ος, σελ. 60
9 Stelio Marchese, στο ίδιο, σελ. 59
10 Stelio Marchese, στο ίδιο, σελ. 60
11 «Η Εποποιία του Βιετναμέζικου λαού - Σύντομη ιστορία του Κόμματος των Εργαζομένων του Βιετνάμ», εκδόσεις «Τύμφη», Αθήνα 1978, σελ. 13
12 Χο Τσι Μινχ: «Εκλεκτά έργα», εκδόσεις «ΜΝΗΜΗ», σελ. 15-17
13 Stelio Marchese, στο ίδιο, σελ. 77-78
14 Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος, Θ1-Θ2, σελ. 373
15 Α. Σ. Βορόνιν: «Ο αγώνας του βιετναμικού λαού για Ανεξαρτησία, ενότητα και σοσιαλισμό», Εκδόσεις «ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ», σελ. 8
16 Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος, Ι1- Ι2, σελ. 777-778
17 David Horowitz: «Από τη Γιάλτα στο Βιετνάμ», εκδόσεις «Κάλβος», σελ. 200
18 Νίκου Ψυρούκη: «Ιστορία της Αποικιοκρατίας», εκδόσεις «Επικαιρότητα», τόμος Στ', σελ. 383
19 Henry Kissinger: «Διπλωματία», εκδόσεις «Νέα Σύνορα - Α. Α. Λιβάνη», σελ. 777

Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ


«ΒΟΛΙΒΑΡΙΑΝΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ»


«ΒΟΛΙΒΑΡΙΑΝΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ»
Το μεγάλο βήμα της Βενεζουέλας
Μια «επανάσταση», γνωστή ως «ΒολιβαριανήΕπανάσταση» εξελίσσεται στη Βενεζουέλα και οι επανειλημμένες απόπειρες από τις ΗΠΑ και την ολιγαρχία της Βενεζουέλας να την ανατρέψουν έχουν αποτύχει.
Είναι το αποτέλεσμα των εκλογών του Νοέμβρη του 1998, όταν ο ηγέτης του Βολιβαριανού κινήματος Ούγκο Τσάβες εξελέγη στην εξουσία από τις φτωχές και άνεργες μάζες της Βενεζουέλας.
Είναι η θετική εκλογική απάντηση των φτωχών και στερημένων μαζών στην υπόσχεση πλήρους μεταβολής των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών δομών που θα τους εξασφάλιζε μια καλύτερη και αξιοπρεπέστερη ζωή. Δεν ήταν μια υπόσχεση σαν κι αυτές των παραδοσιακών πολιτικών κομμάτων, που διέφεραν μόνο ως προς τα σύμβολά τους και υπηρετούσαν πιστά τα ξένα και εγχώρια καπιταλιστικά συμφέροντα. Εξαρχής, ο Τσάβες ξεκαθάρισε με σαφήνεια ότι η υπόσχεση του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, της ελεύθερης αγοράς στην οποία προέβαιναν τα κόμματα της ολιγαρχίας ήταν η ίδια η πηγή της αυξανόμενης λαϊκής δυστυχίας. Τα χρόνια φτώχειας και αλλοτρίωσης υπό την καθεστηκυία κοινωνική και οικονομική τάξη έκαναν τις μάζες δεκτικές σε νέα προγράμματα για μια καλύτερη ζωή. Δεν είχαν και πολλά να χάσουν και έτσι έδωσαν στον Τσάβες μια συντριπτική πλειοψηφία με ποσοστό 59%. Οι φτωχές μάζες θεώρησαν την υπόσχεση της «ΒολιβαριανήςΕπανάστασης» πειστική ως απάντηση στις ανάγκες τους και την υποστήριξαν. Για πρώτη φορά στην πολιτική ιστορία της Βενεζουέλας, η ταξική πάλη είχε ως αποτέλεσμα μια ξεκάθαρη νίκη των αποστερημένων μαζών της κοινωνίας. Τα υπεσχημένα προγράμματα γεννήθηκαν και σχηματοποιήθηκαν εκτός και πέραν της καθεστηκυίας και ρατσιστικής δομής της μπουρζουαζίας της Βενεζουέλας. Επιπλέον, τα ιθαγένικα φυλετικά χαρακτηριστικά του Τσάβες τον κατέστησαν απαράδεκτο υποψήφιο για την ευρωπαϊκή ελίτ της κοινωνίας της Βενεζουέλας. Ο Τσάβες ήρθε εντελώς «απ' έξω», όσον αφορά στις αποδεκτές νόρμες της καπιταλιστικής τάξης.
