5 Δεκ 2011

Jo Cottenier και Henri Houben Η κρίση του συστήματος


Σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), το τρέχον κραχ είναι συγκρίσιμο μοναχά με αυτό του 1929. Ταυτόχρονα, το κραχ ακολουθήσαν μια σειρά από έτη μεγάλης ύφεσης: πολλές επιχειρήσεις έκλεισαν, η ανεργία ήταν σε απίστευτα υψηλά επίπεδα, έγιναν περικοπές μισθών και αυξήθηκε η φτώχια. Αυτή ήταν η προειδοποίηση για το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Θα έχει άραγε αυτή η κρίση τις ίδιες δραματικές συνέπειες; Ή θα περιοριστεί; Ξαφνικά, επανήλθαν τα κράτη. Θα είναι αυτό αρκετό, για να απορροφήσει τους κραδασμούς; Σήμερα ακόμη και οι πιο πεισμένοι φιλελεύθεροι απαιτούν περισσότερες ρυθμίσεις για τις χρηματοπιστωτικές αγορές. Μπορεί, όμως, αυτή η κρίση να αποφευχθεί μόνο με την καλύτερη επίβλεψη των σούρτα φέρτα της τραπεζικής βιομηχανίας; Ή υπάρχουν περισσότερα;
Για να βρεθούν απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα πρέπει να κατανοήσουμε την πηγή της σημερινής κρίσης. Γι’ αυτό θα πρέπει να πάμε πίσω στον χρόνο.

Η παγκόσμια οικονομία, σε απελπιστική κατάσταση από το 1973

Οι Ηνωμένες Πολιτείες βγήκαν από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ως ασυναγώνιστη παγκόσμια υπερδύναμη. Το κατόρθωσαν καθιστώντας το δολάριο ως το μόνο παγκόσμιο νόμισμα. Μόνο τα δολάρια μπορούσαν να ανταλλάσονται με χρυσό και τα άλλα νομίσματα είχαν σταθερή συναλλαγματική ισοτιμία με το δολάριο. Η συμφωνία Bretton Woods το 1944 καθιέρωσε αυτές τις ρυθμίσεις.
Οι ΗΠΑ χρησιμοποίησαν το πάνω χέρι για να αντιμετωπίσουν τον κομμουνισμό. Η σπατάλη τους δεν είχε όρια και το τυπογραφικό πιεστήριο δολαρίων δούλευε στο φουλ. Στη Δυτική Ευρώπη στόχος του ακριβού σχεδίου Μάρσαλ ήταν να οικοδομηθεί ένα στέρεο φράγμα ενάντια στη Σοβιετική Ένωση και να φιμωθεί η τοπική αντίσταση. Οι ΗΠΑ εξαπέλυσαν ένα παρόμοιο σχέδιο βοήθειας στη Νοτιοανατολική Ασία (Κορέα και Ταϊβάν). Η στρατιωτική μηχανή που στήθηκε για να πολεμήσει τους Ναζί τελειοποιήθηκε και χρησιμοποιήθηκε για την καταπολέμηση του κομμουνισμού. Οι ΗΠΑ διεξήγαν πολέμους ενάντια στην «κομμουνιστική απειλή» στην Κορέα (1950-1953) και στο Βιετνάμ (1959-1975). Επιπλέον, προσέφεραν τη στήριξή τους στους σιωνιστές συμμάχους τους στη Μέση Ανατολή κατά τη διάρκεια του εξαήμερου πολέμου (1967) και του πολέμου του Γιόμ Κιπούρ (1973).
Η οικονομία των ΗΠΑ την περίοδο του ψυχρού πολέμου συντελούσε στην ταχεία ανάπτυξη, ήταν όμως και πηγή αστάθειας. Η παραγωγικότητα της βιομηχανίας αυξανόταν με ταχείς ρυθμούς κατά τη χρυσή δεκαετία του εξήντα. Η εργασία και το κεφάλαιο απολάμβαναν σταθερότητα. Με άλλα λόγια, οι μισθοί αυξάνονταν αντίστοιχα με την παραγωγικότητα. Η κατανομή του εθνικού εισοδήματος (σε ποσοστό εργασίας και κεφαλαίου) παρέμενε σταθερή. Ωστόσο, όλα αυτά δεν συνέβαιναν ομαλά.
Το τέλος της δεκαετίας του 60 σήμανε το τέλος αυτής της μακροχρόνιας περιόδου σχετικά σημαντικής και σταθερής ανάπτυξης. Η ταχεία αύξηση της παραγωγικότητας επιβραδύνθηκε, πλέον δεν αξιοποιούνταν πλήρως οι παραγωγικές ικανότητες. Οι επενδύσεις δε χρησιμοποιούνταν πλήρως και τα ποσοστά κέδρους μειώνονταν. Τελικά οι αγορές κορέστηκαν. Ήταν καθαρό πως ωρίμαζε μια κρίση υπερπαραγωγής. Το ποτήρι ξεχείλισε, όταν το 1973 τα έθνη του ΟΠΕΚ τετραπλασίασαν τις τιμές του πετρελαίου. Οι τιμές αυξήθηκαν από 2 σε 9 δολάρια το βαρέλι. Η δεύτερη πετρελαϊκή κρίση έλαβε χώρα το 1979, όταν οι τιμές αυξήθηκαν από 13 σε 26 δολάρια και ως το 1982 το κόστος του βαρελιού έφτασε τα 32 δολάρια.
Υπάρχουν δύο απόψεις για την κρίση που άρχισε το 1973. Ήταν αποτέλεσμα των τιμών του πετρελαίου, με άλλα λόγια, αποτέλεσμα ενός εξωτερικού παράγοντα που επιβλήθηκε από του παραγωγούς πετρελαίου; Ή η πετρελαϊκή κρίση ήταν μόλις η αρχή; Σύμφωνα με τη δεύτερη άποψη η ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας βρισκόταν ήδη σε άσχημη κατάσταση το 1973 εξαιτίας επαναλαμβανόμενων εσωτερικών καπιταλιστικών διεργασιών. Των διεργασιών που περιέγραψε ο Καρλ Μαρξ έναν αιώνα πριν.
Ο Καρλ Μαρξ μας έδωσε τη δυνατότητα να κατανοήσουμε τις επαναλαμβανόμενες διεργασίες στον καπιταλισμό. Εξήγησε καθαρά γιατί αυτές οι διεργασίες οδηγούν αναπόφευκτα σε κρίσεις υπερπαραγωγής. Πράγματι στα θεμέλια του καπιταλισμού υπάρχει μια βασική αντίθεση: τα μέσα παραγωγής (εργοστάσια, πρώτες ύλες…) είναι ιδιόκτητα ενώ η ίδια η παραγωγή ολοένα και κοινωνικοποιείται. Αυτό ισχύει χίλιες φορές περισσότερο σήμερα απ’ ότι στον καιρό του Μαρξ. Οι σύνθετοι μηχανισμοί παραγωγής, που συχνά επεκτείνονται σε όλο τον κόσμο δουλεύουν, για να αποδώσουν κέρδη μονάχα σε λίγους μετόχους. Ο μόνος σχεδιασμός στοχεύει στην υπερνίκηση του ανταγωνισμού. Για να γίνει αυτό πρέπει κανείς να αποκομίζει υψηλότερα κέρδη από τους ανταγωνιστές και να συσσωρεύει όλο και περισσότερο κεφάλαιο. Αυξάνοντας τους επενδυτικούς ρυθμούς κάθε πλευρά ευελπιστεί να κερδίσει μερίδια της αγοράς σε βάρος των αντιπάλων της. Για να το κατορθώσει, όμως, απαιτείται η μείωση του κόστους παραγωγής (μείωση των μισθών) και η συνεχής ορθολογικοποίησή του, έτσι ώστε να παράγονται περισσότερα με τη χρήση λιγότερης εργασίας. Αυτή η διαδικασία αναπόφευκτα οδηγεί σε κρίσεις υπερπαραγωγής εξαιτίας της αντίθεσης μεταξύ της παραγωγικής ικανότητας και της μείωσης της αγοραστικής δύναμης των ανθρώπων.
Να πως τα συνόψισε ο Μαρξ: «Η τελική αιτία όλων των πραγματικών κρίσεων παραμένει πάντα η φτώχεια και ο περιορισμός της κατανάλωσης των μαζών, που αντιτίθεται στην τάση της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής ν’ αναπτύσσει έτσι τις παραγωγικές δυνάμεις, λες και το όριό της αποτελείται μόνο από την απόλυτη ικανότητα κατανάλωσης της κοινωνίας»[1].
Αυτό είναι το αποτέλεσμα του κοινωνικού χάους, όπου κυριαρχεί μοναχά ο νόμος του μέγιστου κέρδους. Η παραγωγή δεν είναι σε καμία περίπτωση οργανωμένη έτσι ώστε να ικανοποιεί τις ανάγκες της κοινωνίας συνολικά.

Μια παρατεταμένη αργή κρίση υπερπαραγωγής

Κάθε φορά που υπάρχει υποτροπή οι καπιταλιστές προωθούν τις δικές τους λύσεις και ξέρουν πως μπορούν να υπολογίζουν στη στήριξη και τη βοήθεια του κράτους. Η συνήθης θεραπεία για την κρίση περιλαμβάνει την καταστροφή μέρους της παραγωγικής ικανότητας με το κλείσιμο επιχειρήσεων και την προσωρινή απόλυση εργατών. Μειώνονται οι τιμές και οι μισθοί. Οι μικρότερες και πιο αδύναμες επιχειρήσεις εξαφανίζονται ή εξαγοράζονται από μεγαλύτερες. Αυτό επιτρέπει την αναπροσαρμογή της προσφοράς στη ζήτηση. Αυξάνεται ξανά το ποσοστό κέρδους και ξαναγίνονται χρηματικές επενδύσεις: μπορεί να αρχίσει ένας καινούργιος κύκλος. Σύμφωνα με την περιγραφή του Μαρξ, πρόκειται για μια διαδικασία ανάπτυξης που συνοδεύεται από στασιμότητα, κρίση και ανάκαμψη που συντελείται σε μια περίοδο πέντε έως επτά ετών: ο οικονομικός κύκλος.
Ωστόσο, αυτή τη φορά, δεν πρόκειται μονάχα για μια «απλή» κυκλική ύφεση. Από το 1973 υπήρχαν σκαμπανεβάσματα, οι άνοδοι είναι σύντομοι και οι πτώσεις απότομες. Έχει ξανασυμβεί μια τόσο παρατεταμένη κρίση. Η πρώτη σοβαρή κρίση που επηρέασε τις μεγάλες οικονομικές δυνάμεις ήταν μετά το 1873. Τελείωσε με τη μαζική εξαγωγή κεφαλαίου και σύγκρουση για το μερίδιο των αποικιών που τελικά οδήγησε στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ήταν το αρχικό στάδιο αυτού που ο Λένιν αποκάλεσε «ιμπεριαλισμό»: το –τελευταίο- στάδιο του καπιταλισμού που χαρακτηρίζεται από τη σύμφυση του τραπεζικού και του βιομηχανικού κεφαλαίου και τη διαίρεση όλου του κόσμου σε αποικίες.
Η δεύτερη δομική κρίση συντελέστηκε μετά το κραχ του 1929 και κατέληξε στο ξέσπασμα του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου. Από το 1973, ζούμε την τρίτη δομική κρίση. Ωστόσο, αυτή η κρίση συντελείται σε ιδιαίτερες συνθήκες.
Ήδη από το 1975, εφαρμόζονταν σχέδια σταθεροποίησης στο Βέλγιο. Με τη βοήθεια του κράτους έκλεισαν τέσσερις «εθνικές βιομηχανίες» -άνθρακα, χάλυβα, υφαντουργία και βιομηχανία γυαλιού – συμπεριλαμβανομένης της προσωρινής εθνικοποίησης της χαλυβουργίας. Ένα δεύτερο κύμα σχεδίων εξαπολύθηκε το 1981 υπό την πρώτη κυβέρνηση Martens, όταν σχεδιάστηκαν οι περικοπές των μισθών και των κοινωνικών υπηρεσιών. Το Βελγικό φράγκο υποτιμήθηκε και δεν πραγματοποιήθηκαν τρεις αυξήσεις σε μισθούς μετά από ανόδους του δείκτη των τιμών. Οι κυβερνήσεις διέλυσαν την κοινωνική ασφάλιση και τα επιδόματα ανεργίας, παρά τις εθνικές απεργίες και τις διαδηλώσεις που αντιτίθονταν σθεναρά σε αυτή. Μόνο το 1989 γίναμε μάρτυρες μιας μικρής ανάκαμψης που είχε κιόλας τελειώσει το 1991.
Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα πήρε τα πράγματα στα χέρια της από το 1985 και ύστερα. Πάρθηκαν πολλά μέτρα: η κοινή αγορά το 1990, η Συνθήκη του Μάαστριχτ το 1991 (και το κοινό νόμισμα), απελευθέρωση του δημόσιου τομέα τη δεκαετία του 90 και η Στρατηγική της Λισσαβόνας το 2000. Στο Βέλγιο, η αντίθεση σε αυτά τα μέτρα εκφράστηκε κύρια μέσα από ένα μεγάλο απεργιακό κύμα ενάντια στο «παγκόσμιο σχέδιο» το 1993, και τις απεργίες ενάντια στο λεγόμενο «σύμφωνο των γενεών» το 2005.
Ο ανταγωνιστής-ΗΠΑ ήταν το μοντέλο για όλα τα μέτρα που προωθήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό δεν είναι τυχαίο. Από την αρχή της κρίσης το 1973 η υπερδύναμη-ΗΠΑ δεν σταμάτησε να αφήνει το βαρύ της αποτύπωμα στην παγκόσμια οικονομία. Αυτό έγινε ακόμη πιο καθαρό το 1980, όταν το πιο δεξιό και επιθετικό τμήμα της αστικής τάξης των ΗΠΑ κέρδισε την εξουσία υπό την προεδρεία του Ρέιγκαν. Αυτό οδήγησε σε ριζικά μέτρα που θα ασκούσαν μεγάλη επιρροή στην ανάπτυξη της κρίσης σε όλο τον κόσμο. Εξαιτίας ορισμένων από αυτά τα μέτρα, η κρίση μεταδόθηκε σε άλλες χώρες. Άλλα μέτρα προσωρινά επιβράδυναν την κρίση και τόνωσαν τεχνητά την παγκόσμια οικονομία. Αυτό εξηγεί γιατί η συγκεκριμένη κρίση ήταν τόσο σύνθετη. Οι λύσεις που προσέφεραν τότε οι ΗΠΑ είναι η αιτία της σημερινής χρηματοπιστωτικής κατάρρευσης. Η συνόψιση αυτών των λύσεων θα μας επιτρέψει να κατανοήσουμε καλύτερα πόσο σοβαρή είναι στην πραγματικότητα η κρίση και γιατί η μόνη διέξοδος από αυτή την καθυστερημένη κρίση υπερπαραγωγής βρίσκεται μέσα από τη μαζική καταστροφή κεφαλαίου.