Η αλληλεγγύη με την Κούβα
Μεγάλη συγκέντρωση των Βενεζουελάνων, στο Καράκας, τον Αύγουστο του 2004, με την οποία εκφράστηκε η στήριξη του λαού στην κυβέρνηση του Ούγκο Τσάβες
Associated Press
Η επαναστατική ώθηση του Τσάβες μπορεί να εντοπιστεί εξαρχής στην αλληλεγγύη και τη διάθεση συνεργασίας που εξέφρασε με τη σοσιαλιστική Κούβα. Ο Τσάβες γνώριζε ότι δεν μπορούσε να πετύχει αν βρισκόταν σε απομόνωση και αμέσως επιδίωξε την υλοποίηση αμοιβαία επωφελών projects με τον Φιντέλ Κάστρο. Ηταν η μόνη συνεργασία στην αμερικανική ήπειρο που θα καθιστούσε δυνατό για τον Τσάβες το να μετατρέψει τις εκλογικές του υποσχέσεις σε αληθινά προγράμματα για τους φτωχούς. Ενα νέο μοντέλο ηθικών και πολιτισμένων εμπορικών συναλλαγών γεννήθηκε ανάμεσα στις δύο χώρες. Η Κούβα και η Βενεζουέλα επωφελήθηκαν η καθεμιά από τις δυνάμεις της άλλης, αντίθετα από αυτό που συμβαίνει στις καπιταλιστικές αγορές, όπου κυριαρχεί η εκμετάλλευση των αδυναμιών του άλλου. Για παράδειγμα, η Κούβα έστειλε δεκάδες χιλιάδες γιατρούς και δασκάλους στη Βενεζουέλα, ενώ η Βενεζουέλα παρείχε άφθονες ποσότητες πετρελαίου και αερίου σε πολύ συμφέροντες όρους στην Κούβα. Η καπιταλιστική ανταγωνιστικότητα αντικαταστάθηκε από τη συνεργασία και την αλληλεγγύη και ο καπιταλιστικός στόχος της μεγιστοποίησης του κέρδους αντικαταστάθηκε από την ανταλλαγή των δυνάμεων για το μέγιστο όφελος όσον αφορά στις ανθρώπινες ανάγκες και την ανθρώπινη ανάπτυξη.
Το 1999 η έγκριση, με σαρωτική πλειοψηφία, του νέου Συντάγματος, δημιούργησε και τυπικά τις βάσεις για τη «Βολιβαριανή Επανάσταση». Το κόμμα του Τσάβες, το Κίνημα για την Πέμπτη Δημοκρατία (MVR) σχηματίστηκε το 2000. Με βάση το νέο Σύνταγμα, ο Τσάβες και το MVR κέρδισαν τις νέες εκλογές και την πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση.
Ταχύτατα ο Τσάβες κατάρτισε σχέδια και τα κατέθεσε προς έγκριση στη Βουλή. Εκανε όλα τα βήματα που ήταν αναγκαία, για να ανοίξει ο δρόμος για τις αλλαγές που είχε υποσχεθεί με έναν υποδειγματικά δημοκρατικό τρόπο. Οι ελίτ της χώρας και των ΗΠΑ συνειδητοποίησαν ότι ο Τσάβες εννοούσε αυτά που έλεγε και αντέδρασαν στη «Βολιβαριανή Επανάσταση» με εγκληματικές και φασιστικές μεθόδους. Το ταξικό ένστικτο της αυτοσυντήρησής τους επικράτησε και έφθασε ο καιρός να αφήσουν κατά μέρος τις υποκρισίες περί μπουρζουάδικης «δημοκρατίας». Με σχεδόν όλα τα μεγάλης απήχησης μέσα ενημέρωσης στο πλευρό τους, άρχισαν μια αδυσώπητη επίθεση εναντίον του Τσάβες και της κυβέρνησής του.
Η φιλία προς την Κούβα που επέδειξε η νέα κυβέρνηση της Βενεζουέλας αποτέλεσε το καύσιμο για την επαναφορά της λυσσαλέας αντικομμουνιστικής προπαγάνδας. Ο Τσάβες παρουσιάστηκε ως ο Κάστρο της Βενεζουέλας που απειλούσε να ανατρέψει καθετί ιερό και αγαπημένο στη χώρα, παρασύροντάς τη στην άβυσσο του κομμουνισμού. Ομως, κάθε φορά που ο Τσάβες ξεπερνούσε τα εμπόδια που μηχανεύονταν οι ολιγαρχίες των ΗΠΑ και της Βενεζουέλας χρησιμοποιούσε κάθε νίκη ως εφαλτήριο για την επιτάχυνση της υλοποίησης των υποσχέσεων της «Βολιβαριανής Επανάστασης». Η συνέπεια των υποσχέσεων και των προσπαθειών συνέχιζε να αυξάνει την εμπιστοσύνη και την υποστήριξη του λαού. Η «Βολιβαριανή Επανάσταση» συνέχισε να κινείται εμπρός παρά το στρατιωτικό πραξικόπημα του Απρίλη του 2002, μια παραλυτική απεργία/ λοκάουτ από το Δεκέμβρη του 2002 έως τον Φλεβάρη του 2003 και το δημοψήφισμα με το ερώτημα της αποπομπής του Προέδρου τον Αύγουστο του 2004. Ολα μεγάλα εμπόδια, που ξεπεράστηκαν με νίκες για τις οποίες δόθηκε σκληρός αγώνας.
Ο Σιμόν Μπολίβαρ, διακόσια χρόνια πριν, μετέφερε στην περιοχή τα ιδεώδη της ΓαλλικήςΕπανάστασης και ηγήθηκε των αγώνων για ανεξαρτησία από την ισπανική απολυταρχία. Επίσης, εντόπισε το νέο αποικιοκρατικό επικυρίαρχο του κόσμου. Το 1819 είπε ότι «οι ΗΠΑ φαίνεται ότι προορίζονται από τη μοίρα να καταδικάσουν την Αμερική στη μιζέρια εν ονόματι της Ελευθερίας». Ο Ούγκο Τσάβες προχωρά μπροστά, κρατώντας τον δαυλό του Σιμόν Μπολίβαρ σε έναν σκληρό αγώνα εναντίον του βορειοαμερικανικού ιμπεριαλισμού.