Η ακολούθηση του παραδείγματος των ΗΠΑ μας οδηγεί μοναχά στην κατάρρευση

Στο τέλος της δεκαετίας του 60 η Αμερική είχε να κάνει με δύο αντιπάλους που ξαναζωντάνεψαν: με την Ευρώπη και την Ιαπωνία. Την ίδια ώρα, η Αμερική μπλέχτηκε στον πόλεμο ενάντια στην ανεξαρτησία του Βιετνάμ και άλλων χωρών στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ασίας. Το κυνήγι των εξοπλισμών με τη Σοβιετική Ένωση ήταν και αυτό πολύ δαπανηρό. Η βρύση των δολαρίων παρέμενε ανοιχτή και τεράστια ποσά κατέληξαν σε Ευρωπαϊκές τράπεζες (τα λεγόμενα Ευρωδολάρια). Στην αρχή της συμφωνίας Bretton Woods το 1944, το Ομοσπονδιακό αποθεματικό σύστημα (ΟΑΣ) εξακολουθούσε να διαθέτει το 60% των παγκόσμιων αποθεμάτων χρυσού. Όμως τώρα που οι ευρωπαϊκές εθνικές τράπεζες μετέτρεπαν αυτά τα τεράστια ποσά δολαρίων σε χρυσό –ένα είδος δεύτερου πυρετού του χρυσού- αυτό το μερίδιο έπεσε γρήγορα στο 15%. Έτσι ο Νίξον πήρε τη μονομερή απόφαση να άρει την άμεση μετατρεψιμότητα των δολαρίων σε χρυσό. Δύο χρόνια αργότερα εγκαταλείφθηκαν και οι σταθερές ισοτιμίες και το δολάριο άρχισε να κυμαίνεται. Έχανε αξία ως το 1979. Τότε το δίδυμο Volcker -Ρέιγκαν άρχισε να ακολουθεί έναν διαφορετικό δρόμο.
Η απάρνηση της συνθήκης Bretton Woods έδωσε στις ΗΠΑ περισσότερο χώρο για μανούβρες, διότι το δολάριο δεν μπορούσε πλέον να υποτιμηθεί με την απαίτηση της αξίας του σε χρυσό από τα ομοσπονδιακά αποθέματα χρυσού. Το δολάριο έγινε παγκόσμιο νόμισμα περισσότερο από ποτέ, μόνο που τώρα, η κυβέρνηση των ΗΠΑ μπορούσε να καθορίζει τη συναλλαγματική ισοτιμία κατά το δοκούν. Ως σήμερα, έχει υπερεκμεταλλευτεί αυτή τη δυνατότητα.
Για τριάντα χρόνια οι Ηνωμένες Πολιτείες αναζωογόνησαν τις χρηματοπιστωτικές αγορές σε όλο τον κόσμο. Χρησιμοποίησαν έναν τριπλό μηχανισμό ως μοχλό: το δολάριο, την πίστωση και την κερδοσκοπία που οδήγησε σε τεράστια αύξηση του μεγέθους των χρηματοπιστωτικών αγορών. Το 1980 η αξία των χρηματοπιστωτικών εργαλείων εκτιμήθηκε ότι είναι ισοδύναμη με το παγκόσμιο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ). Το 1993 αυτή η αξία ήταν διπλάσια. Και ως το τέλος του 2005 ήταν περισσότερο από τρεις φορές υψηλότερη, δηλαδή 316% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Μεταξύ του 2000 και του 2004 τα κρατικά και τα ιδιωτικά χρεόγραφα αντιστοιχούσαν σε πάνω από το μισό της αύξησης. Αυτό δείχνει τον αυξανόμενο ρόλο του χρέους και της εξαγοράς επιχειρήσεων χάρη στην κατοχή δανειακών εγγυήσεων[2] ως μηχανή αυτής της διαδικασίας[3].
Το 2004, οι ημερήσιες συναλλαγές παραγώγων[4] έφτασε συνολικά τα 5,7 δισ. δολάρια και οι συναλλαγές των νομισμάτων τα 1,9 δισ. δολάρια. Μαζί ανέρχονταν σε 7,6 δολάρια ημερησίως. Αυτό υπερέβαινε την αξία των ετήσιων εξαγωγών[5].
Πώς εμφανίστηκε αυτή η τάση; Για να διατηρήσουν την εξέχουσα θέση τους οι Ηνωμένες Πολιτείες διάλεξαν τη δεκαετία του 80 δρόμους, που όλοι συνέβαλαν στη διεύρυνση της χρηματοπιστωτικής φούσκας.

1.

Το 1979 ο Paul Volcker, πρόεδρος του Ομοσπονδιακού αποθεματικού συστήματος ξαφνικά αποφάσισε να αυξήσει τα επίπεδα των τόκων. Σε λίγους μήνες αυξήθηκαν από 11% σε 22%. Έγιναν απίστευτα υψηλά, ειδικά εφόσον η πτώση εξακολουθούσε να ισχύει! Το γεγονός πως οι πιστώσεις εξακολουθούσαν να είναι απίστευτα ακριβές συνέχισε να επιβραδύνει την οικονομία. Ένας πληθωρισμός της τάξης του 10% σήμαινε ότι οι καπιταλιστές έχαναν κάθε χρόνο 10% της περιουσίας τους. Ο υψηλός πληθωρισμός είναι καλός για τους ανθρώπους που χρωστάνε, γιατί ξεπληρώνουν τα χρήματα που χρωστάνε με χρήματα χαμηλής αξίας. Ωστόσο, οι τράπεζες βλέπουν τα πιστωτικά δάνεια που έχουν χορηγήσει να χάνουν 10% από την αξία τους. Ο Ρέιγκαν και ο Volcker αποφάσισαν γρήγορα[6].
Αυτή η απόφαση καθορίστηκε και από το γεγονός ότι το χρέος πριν τον υψηλό πληθωρισμό μπορούσε να αποδοθεί στους υψηλούς μισθούς και τις «εκτεταμένες» κοινωνικές παροχές. Εν συντομία, οι κάτοχοι του κεφαλαίου ήθελαν η αντιμετώπιση του πληθωρισμού να γίνει προτεραιότητα και το πέτυχαν. Ως αποτέλεσμα, στο τέλος της δεκαετίας του 80 ο πληθωρισμός έπεσε στο 2 με 3%. Ήταν το πρώτο μεγάλο δώρο στο χρηματοπιστωτικό κόσμο της Αμερικής.
Οι συνέπειες ήρθαν γρήγορα. Η κρίση επιδεινώθηκε και έφτασε στο αποκορύφωμά της. Τα μεγαλύτερα θύματα ήταν όσοι ήταν χωμένοι μες τα δάνεια και δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτε παρά να παρακολουθούν τα επιτόκια να αυξάνονται απότομα. Ήταν καταστροφή για τις χώρες της Λατινικής Αμερικής.
Οι Δυτικές τράπεζες είχαν χορηγήσει δάνεια σε τριτοκοσμικές χώρες που ήταν πανευτυχείς να βλέπουν το κεφάλαιο να επενδύεται, για να βοηθήσει στην οικοδόμηση των βιομηχανιών τους. Οι ΗΠΑ επωφελήθηκαν ιδιαίτερα: 40% των δανείων έγιναν από τις τράπεζές τους και η βιομηχανία των ΗΠΑ έλαβε πολλές παραγγελίες για να εξασφαλίσει εξοπλισμό για την εκβιομηχάνιση που συχνά μόλις άρχιζε. Όλα φαίνονταν ρόδινα έως ότου τα επιτόκια ξεπέρασαν τα όρια και οι χώρες που δανείστηκαν χρήματα έπρεπε να αποπληρώσουν περισσότερους τόκους απ’ ότι ήταν τα χρήματα που έβγαζαν από τις εξαγωγές τους. Το 1982, το Μεξικό βρισκόταν στο χείλος της χρεοκοπίας. Το 1983 ήταν η σειρά της Αργεντινής, η Βραζιλία ακολούθησε το 1984. Φυσικά και η τραπεζική βιομηχανία αντιμετώπιζε σοβαρό πρόβλημα, ταυτόχρονα όμως, αυτό και πάλι ήταν ευκαιρία για την Αμερική, να προωθήσει δια μέσου του ΔΝΤ ραγδαίες αναδιαρθρώσεις που θα άνοιγαν τις οικονομίες του Τρίτου Κόσμου στις πολυεθνικές των ΗΠΑ. Στο όνομα της ελεύθερης αγοράς όλοι οι φραγμοί του εθνικού προστατευτισμού κατεδαφίστηκαν προς όφελος των πολυεθνικών.
Η απόφαση του Volcker να ανεβάσει τα επιτόκια έκανε το δολάριο πιο ελκυστικό. Η συναλλαγματική ισοτιμία του δολαρίου σταμάτησε να πέφτει και τα υψηλά επιτόκια βοήθησαν στην προσέλκυση επενδυτών. Ο δρόμος ήταν πλέον ανοιχτός για τα δύο εναπομείναντα στοιχεία: την πίστωση και την κερδοσκοπία.

2.

Οι κάτοχοι του κεφαλαίου απαιτούσαν και φορολογική μεταρρύθμιση. Ο Ρέιγκαν τους έδωσε το φορολογικό νόμο για την οικονομική ανάκαμψη του 1981. Ο φορολογικός συντελεστής για τα υψηλότερα εισοδήματα μειώθηκε κατά τις δεκαετίες του 80 και 90 από 70% σε 28% εν μέρει επί Ρέιγκαν και εν μέρει επί Κλίντον. Ενώ το εισόδημα των πλουσιότερων αμερικανών (1% των πολιτών) αυξήθηκε κατά 50% την περίοδο εκείνη, ο μέσος φορολογικός συντελεστής στο εισόδημά τους έπεσε από 37% το 1979 σε 29% το 1990. Αυτό σήμαινε αύξηση της τάξης του 70% στα έσοδα μετά την αφαίρεση του φόρου. Ωστόσο, για τους φτωχότερους αμερικάνους πολίτες (20% των πολιτών), το εισόδημα και η φορολογική πίεση παρέμεινε ίδια. Το 1980 το ίδιο 1% των πλουσιότερων αμερικανών κατείχε το 30% όλων των περιουσιακών στοιχείων, μερίδιο που γρήγορα έφτασε το 38% τη δεκαετία του 80[7]. Το 1998 το πλουσιότερο 5% των πολιτών των ΗΠΑ κατείχε το 59% του πλούτου, δηλαδή περισσότερο από το υπόλοιπο 95% των πολιτών των ΗΠΑ.
Στην κατανάλωση των ευκατάστατων δόθηκε διπλό κίνητρο. Πρώτων, διότι είχαν περισσότερα έσοδα και δεύτερον, γιατί η αύξηση των περιουσιακών τους στοιχείων προσέφερε κάλυψη, αν ήθελαν να πάρουν δάνεια. Το μερίδιο της ατομικής κατανάλωσης στο ΑΕΠ[8] αυξήθηκε από 62% το 1980 σε 68% το 2000.
Αυτό είχε αντανάκλαση στις αποταμιεύσεις των οικογενειών των ΗΠΑ. Το 50% των οικογενειών των ΗΠΑ με χαμηλό εισόδημα πάντα μετά βίας είχαν χρήματα για αποταμίευση, παρ’ όλα αυτά, όμως, οι ετήσιες αποταμιεύσεις όλων των οικογενειών έπεσαν από το 8% του ΑΕΠ το 1980 στο 5% το 1990 και στο 1,5% το 2000. Το ατομικό χρέος αυξήθηκε και παροτρύνθηκε περαιτέρω. Το 1980 τα χρέη των αμερικάνικων οικογενειών αντιστοιχούσαν στο 50% του ΑΕΠ και αυξήθηκαν σε 65% το 1990, σε 75% το 2000 και σε 100% το 2007. Το δεύτερο στοιχείο μπήκε στη θέση του.
Αυτή η γιγαντιαία αύξηση της πίστωσης είχε συνέπειες για την παγκόσμια οικονομία. Η κατανάλωση των ΗΠΑ που αντιστοιχεί κατά μέσο όρο στο 30% της παγκόσμιας ατομικής κατανάλωσης, ώθησε την παγκόσμια ζήτηση. Πράγματι, από τη δεκαετία του 60 οι πολυεθνικές εταιρίες των ΗΠΑ όλο και περισσότερο παρήγαγαν στο εξωτερικό: στην Ευρώπη και σε χώρες με φτηνό εργατικό δυναμικό. Η κατανάλωση αυξανόταν, συνεπώς αυξάνονταν και οι εισαγωγές. Σύντομα η Αμερική είχε να αντιμετωπίσει ένα αυξανόμενο εμπορικό έλλειμμα.
Η αυξανόμενη συναλλαγματική ισοτιμία του δολαρίου (εξαιτίας των υψηλών επιτοκίων) είχε διπλή επίδραση. Από τη μια πλευρά το ισχυρό δολάριο επέτρεπε στους ανθρώπους να αγοράζουν ξένα αγαθά σε καλύτερη τιμή και από την άλλη πλευρά προσέλκυε ξένους επενδυτές. Έτσι τα δολάρια που έβγαιναν από τη χώρα, κατά την πληρωμή για τα αγαθά, ύστερα επενδύονταν ξανά ως κεφάλαιο σε κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ και στις τράπεζες των ΗΠΑ. Το δολάριο εγγυάτο ότι η υπερκατανάλωση των πλουσίων θα διαιωνιζόταν. Με άλλα λόγια, η οικονομία των ΗΠΑ υποστηριζόταν από τον έξω κόσμο.