Το ενδιαφέρον των απλών ανθρώπων από πολλές χώρες
Η πρόσφατη περιοδεία του Ούγκο Τσάβες στη Δυτική Ευρώπη χαιρετίστηκε με την έκφραση επαναστατικής αλληλεγγύης από οργανώσεις που εκπροσωπούν τους φτωχούς, τους ανέργους, τους φοιτητές. Το ίδιο πνεύμα αλληλεγγύης προς τη «Βολιβαριανή Επανάσταση» κερδίσει στέρεο έδαφος στις Ηνωμένες Πολιτείες. Την 8η Νοέμβρη 2005 μια μεγάλη εκδήλωση αλληλεγγύης με τη Βενεζουέλα πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα του Δημαρχείου της Νέας Υόρκης. Διοργανώθηκε από τον Βολιβαριανό Κύκλο «Αλμπέρτο Λοβέρα» της Νέας Υόρκης και το International Action Center. Προσωπικότητες όπως ο Χάουαρντ Ζιν και ο Νόαμ Τσόμσκι και πολλές οργανώσεις ήταν διοργανωτές της εκδήλωσης. Καλύφθηκε από πολλά σημαντικά ειδησεογραφικά μέσα και το TELESUR, το τηλεοπτικό δίκτυο που δημιουργήθηκε από τη Βενεζουέλα, την Κούβα, τη Βραζιλία και την Αργεντινή για τη μετάδοση ειδήσεων που σχετίζονται με τα συμφέροντα της Λατινικής Αμερικής.
Γιατί οι άνθρωποι σε πολλές καπιταλιστικές χώρες παρακολουθούν τη «ΒολιβαριανήΕπανάσταση» με έντονο ενδιαφέρον και μελετούν προσεκτικά την εξέλιξή της;
Φαίνεται ότι οι εργαζόμενοι φτωχοί, οι άνεργοι και οι περιθωριοποιημένοι ιθαγενείς και μετανάστες σε κάθε καπιταλιστική οικονομία, αναπτυγμένη ή αναπτυσσόμενη, εμπλέκονται στην ίδια μάχη εναντίον του νεοφιλελεύθερου παγκοσμιοποιημένου καπιταλιστικού εγχειρήματος. Σε κάθε χώρα, τα σημεία εκμετάλλευσης και καταπίεσης ποικίλλουν, σύμφωνα με τα επίπεδα ανάπτυξης και μόρφωσης. Αρχίζοντας από τις πολύ βασικές ανάγκες για τροφή, καταφύγιο, ρουχισμό, φθάνουν σε αξιώσεις για μόρφωση, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, καθαρό αέρα και νερό, συμμετοχή στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και έλεγχο επί των φυσικών πόρων. Η πληροφορική τεχνολογία και οι ταχύτατες επικοινωνίες έχουν μεγιστοποιήσει την επίγνωση των ανθρώπων για το ότι είναι κοινά όσα αποστερούνται, ότι είναι κοινή η φύση των καταπιεστών τους. Ολοι οι μισθωτοί, οπουδήποτε στον κόσμο, νιώθουν την αυξανόμενη πίεση στα πραγματικά τους εισοδήματα και βλέπουν να εξαφανίζονται τα δίκτυα ασφάλειας, όσον αφορά στην κοινωνική πρόνοια και την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Ολοι απειλούνται εξίσου από την επιδείνωση του φυσικού περιβάλλοντος και τα δολοφονικά εγχειρήματα των εταιρικών αρχόντων του πολέμου. Την ίδια στιγμή, οι λαοί φτάνουν στο σημείο να συνειδητοποιήσουν ότι δεν μπορούν να εμπιστευτούν το κατεστημένο πολιτικό status quo στις αστικές κοινωνίες, για να βγάλει την εργατική τάξη από το αδιέξοδό της.
Το Σύνταγμα του 1999 της Βολιβαριανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας σηματοδοτεί την έναρξη μιας νέας εποχής, διανοίγοντας νέες πιθανότητες και νέους ορίζοντες. Το προοίμιο του Συντάγματος αναφέρει ότι ένας από τους στόχους του είναι να δημιουργήσει μιασυμμετοχική δημοκρατία διαμέσου εκλεγμένων αντιπροσώπων, λαϊκά δημοψηφίσματα και λαϊκές κινητοποιήσεις.