3.

Την ίδια περίοδο συντελέστηκε μια κρίσιμης σημασίας εξέλιξη στην εταιρική ζωή. Οι εταιρίες δούλευαν όλο και περισσότερο για το χρηματιστήριο. Ο Jack Welch έδωσε τον τόνο. Το 1981, ο Jack Welch ήταν επικεφαλής της General Electric το εργατικό δυναμικό της οποίας αριθμούσε 400,000. Η φιλοδοξία του ήταν να μετατρέψει την General Electric στην πιο ανταγωνιστική εταιρία του κόσμου και είχε τις δικές του μεθόδους για να επιτύχει αυτό το στόχο. Το πρώτο βήμα; Να απολύεται το 10% των λιγότερο αποτελεσματικών εργαζόμενων κάθε χρόνο. Το δεύτερο βήμα; Πέρα από τη βιομηχανική δραστηριότητα να εισαχθεί η εταιρία στον χρηματοπιστωτικό κόσμο. Αυτό έκανε ο Welch με την General Electric. Τα έσοδα του ομίλου εκτινάχθηκαν από 1,5 δισ. δολάρια το 1980 σε 4 δισ. το 1990 και σε 7,3 δισ. το 2000. Οι μέτοχοι πανηγύριζαν.
Η μέθοδος του Welch ήταν τόσο επιτυχής που σύντομα έγινε κανόνας στις ΗΠΑ και σε όλο το Δυτικό βιομηχανικό κόσμο. Οι αποδόσεις των κερδών καθορίζονταν εκ των προτέρων, κατά κανόνα γύρω στο 15%, ήταν πολύ ψηλότερα από μέσο ποσοστό κέδρους. Αυτό το όριο κέρδους είχε ήδη υπολογιστεί προκαταβολικά στο κόστος παραγωγής. Η αφαίρεση του κέρδους γινόταν προκαταβολικά, όχι ύστερα. Αυτό οδήγησε τις εταιρίες να κάνουν παραβιάσεις, όπου αυτό ήταν δυνατό, και να παίρνουν χρηματοπιστωτικά ρίσκα. Ρίχνονταν στον χρηματοπιστωτικό κόσμο, δούλευαν κυρίως με δανεικά χρήματα και βασίζονταν σε χρηματοπιστωτική μόχλευση[9].
Τα έσοδα από τις μετοχές έγιναν το απόλυτο κριτήριο. Η αξιολόγηση των μετοχών μιας εταιρίας έγινε ο μόνος τρόπος εκτίμησης της αξίας της. Όσο υψηλότερη ήταν η αξία στην αγορά τόσο περισσότερο προσελκύονταν οι επενδυτές. Έτσι εμφανίστηκε το τρίτο στοιχείο.
Η βιομηχανία των ΗΠΑ άρχισε να εστιάζει πρώτα και κύρια στα προϊόντα υψηλής τεχνολογίας και σε κεντρικές δραστηριότητες ανά κλάδο, δηλαδή στους πιο επικερδείς τομείς. Οι δευτερεύουσες δραστηριότητες δίνονταν σε υπεργολάβους και συχνά μεταφέρονταν σε χώρες με φτηνή εργατική δύναμη. Έτσι συνεχίστηκε η ανάπτυξη των μεξικάνικων maquiladoras (σ.μ. –εργοστάσια στο Μεξικό, στα σύνορα με τις ΗΠΑ, όπου συναρμολογούνται εμπορεύματα από αμερικάνικα εξαρτήματα, που προορίζονται για εξαγωγή στις ΗΠΑ). Από 60 το 1980 (με 120.000 εργάτες) το 2006 υπήρχαν ήδη 2.800 από αυτά και απασχολούσαν 1,2 εκ. ανθρώπους. Παρόμοια εξέλιξη είχαμε σε χώρες όπως η Μαλαισία, η Σιγκαπούρη και το Ταϊβάν.
Οι ίδιες μέθοδοι χρησιμοποιήθηκαν σε όλο τον κόσμο. Τώρα, πολλά μονοπώλια χρησιμοποιούν τον κανόνα του 15%, για να ικανοποιήσουν τους μετόχους τους και πολλά Ευρωπαϊκά και Ιαπωνικά μονοπώλια κερδίζουν περισσότερα από τις χρηματοπιστωτικές δραστηριότητες απ’ ότι από την πραγματική βιομηχανική παραγωγή.

4.

Η χρηματοπιστωτική απορύθμιση και η άκρατη χρηματοπιστωτική εξάπλωση είναι επιτάχυνε τη σημερινή χρηματοπιστωτική κατάρρευση.
Μετά το κραχ του 1929 και αφότου μια σειρά από τράπεζες χρεοκόπησαν, οι Ηνωμένες Πολιτείες πήραν ορισμένα μέτρα, για να προσπαθήσουν να σταματήσουν αυτά τα γεγονότα, ώστε να μην επαναληφθούν. Η Πράξη Glass-Steagall του 1933 εισήγαγε το διαχωρισμό των τραπεζών σε τύπους ανάλογα με το είδος απασχόλησής τους (εμπορικές και επενδυτικές) και δημιούργησε την Ομοσπονδιακή Επιχείρηση Ασφάλισης των Καταθέσεων (Federal Deposit Insurance Corporation) για να εξασφαλίσει τις τραπεζικές καταθέσεις. Εφάρμοσε, επίσης, τη γνωστή Ρύθμιση Q (Regulation Q) που στόχευε στο να παρεμποδίσει τη διαφοροποίηση στα επιτόκια με βάση το μέγεθος της περιουσίας του πελάτη. Χωρίς αυτή τη ρύθμιση οι τράπεζες θα προσέλκυαν πλουσιότερους πελάτες προσφέροντάς τους υψηλότερα επιτόκια, που θα έθεταν σε κίνδυνο τις κοινές τράπεζες.
Ωστόσο, στις αρχές της δεκαετίας του 60 αυτοί οι νομικοί περιορισμοί σταδιακά ξηλώθηκαν και έως το 1980 καταργήθηκαν πλήρως. Εμφανίστηκε μια αυξανόμενη αγορά παραγώγων (χρηματοπιστωτικών αξιογράφων η αξία των οποίων καθορίζεται από άλλα περιουσιακά στοιχεία). Αυτό οδήγησε σε εκπληκτικές κατασκευές. Δημιουργήθηκαν ομόλογα υπό οποιεσδήποτε εγγυήσεις, ακόμη και χρέη. Πυροδοτήθηκε μια πραγματική επανάσταση στη χρηματοδότηση των επενδύσεων και των εξαγορών. Δεν βασιζόμασταν πια στα τραπεζικά δάνεια, αλλά μπορούσαμε να χρηματοδοτούμε εγχειρήματα με την έκδοση χρηματοπιστωτικών αξιογράφων. Μερικές εταιρίες έως και εξειδικεύτηκαν στην έκδοση αυτών των αξιογράφων. Όταν ο Κλίντον ανέλαβε την εξουσία καταργήθηκε η διαφοροποίηση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Συντελέστηκε μια ολοκληρωτική απορρύθμιση. Άλλες χώρες ακολούθησαν το παράδειγμα των ΗΠΑ.
Τα χρηματοπιστωτικά εργαλεία εξαπλώθηκαν και έγιναν με τη σειρά τους αντικείμενα κερδοσκοπίας. Αυξηθήκαν σε τέτοιο βαθμό που η παραδοσιακή σχέση μεταξύ τράπεζας και βιομηχανίας κατέληξε να πάρει εντελώς διαφορετικές μορφές. Στο έργο του «Ο ιμπεριαλισμός το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού» ο Λένιν δείχνει πως η σύμφαση των τραπεζικών και των βιομηχανικών μονοπωλίων δημιούργησε αυτό που τότε αποκαλέστηκε χρηματιστικό κεφάλαιο. Εξηγεί πως η ιδιοκτησία και ο τόκος συνδέονται, διότι με την πίστωση οι τράπεζες γίνονται σταδιακά ιδιοκτήτες της βιομηχανίας. Ο Λένιν καταλήγει: «η συγκέντρωση της παραγωγής, τα μονοπώλια που ξεπηδούν απο αυτή, η συγχώνευση ή η σύμφηση των τραπεζών με τη βιομηχανία -αυτή είναι η ιστορία της γέννησης του χρηματιστικού κεφαλαίου και του περιεχομένου αυτης της έννοιας»[10]. Η εξουσία του χρηματοοικονομικού κόσμου πάνω στη βιομηχανία και η αλληλοσύνδεσή τους δεν έχει μειωθεί. Αλλά οι μεγάλες εμπορικές τράπεζες ίδρυσαν χρηματοπιστωτικά ιδρύματα με πολύ πιο ελαστικές δομές που κατά προτίμηση καταφεύγουν σε νέα χρηματοπιστωτικά εργαλεία. Είναι ικανές να βρίσκουν μεγαλύτερα χρηματικά ποσά για εξαγορές και προτιμούν να δουλεύουν σε διεθνείς αγορές, ενώ, γενικά οι τράπεζες έχουν στενούς δεσμούς με τις εθνικές αγορές.
Το μερίδιο της κανονικής αγοράς που οι τράπεζες και οι ασφαλιστές κρατούσαν στις ΗΠΑ σε χρηματοπιστωτικά περιουσιακά στοιχεία έπεσε στο μισό από το 1980 έως το 2007, έχοντας μειωθεί από 70% σε 35%. Το μερίδιο των ιδιωτικών μετοχικών επενδυτικών κεφαλαίων, των συνταξιοδοτικών ταμείων, των κεφαλαίων υψηλού κινδύνου, κτλ. αυξήθηκε ανάλογα. Τα κεφάλαια υψηλού κινδύνου αυξάνονται ραγδαία από το 1990. Κάνουν επιθετικές επενδύσεις και αντιστοιχούν στο 40% όλων των χρηματιστηριακών συναλλαγών. Το 2007 11.000 κεφάλαια υψηλού κινδύνου χειρίζονταν 2.200 δισεκατομμύρια δολάρια. Για πολλούς τα κεφάλαια υψηλού κινδύνου αντιπροσωπεύουν την επόμενη μαύρη τρύπα και πιστεύουν πως μπορεί να οδηγήσουν σε ένα νέο χρηματοπιστωτικό κατακλυσμό.
Σήμερα, λίγα γιγαντιαία ιδιωτικά κεφάλαια όπως τα KKR, Blackstone, Carlyle και Cerberus ελέγχουν τη διεθνή χρηματοπιστωτική αγορά, που σημαίνει ότι ελέγχουν και πολλές μετοχές εταιριών. Στις τράπεζες δίνεται ένας νέος ρόλος: να παρέχουν δάνεια σε αυτά τα εξειδικευμένα κεφάλαια.
Συνεπώς, ο ορισμός του χρηματιστικού κεφαλαίου του Λένιν είναι πολύ επίκαιρος. Ο Λένιν έλεγε και για τον αυξανόμενο διαχωρισμό μεταξύ του ελέγχου της παραγωγής και του παρασιτικού στρώματος που είναι γνωστό ως «κοπείς τοκομεριδίων». Το βιβλίο του γράφηκε το 1916, σχεδόν έναν αιώνα πριν, αλλά θα μπορούσε να είχε γραφεί και σήμερα: «χαρακτηριστικό του καπιταλισμού γενικά είναι ότι χωρίζει την ιδιοκτησία του κεφαλαίου από τη χρησιμοποίηση του κεφαλαίου στην παραγωγή, ότι χωρίζει το χρηματικό κεφάλαιο από το βιομηχανικό ή το παραγωγικό, ότι χωρίζει τον εισοδηματία που ζει μόνο από το εισόδημα του χρηματικού κεφαλαίου από τον επιχειρηματία και απ' όλα τα πρόσωπα που συμμετέχουν άμεσα στη διαχείριση του κεφαλαίου. Ο ιμπεριαλισμός ή η κυριαρχία του χρηματιστικού κεφαλαίου είναι η ανώτατη εκείνη βαθμίδα του καπιταλισμού, όπου ο χωρισμός αυτός παίρνει πελώριες διαστάσεις. Η υπεροχή του χρηματιστικού κεφαλαίου πάνω σ' όλες τις υπόλοιπες μορφές του κεφαλαίου σημαίνει κυρίαρχη θέση του εισοδηματία και της χρηματιστικής ολιγαρχίας, σημαίνει ξεχώρισμα μερικών κρατών που κατέχουν τη χρηματιστική δύναμη απ'όλα τα υπόλοιπα»[11].