Το Σύνταγμα άνοιξε τις πόρτες για το σχηματισμό και την κινητοποίηση οργανώσεων λαϊκής βάσης και κοινωνικών κινημάτων της κοινωνίας των πολιτών. Κοπερατίβες σχηματίστηκαν σε κάθε τομέα της κοινωνίας και μέσα σε κάθε κοινωνικό κίνημα. Από 1.900 κοπερατίβες, το 2001 ο αριθμός τους αυξήθηκε σε 10.000 έως τον Ιούλη του 2003. Αλλο ένα σημαντικό κοινωνικό κίνημα είναι οι Βολιβαριανοί Κύκλοι (Circulos Bolivarianos ή CB) που άρχισαν να εμφανίζονται το 2000. Ξεκίνησαν από το λαό σαν ομάδες κοινοτήτων που μελετούσαν το Σύνταγμα και την ιστορία της Βενεζουέλας. Το φάσμα των ενδιαφερόντων τους μετακινήθηκε από τοπικά projects σε ευρύτερα ζητήματα όπως η μόρφωση και η υγεία και σε υψηλότερα επίπεδα λήψης αποφάσεων που επηρέαζαν τις κοινότητές τους. Υπάρχουν σήμερα περίπου 2,2 εκατ. άνθρωποι εγγεγραμμένοι ως μέλη σε Βολιβαριανούς Κύκλους. Μονάδες του στρατού και κοινοτικές ομάδες σχηματίζουν συμμαχίες για ένα ευρύ φάσμα έργων που είναι απαραίτητα για τις κοινότητες, όπως η κατασκευή σπιτιών, σχολείων, δρόμων, κ.λπ. Υπάρχουν τοπικές πρωτοβουλίες ενημέρωσης προς ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς που παράγουν πληροφόρηση σχετική με τις ανάγκες των κοινοτήτων και όλων των ειδών τις βολιβαριανές εκδοχές παραδοσιακών κοινωνικών οργανώσεων. Για παράδειγμα, έχουμε την παραδοσιακή Εθνική Οργάνωση Γυναικών και το Βολιβαριανό Κίνημα Γυναικών. Τη Βολιβαριανή Συνομοσπονδία Εργαζομένων και τη Συνομοσπονδία Εργαζομένων της Βενεζουέλας. Αν και αυτές οι ομάδες ασχολούνται με τα ίδια ζητήματα, οι Βολιβαριανές ομάδες βλέπουν έναν εντελώς διαφορετικό δρόμο επίλυσης των ζητημάτων στο πλαίσιο της συνολικής μεταμόρφωσης της κοινωνίας, εκτός των στενών ορίων της «δράσης για την επίλυση συγκεκριμένων ζητημάτων».
Το νέο Σύνταγμα θεσμοθετεί τα δικαιώματα των ιθαγενών, διευρύνει και προστατεύει τα δικαιώματα των εργαζομένων. Επίσης, καθιστά υποχρεωτική την παροχή βασικών υπηρεσιών, όπως η δωρεάν εκπαίδευση και ιατροφαρμακευτική φροντίδα στους πολίτες.
Οι αλλαγές
Ο Τσάβες εισήγαγε πολλούς νόμους που ήταν αναγκαίοι για την εφαρμογή των συνταγματικών διατάξεων. Οι πιο σημαντικοί από αυτούς τους νόμους ήταν ο νόμος για τη γη και ο νόμος για τη μεταρρύθμιση του πετρελαϊκού τομέα. Ο πρώτος επέτρεψε στην κυβέρνηση να απαλλοτριώσει αναξιοποίητη γη που ανήκε σε ιδιώτες (αποζημιώνοντάς τους) και να τη διαθέσει σε μικροαγρότες και αγροτικούς συνεταιρισμούς. Η μεταρρύθμιση του πετρελαϊκού τομέα έθεσε τα κέρδη από το πετρέλαιο υπό τον έλεγχο της κυβέρνησης για τη χρηματοδότηση άλλων κοινωνικών μεταρρυθμίσεων, την πραγμάτωση των οποίων επιδίωξε, διαμέσου των λεγόμενων κοινωνικών Αποστολών (Missions). Ορισμένες από αυτές τις αποστολές:
Η Mission Mercal επιχορηγεί και δημιουργεί εκατοντάδες μικρά σούπερ μάρκετ και αγροτικές αγορές, για να προωθούνται τρόφιμα από την τοπική αγροτική παραγωγή. Ο στόχος - κλειδί είναι να τονωθεί η τοπική παραγωγή και να δοθούν φθηνά τρόφιμα στο λαό. Η Mission Mercal, επίσης, επιβλέπει τη δωρεάν διανομή (τροφίμων) για την κάλυψη των βασικών θρεπτικών αναγκών των φτωχότερων κοινοτήτων.
Η Mission Barrio Adento είναι ένα δίκτυο μικρών κλινικών σε γειτονιές που προσφέρουν βασική ιατροφαρμακευτική περίθαλψη σε μέλη των κοινοτήτων αυτών. Υπάρχει ένα σύστημα οφθαλμολογικών κλινικών, όπου παρέχονται δωρεάν χειρουργικές επεμβάσεις για την αφαίρεση καταρράκτη που αποκαλούνται Mission Milagro. Οι αποστολές αυτές βρίσκονται σε διαδικασία ανάπτυξης και επέκτασης και συνιστούν τα θεμέλια του εθνικού συστήματος δωρεάν υγείας στη Βενεζουέλα.
Η Mission Robinson έχει ιδρύσει εκατοντάδες μικρά σχολεία σε φτωχές γειτονιές της εργατικής τάξης, που παρέχουν βασική εκπαίδευση σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. ΟιMissions Ribas και Sucre παρέχουν δωρεάν εκπαίδευση σε δευτεροβάθμιο και πανεπιστημιακό επίπεδο. Ηδη, η κυβέρνηση της Βενεζουέλας διακήρυξε ότι ο αναλφαβητισμός εξαλείφθηκε εντελώς.