Η Ευρωπαϊκή Ένωση θέλει να φτάσει τις Ηνωμένες Πολιτείες

Στη στρατηγική της Λισσαβόνας (2000) η ΕΕ έθεσε ως στόχο να φτάσει την οικονομία των ΗΠΑ ως το 2010. Όμως, αυτή η φιλοδοξία προχώρησε ακόμη παραπέρα. Επειδή η κρίση μαινόταν από το 1973, η ευρωπαϊκή αστική τάξη προτρέπονταν να εμφυσήσει νέα ζωή στην ενοποίηση της Ευρώπης, ιδιαίτερα εξαιτίας της επιθετικής απάντησης των ΗΠΑ σε αυτή την κρίση.
Κατά τα πρώτα χρόνια της κρίσης, η παρέμβαση των Ευρωπαϊκών αρχών περιοριζόταν στην αναδιάρθρωση της βιομηχανίας χάλυβα και άλλων απειλούμενων βιομηχανιών. Όμως η Ευρωπαϊκή Ένωση ήθελε να φτάσει τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το 1983, οι διαχειριστές 17 σημαντικών Ευρωπαϊκών μονοπωλίων συμμετείχαν σε ένα στρογγυλό τραπέζι Ευρωπαίων βιομηχάνων. Αυτό το Ευρωπαϊκό στρογγυλό τραπέζι θα διαμόρφωνε το πρόγραμμα της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Πράξης του 1985 και θα ολοκλήρωνε το σχέδιο για μια ενιαία Ευρωπαϊκή αγορά το 1990. Το σχέδιο εξαπολύθηκε με ενθουσιασμό από τον Ζακ Ντελόρ και την Ευρωπαϊκή του Επιτροπή. Τα πράγματα επιταχύνθηκαν το 1991 με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, που καθιέρωσε ένα ενιαίο Ευρωπαϊκό νόμισμα και μια κοινή Ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική. Η στρατηγική της Λισσαβόνας (2000) εξέφρασε καθαρά το μεγάλο στόχο «να γίνει η ΕΕ η πιο δυναμική και ανταγωνιστική οικονομία στο κόσμο, που να βασίζεται στη γνώση».
Σε πολλούς τομείς υιοθετήθηκε η προσέγγιση των ΗΠΑ: φορολογικές μεταρρυθμίσεις, επέκταση του φόρτου εργασίας, ιδιωτικοποίηση της κοινωνικής ασφάλισης, πλήρης απελευθέρωση της αγοράς, χρηματιστηριακή επέκταση. Τα πλεονεκτήματα στον ανταγωνισμό από την αδύναμη κοινωνική προστασία έστειλαν τις Ευρωπαϊκές χώρες στο δρόμο της κατάργησης των ιστορικών κατακτήσεων, όπως η κοινωνική ασφάλιση. Το χάσμα μεταξύ των πλουσίων και των φτωχών διευρύνθηκε γρήγορα και στην Ευρώπη. Από την αρχή της δεκαετίας του 90 και ύστερα, η ΕΕ προχώρησε σε απελευθέρωση των τηλεπικοινωνιών, των σιδηροδρόμων και των ταχυδρομικών υπηρεσιών. Οι δημόσιες υπηρεσίες, που στην Ευρώπη παίζουν πολύ σημαντικότερο ρόλο στην καθημερινή ζωή απ’ ότι στις ΗΠΑ, κατεδαφίστηκαν και μεταφέρθηκαν στο ιδιωτικό κεφάλαιο. Η μεταρρύθμιση της Μπολόνια σήμαινε πως η Ευρωπαϊκή εκπαίδευση θα αντέγραφε το μοντέλο των ΗΠΑ που ήταν πιο στοχευμένο στην κάλυψη των αναγκών και των συμφερόντων της βιομηχανίας. Η κατάρρευση των σοσιαλιστικών κρατών το 1989 ενίσχυσε τη φιλελεύθερη επίθεση. Εξαφανίστηκε ο φόβος του κομμουνισμού και ο καπιταλισμός θριάμβευσε.
Ωστόσο, οι Ευρωπαίοι καπιταλιστές ήρθαν αντιμέτωποι με μεγαλύτερη αντιπολίτευση στα σχέδια κατεδάφισης. Αν και τα συνδικάτα δεν ήταν ακόμη οργανωμένα σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, τα σχέδια καθυστερούσαν σε κάθε χώρα λόγω των εθνικών κινητοποιήσεων.