Ο κρίσιμος ρόλος των δεκάδων χιλιάδων Κουβανών εκπαιδευτικών και γιατρών για την αποτελεσματικότητα των αποστολών αυτών είναι καθοριστικός.
Υπάρχουν πολλές ακόμη αποστολές, οι οποίες έχουν στόχο την αντιμετώπιση διαφόρων κοινωνικών προβλημάτων και στόχων: Για παράδειγμα, την αντιμετώπιση της φτώχειας μέσω της οικονομικής ανάπτυξης, τη δημιουργία εργατικών συνεταιρισμών, την επανακατασκευή των χαμόσπιτων των φτωχών κατοίκων των πόλεων, τη δημιουργία ενός λαϊκού δημοκρατικού στρατού, την επικέντρωση στην αειφόρο ανάπτυξη και πολλά άλλα.
Νωρίτερα το 2005 ο Τσάβες δήλωσε ότι όλα αυτά τα προγράμματα σχηματοποιούν τη βάση άμυνας ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό και τον ιμπεριαλισμό και την ίδια στιγμή τοποθετούν τα θεμέλια για την αντικατάσταση του καπιταλισμού με τον σοσιαλισμό του 21ου αιώνα.
Η ALBA
Ο άλλος σημαντικός ακρογωνιαίος λίθος της «Βολιβαριανής Επανάστασης» είναι η ALBA(Alternativa Bolivariana para las Americas), βάσει της οποίας επιχειρείται η Βολιβαριανή ολοκλήρωση της Νότιας Αμερικής. Είναι ένα θεμελιώδες αντίβαρο στις πολιτικές και τους στόχους της προωθούμενης από τις ΗΠΑ Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου της Αμερικής (FTAA).
Αντίθετα με την υποστηριζόμενη από τις ΗΠΑ FTAA, η ALBA αντιτίθεται στις διαδικασίες της φιλελευθεροποίησης, της απορύθμισης, και της ιδιωτικοποίησης. Και επίσης αντιτίθεται στο καθεστώς των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, διότι προστατεύουν μόνο τις επιστημονικές και τεχνολογικές περιοχές που ελέγχονται από τις ανεπτυγμένες χώρες, ενώ η γενετική βιοποικιλότητα και η παραδοσιακή γνώση των ιθαγενών παραμένουν απροστάτευτες. Ακρογωνιαίος λίθος της ALBA είναι το «Ταμείο Αποζημιώσεων για τη Δομική Σύγκλιση», το οποίο θα διαχειρίζεται τη διανομή οικονομικής βοήθειας στις οικονομικά πιο ευάλωτες χώρες.
Πολλά σημαντικά στρατηγικά έργα θέτουν τα θεμέλια για την ολοκλήρωση. Το projectPetrocaribe άρχισε στις αρχές αυτού του καλοκαιριού μεταξύ της Βενεζουέλας, της Κούβας και 13 χωρών της Καραϊβικής και δημιουργεί ένα δίκτυο για την εξόρυξη, διύλιση και ροές διανομής παράγωγων του πετρελαίου σε αυτές τις χώρες υπό όρους επωφελείς για την ανάπτυξή τους. Τον ίδιο στόχο της ενεργειακής ολοκλήρωσης στη Νότια Αμερική έχει το project Petrosur, που ενέκριναν η Βενεζουέλα, η Αργεντινή και η Βραζιλία τον Μάη του 2005. Ανάμεσα σε πολλές επενδύσεις σε υποδομή που προωθούνται με το Petrosur, μία από τις μεγαλύτερες είναι η κατασκευή ενός πετρελαιαγωγού 6.000 χιλιομέτρων από τη Βενεζουέλα στην Αργεντινή. Οι πληρωμές για την ενέργεια που θα χρησιμοποιηθεί από την Αργεντινή θα γίνονται σε ένα πιστωτικό ταμείο διαμέσου του οποίου η Βενεζουέλα θα μπορεί να αγοράζει αγαθά και υπηρεσίες από την Αργεντινή.
Με το πνεύμα της αλληλεγγύης και της συνεργασίας που χαρακτηρίζει τα Petrocaribe και Petrosur, η Βενεζουέλα άρχισε επίσης να πωλεί πετρέλαιο θέρμανσης με εξαιρετικά μειωμένες τιμές σε φτωχές συνοικίες της Βοστόνης, της Μασαχουσέτης και του Μπρονξ της Νέας Υόρκης, με το Σικάγο να έπεται.
Το διήμερο της 27 - 29 Οκτήβρη πάνω από 400 άνθρωποι από 235 εργοστάσια που έχουν καταληφθεί από εργαζόμενους και 20 διαφορετικές εθνικές συνδικαλιστικές ενώσεις μετείχαν στην «Πρώτη Λατινοαμερικανική Συγκέντρωση Εργοστασίων που έχουν Επαναλειτουργήσει οι Εργαζόμενοι» στο Καράκας. Στην εναρκτήρια συγκέντρωση με 3.000 εργαζόμενους παρόντες ο Πρόεδρος Τσάβες εξήγησε γιατί τα εργοστάσια που έχει κλείσει ο καπιταλισμός «πρέπει να επαναλειτουργήσουν από τους εργαζόμενους» και υπογράμμισε «τη δυνατότητα των εργαζόμενων στην ήπειρό μας να σπάσουν τις αλυσίδες τους και να αφήσουν πίσω τους τον καπιταλισμό».
Η διαδικασία ολοκλήρωσης δεν μπορεί να αφεθεί στην παραπληροφόρηση των εργαλείων της καπιταλιστικής προπαγάνδας, όπως το CNN και το Univision, που κυριαρχούν στο σκηνικό της ενημέρωσης στη Νότια Αμερική. Ετσι, δημιουργήθηκε το Telesur (Τηλεόραση του Νότου), με τη συνεργατική προσπάθεια της Βενεζουέλας, της Αργεντινής, της Κούβας, της Βραζιλίας και της Ουρουγουάης. Ηδη άρχισε να εκπέμπει σε όλη τη Νότια Αμερική από την έδρα του στο Καράκας της Βενεζουέλας. Με τα λόγια του διευθυντή του, αποτελεί «ένα στρατηγικό project που γεννήθηκε από την ανάγκη να δώσουμε φωνή στους Λατινοαμερικανούς, οι οποίοι αντιμετωπίζουν μια συσσώρευση σκέψεων και εικόνων που μεταδίδονται από εμπορικά μέσα ενημέρωσης και λόγω της επείγουσας ανάγκης να δούμε τους εαυτούς μας με τα δικά μας μάτια και να ανακαλύψουμε δικές μας λύσεις στα προβλήματά μας. Αν δεν αρχίσουμε εδώ το όνειρο της ολοκλήρωσης της Λατινικής Αμερικής δε θα αποτελέσει τίποτα περισσότερο από έναν χαιρετισμό στη σημαία».
Σαφώς, η κατεύθυνση της «Βολιβαριανής Επανάστασης» αποτελεί μια πρόκληση στις βάσεις της παράδοσης της κυριαρχίας των ΗΠΑ στη Λατινική Αμερική, που θεωρούν «πίσω αυλή τους», και τα σχέδια των ΗΠΑ να ενσωματώσουν ολόκληρη την υποήπειρο στη νεοφιλελεύθερη FTAA. Ολες οι υπάρχουσες ενδείξεις καταδεικνύουν ότι μια τέτοια προοπτική είναι απαράδεκτη για τον ιμπεριαλισμό των ΗΠΑ. Οι γραμμές της μάχης, μιας ταξικής πάλης πιθανώς επικών διαστάσεων και εντάσεων, σχηματοποιούνται στη Λατινική Αμερική. Το αποτέλεσμα αυτής της πάλης θα επιδράσει στη νίκη ή την ήττα της εργατικής τάξης σε παγκόσμιο επίπεδο για πολλά χρόνια και η αλληλεγγύη στη «ΒολιβαριανήΕπανάσταση» από όλους τους λαούς του κόσμου είναι ιστορική αναγκαιότητα.

Βεγγέλης ΚΑΛΑΜΠΟΚΙΔΗΣ


ΚΟΥΒΑΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ


ΚΟΥΒΑΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Αστείρευτη πηγή επαναστατικής διαπαιδαγώγησης




Στις 2 Δεκέμβρη του 1956, έπειτα από ένα δραματικό ταξίδι, το μικρό πλοίο "Γκράνμα", που έχει ξεκινήσει από το Μεξικό, θα φτάσει στην παραλία του Νίκβερο, ένα μικρό χωριό στην πλαγιά της Σιέρα Μάεστρα της Κούβας. Στη στεριά θα επιχειρήσουν να αποβιβαστούν 82 αποφασισμένοι αγωνιστές, οι οποίοι είχαν βάλει σκοπό της ζωής τους να ανάψουν τη φωτιά της επανάστασης στο νησί, να ανατρέψουν το δικτάτορα Μπατίστα και να απαλλάξουν τη χώρα τους από τα δεσμά της εξάρτησης στο βορειοαμερικανικό ιμπεριαλισμό. Ομως, ο εχθρός έχει εντοπίσει την επιχείρηση και η αεροπορία του θα σαρώσει στην κυριολεξία τους "επιδρομείς". Μόνο 22 κατάφεραν να σωθούν κι ανάμεσά τους ο αρχηγός Φιντέλ Κάστρο, ο αδελφός του Ραούλ, ένας Αργεντινός γιατρός - πολίτης της Λατινικής Αμερικής, αλλά και κάθε γωνιάς της της Γης, όπου υπάρχουν καταπιεσμένοι - ο μετέπειτα θρυλικός Τσε Γκεβάρα, ο Καμίλο Σιενφουέγκος και άλλοι, που θα δοξαστούν ως ηγέτες της επανάστασης.
Οι επαναστάτες δε θα καμφθούν από την πρώτη ολέθρια αποτυχία. Θα ανέβουν στα βουνά της Σιέρα Μαέστρα κι από κει θα οργανώσουν μία από τις κορυφαίες επαναστάσεις στον 20ό αιώνα, κυριολεκτικά μέσα στην αυλή των ΗΠΑ.
Δύο χρόνια μετά, ο ανταρτικός στρατός θα έχει κυριαρχήσει εντελώς στη χώρα. Την πρώτη Γενάρη του 1959 απελευθέρωσε τη Σάντα Κλάρα και την επομένη, με ηγέτη τον Τσε, μπήκε θριαμβευτικά στην Αβάνα, καταλαμβάνοντας το κάστρο Καμπάνια. Ο δικτάτορας Μπατίστα είχε ήδη εγκαταλείψει τη χώρα και το καθεστώς του είχε καταρρεύσει. Σε λίγες μέρες, θα φτάσει στην πρωτεύουσα ο ηγέτης της επανάστασης Φιντέλ Κάστρο, όπου θα αναλάβει πρωθυπουργός της επαναστατικής κυβέρνησης.
Μια διδακτική ιστορία αγώνων
Η επανάσταση στην Κούβα δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Ηταν μια υπερώριμη αναγκαιότητα, συνέχεια των πολύχρονων αγώνων του λαού του νησιού για εθνική ανεξαρτησία και λευτεριά. Για να κατανοηθεί η αλήθεια αυτής της διαπίστωσης, θα αναφερθούμε σύντομα στο ιστορικό αυτών των αγώνων.
Από τη στιγμή που οι Κουβανοί άρχισαν να αποκτούν εθνική συνείδηση - τέλη του 18ου, αρχές του 19ου αιώνα - επιδίωξαν να κερδίσουν την εθνική τους ανεξαρτησία, να συγκροτηθούν σε ξεχωριστό κράτος και να πάψουν να αποτελούν αποικία των Ισπανών. Πρώτη σοβαρή απόπειρα γι' αυτούς τους σκοπούς έγινε με την ένοπλη εξέγερση τον Οκτώβρη του 1868, που καθοδήγησε ο Κάρολος Μανουέλ ντε Σεσπέντες. Ο πόλεμος εκείνος που ονομάστηκε "πόλεμος των δέκα χρόνων" τελείωσε το 1878, με ήττα των επαναστατών. Ομως, αυτό δε σήμαινε παρά μόνο μια ανάπαυλα στην επαναστατική διαδικασία. Δεκαεφτά χρόνια αργότερα, στις 24 Φλεβάρη του 1895, ξέσπασε νέος επαναστατικός πόλεμος, τον οποίο οργάνωσε και στήριξε ιδεολογικοπολιτικά ο μεγάλος Κουβανός επαναστάτης Χοσέ Μαρτί (σκοτώθηκε σε σύγκρουση με τους Ισπανούς στις 19/3/1895).
Το 1898 στον Ισπανοκουβανικό Πόλεμο επέμβηκαν οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, με το πρόσχημα ότι ήθελαν να βοηθήσουν την Κούβα στον αγώνα της για ανεξαρτησία εναντίον της Ισπανίας. Στην πραγματικότητα, επιδίωκαν την εξασθένηση των δύο αντιπάλων, ούτως ώστε να έρθουν αυτοί και να καρπωθούν χωρίς κόπο τα οφέλη, μετατρέποντας το νησί σε προτεκτοράτο τους.
Προτεκτοράτο των ΗΠΑ
Μετά την επέμβαση των ΗΠΑ, η ισπανική δύναμη δεν μπόρεσε να αντέξει. Νικήθηκε κατά κράτος, αλλά η κυβέρνηση των Βορειο-Αμερικανών δεν παραχώρησε στην Κούβα την ανεξαρτησία της. Τα στρατεύματά της κατέλαβαν τη χώρα για τέσσερα χρόνια (1898 - 1902) και την άφησαν μόνο, αφού έγινε δυνατό στους Βορειοαμερικανούς ιμπεριαλιστές να επιβάλουν στο Σύνταγμα του νέου κράτους μια ταπεινωτική διάταξη, που τους έδινε το δικαίωμα να επεμβαίνουν στις εσωτερικές του υποθέσεις κάθε φορά που το έκριναν σκόπιμο. Πρόκειται για την περιβόητη "τροπολογία Πλατ", η οποία στα επίμαχα σημεία της όριζε τα εξής: "Η κυβέρνηση της Κούβας δέχεται να μπορούν οι Ενωμένες Πολιτείες να ασκούν το δικαίωμα της επέμβασης για να εξασφαλίζουν μ' αυτή την ανεξαρτησία και κυβέρνηση ικανή να προστατεύει τη ζωή, την περιουσία και την ελευθερία των ατόμων...". Και η τροπολογία συνέχιζε: "Για να μπορούν οι Ενωμένες Πολιτείες να υπερασπίζουν την ανεξαρτησία της Κούβας και να προστατεύουν το λαό, η κυβέρνηση της Κούβας θα πουλήσει ή θα νοικιάσει στις Ενωμένες Πολιτείες τις περιοχές που θα χρειαστούν για να εγκατασταθούν αποθήκες ή ναυτικές βάσεις, σε καθορισμένα σημεία που θα συμφωνηθούν με τον πρόεδρο των Ενωμένων Πολιτειών...".
Ετσι άρχισε η ζωή του νέου κράτους, της "Δημοκρατίας της Κούβας": Κάτω από τον απόλυτο έλεγχο των ΗΠΑ. Η εκάστοτε κυβέρνηση της χώρας οριζόταν από τους Βορειοαμερικανούς και το πολιτικό στάτους κβο δεν μπορούσε στο ελάχιστο να τροποποιηθεί χωρίς την έγκριση των τελευταίων. Η οικονομική ζωή της χώρας επίσης είχε περιέλθει ολοκληρωτικά στα χέρια του κεφαλαίου των ΗΠΑ. Για μισό αιώνα, η Κούβα ήταν ένα τεράστιο αγρόκτημα σπαρμένο ζαχαροκάλαμο στα χέρια εταιριών των Ηνωμένων Πολιτειών, που είχαν πάρει υπό τον έλεγχό τους και τη βιομηχανία της ζάχαρης. Οι ΗΠΑ είχαν επίσης βάλει στο χέρι τους τομείς των τηλεφώνων, του ηλεκτρισμού, των σιδηροδρόμων (τους είχαν μοιράσει με τους Βρετανούς), τους πορτοκαλεώνες της Καμαγουέης και του Λος Πίνος, τα μεταλλεία χαλκού, μαγγανίου, νικελίου, την "Εθνική" τράπεζα κλπ.
Ασφαλώς, η κατάσταση αυτή δεν επιβλήθηκε χωρίς αντιδράσεις. Ο κουβανικός λαός ουδέποτε αποδέχτηκε τη βορειοαμερικανική επικυριαρχία. Οι αγώνες του για ελευθερία και εθνική ανεξαρτησία ήταν συνεχείς, με κορυφαίο γεγονός - πριν την Επανάσταση - την επίθεση στους στρατώνες της Μονκάδα που οργάνωσαν νέοι επαναστάτες υπό την καθοδήγηση του Φιντέλ Κάστρο. Αυτοί οι αγώνες ήταν που ωρίμασαν το ξέσπασμα τηςεπανάστασης 1956 - 1959 και δίδαξαν στο λαό τον τρόπο για να νικήσει.
Πηγή έμπνευσης και επαναστατικής διαπαιδαγώγησης
Απ' όσα αναφέραμε, είναι φανερό πως η νικηφόρα επανάσταση της Κούβας 1956 - 1959 είχε να αντιμετωπίσει σοβαρά και οξυμένα κοινωνικοπολιτικά προβλήματα. Επρεπε να απαλλάξει τη χώρα από τα δεσμά της εξάρτησης στο βορειοαμερικανικό ιμπεριαλισμό, πράγμα που σήμαινε ότι ταυτόχρονα έπρεπε να προωθήσει βαθύτατους κοινωνικοπολιτικούς μετασχηματισμούς, οι οποίοι θα εξασφάλιζαν την εθνική ανεξαρτησία και την κοινωνική απελευθέρωση. Ετσι, από τα ίδια τα πράγματα, η κουβανική επανάσταση οδηγήθηκε στο μόνο δρόμο που της εξασφάλιζε την απελευθέρωση από τον ιμπεριαλισμό και τις εκμεταλλεύτριες τάξεις. Οδηγήθηκε, δηλαδή, στο δρόμο του σοσιαλισμού (την Πρωτομαγιά του 1961 ο Κάστρο ανήγγειλε ότι η επανάσταση θα προχωρήσει στη σοσιαλιστική οικοδόμηση).
Οι Βορειοαμερικανοί ιμπεριαλιστές αντιλήφθηκαν πολύ γρήγορα ότι η επανάσταση στην Κούβα δεν ήταν ένα κίνημα για την ανατροπή του στάτους κβο στις κορυφές της πολιτικής ζωής της χώρας, αλλά ένα ευρείας έκτασης κοινωνικοπολιτικό κίνημα, που οι στοχεύσεις του έβγαιναν πολύ έξω από τα όρια του καπιταλιστικού συστήματος. Ετσι, από την πρώτη στιγμή, επιχείρησαν να πνίξουν το νεογέννητο επαναστατικό κράτος, το βαφτισμένο στα νερά τηςεπανάστασης κουβανικό λαό. Εκπαίδευσαν και εξόπλισαν τους Κουβανούς αντιδραστικούς, οργάνωσαν στρατιωτικές επεμβάσεις κι ένα στραγγαλιστικό οικονομικοστρατιωτικό αποκλεισμό που διαρκεί ως τα σήμερα.
Οι Κουβανοί άντεξαν και δημιούργησαν πολλά στο παρελθόν, έχοντας την αμέριστη υποστήριξη και βοήθεια των σοσιαλιστικών χωρών και της ΕΣΣΔ. Αντέχουν, όμως, και ως τα σήμερα, εφτά χρόνια μετά τις ανατροπές των σοσιαλιστικών καθεστώτων στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, παρά το γεγονός ότι οι πιέσεις του ιμπεριαλισμού πάνω τους αυξήθηκαν αντικειμενικά στο πολλαπλάσιο. Και μόνο γι' αυτό αξίζουν το σεβασμό, την εκτίμηση, τη συμπαράσταση και την αλληλεγγύη όλων των λαών.
Οι Κουβανοί θα συνεχίσουν να αντέχουν και να δημιουργούν. Θα υπερασπιστούν τηνεπανάστασή τους ό,τι κι αν χρειαστεί να γίνει. Τουλάχιστον δείχνουν αποφασισμένοι γι' αυτό. Υπερασπίζονται μια υπόθεση που έρχεται από πολύ μακριά και τραβάει ακόμη μακρύτερα. Ισια προς το μέλλον.
Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

TOP READ