Η οικονομία-φούσκα δεν μπορεί να σαρώσει την κρίση

Εν συντομία: Το γεγονός πως η κατανάλωση των ΗΠΑ τονώθηκε σε μεγάλο βαθμό από το 1973 δεν έλυσε την κρίση. Αντίθετα, βοήθησε στην παράτασή της. Μετά το 1973 η ανάπτυξη δεν θα έφτανε ποτέ πια το επίπεδο που είχε τη δεκαετία του 60. Ως Δαμόκλειος σπάθη η κρίση υπερπαραγωγής ποτέ δεν θα πάψει να απειλεί την παγκόσμια οικονομία.
Όταν συμβαίνει υπερπαραγωγή, ακολουθεί το πλεόνασμα κεφαλαίου. Ένα περίσσευμα που δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την αύξηση της παραγωγής, γιατί συγκρούεται με τα όρια των αγορών. Αυτό το περίσσευμα κεφαλαίου αναζητεί υψηλές αποδόσεις και εδώ ο χρηματοπιστωτικός τομέας δίνει χείρα βοηθείας. Οι συνθήκες που το επέτρεψαν δημιουργήθηκαν από τη χρηματοπιστωτική απορρύθμιση και την αύξηση του αριθμού των χρηματοπιστωτικών εργαλείων. Όλα αυξήθηκαν μετά από ακόλουθα εκτενή πιστωτικά κίνητρα, γιατί η χορήγηση πίστωσης είναι ένας τρόπος δημιουργίας χρημάτων από το τίποτα.
Ένα μεγάλο βήμα στην κατεύθυνση της χρηματοπιστωτικής εξάπλωσης γίνεται όταν το χρέος χρησιμοποιείται ως χρηματιστηριακή κάλυψη για την έκδοση αξιογράφων ή χρηματοπιστωτικών παραγώγων – που ονομάζεται τιτλοποίηση. Με αυτό τον τρόπο, κάθε χρέος μπορεί να μετατραπεί σε αξιόγραφο, που σημαίνει ότι μπορεί να εξακολουθήσει να αγοράζεται και να πωλείται και ως αποτέλεσμα μετατρέπεται σε αντικείμενο κερδοσκοπίας. Από εδώ και στο εξής, κάθε πόλος οικονομικής ανάπτυξης μπορεί να γίνει ακρογωνιαίος λίθος χρηματοπιστωτικών φούσκων. Χρήματα δανείζονται σε επεκτεινόμενους πόλους στην οικονομία και γίνεται διαπραγμάτευση αυτού του χρέους με τη μορφή χρηματοπιστωτικών αξιογράφων. Οι πόλοι ανάπτυξης προκαλούν άνοδο του Χρηματιστηρίου και ως αποτέλεσμα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και οι κερδοσκόποι έχουν ελεύθερο πεδίο δράσης. Έτσι γεννιούνται οι σκανδαλώδεις χρηματοπιστωτικές φούσκες που προσελκύουν επενδυτές και κερδοσκόπους. Εμφανίζεται το πλασματικό κεφάλαιο, που βασίζεται αποκλειστικά στην ελπίδα της ατέρμονης ανάπτυξης. Αργά ή γρήγορα αυτές οι φούσκες αναπόφευκτα σκάνε.
Τέτοια ήταν η υπόθεση με το χρέος του Τρίτου Κόσμου, που στο τέλος της δεκαετίας του 70 οδήγησε στην κατάρρευση των χωρών της Λατινικής Αμερικής το 1982-1984, που αναφέραμε παραπάνω. Η ιστορία επαναλήφθηκε το 1997 με μια γιγαντιαία χρηματοπιστωτική φούσκα στις Ασιατικές αγορές. Η υποτίμηση του ταϊλανδέζικου νομίσματος προκάλεσε το κραχ. Οι παρενέργειες έγιναν αισθητές ακόμη και στη Ρωσία και τη Βραζιλία. Τότε τα κεφάλαια υψηλού κινδύνου στράφηκαν στις εταιρίες υψηλής τεχνολογίας που βρίσκονταν στη Silicon Valley. Έσκασε και αυτή η φούσκα με το κραχ του Nasdaq το 2000. Και εδώ αρχίζει η ιστορία της φούσκας των υποθηκών.
Μετά το κραχ του Nasdaq και τις 9/11 το ΟΑΣ περιέκοψε το βασικό επιτόκιο[12] σε 1% σε μια προσπάθεια να παρεμποδίσει την απειλούμενη ύφεση. Οι στεγαστικές τράπεζες εκμεταλλεύτηκαν επιθετικά τα χαμηλά επιτόκια, για να εκδώσουν δάνεια για αγορά σπιτιών. Προσέφεραν εξαιρετικά ευνοϊκές συνθήκες χωρίς πολλές εγγυήσεις. Η πραγματική αγορά βρισκόταν σε πλήρη επέκταση και όλοι νόμιζαν ότι οι τιμές θα συνεχίσουν να ανεβαίνουν, πράγμα που σήμαινε ότι η φερεγγυότητα[13] των δανειοληπτών δεν αποτελούσε θέμα: θα μπορούσαν να κατασχεθούν τόσο τα σπίτια όσο και τα χρήματά τους. Οι αφερέγγυοι πολίτες είχαν τη δυνατότητα να συνάψουν δάνεια με ειδικούς όρους. Αυτό έγινε γνωστό ως επισφαλή δάνεια. Η αγορά ενυπόθηκων δανείων εκτοξεύτηκε και τα φτωχότερα στρώματα του πληθυσμού άρπαξαν την ευκαιρία. Ο αριθμός των επισφαλών δανείων αυξήθηκε από 8% (το 2001) σε 20% (το 2007) του συνολικού ποσού των στεγαστικών δανείων στις ΗΠΑ.
Η απορρύθμιση της χρηματοπιστωτικής αγοράς έκανε τα υπόλοιπα. Οι στεγαστικές τράπεζες πούλησαν τα επισφαλή δάνεια (μαζί με τα ρίσκα) σε εξειδικευμένες εταιρίες[14], που εξέδωσαν αξιόγραφα στην αγορά, που καλύπτονταν από αυτές τις υποθήκες. Ως αποτέλεσμα, οι στεγαστικές τράπεζες μπορούσαν να συνεχίσουν να παρέχουν δάνεια. Μεταξύ του 2001 και του 2006 η μηχανή συνέχισε να λειτουργεί και οι αμερικάνικες υποθήκες έφτασαν τα 11.500 δισ. δολάρια. Αυτά τα αξιόγραφα διασκορπίστηκαν σε όλο τον κόσμο σε τράπεζες, συνταξιοδοτικά ταμεία, εμπορικές τράπεζες, κερδοσκοπικά κεφάλαια και κεφάλαια υψηλού κινδύνου, που ενδιαφέρονταν ιδιαίτερα γι’ αυτά.
Όταν το ΟΑΣ ανέβασε σταδιακά το επιτόκια στο 5,25% πολλοί νέοι αγοραστές έμειναν άφραγκοι. Συνέβη ένας τεράστιος αριθμός εξώσεων και η αγορά ακινήτων πήρε νέα τροπή. Ο αριθμός αυτών που αδυνατούσαν να πληρώσουν αυξανόταν κάθε τρίμηνο και ως το τέλος του 2006 είχαν πρόβλημα οι πρώτες τράπεζες και τα πρώτα κεφάλαια υψηλού κινδύνου.
Η χιονοστιβάδα δεν μπορούσε πλέον να σταματηθεί και το Σεπτέμβρη του 2008 η τραπεζική κρίση έφτασε στο αποκορύφωμά της.
Οι συνέπειες ήταν ακόμη πιο καταστροφικές για τους ιδιοκτήτες σπιτιών. Πάνω από δύο εκατομμύρια εξ αυτών έχασαν το σπίτι που μόλις είχαν αγοράσει και πετάχτηκαν στο δρόμο.
Ωστόσο, η κρίση από καιρό δεν αφορούσε μόνο τις ΗΠΑ. Σε όλο τον κόσμο, χρεώθηκαν τοξικά ομόλογα αξίας πάνω από 1000 δισ. δολάρια και οι τράπεζες ανακηρύσσουν απόλυες η μια μετά την άλλη. Η κατάσταση επιδεινώνεται, όταν ως μέτρο προφύλαξης οι τράπεζες απομυζούν την διατραπεζική αγορά, διότι διευρύνεται γενικά η έλλειψη εμπιστοσύνης. Αυτή η έλλειψη εμπιστοσύνης καταπιάνει το κοινό και ελλοχεύει η απειλή ενός «τραπεζικού πυρετού».

Δεν έχει τελειώσει ακόμη

Γιατί το σκάσιμο της στεγαστικής φούσκας επέφερε πολύ πιο σκληρό χτύπημα από την προηγούμενη φούσκα και γιατί όλο το χρηματοπιστωτικό σύστημα βρίσκεται στο χείλος της αβύσσου; Πρόκειται για τη μεγαλύτερη χρηματοπιστωτική φούσκα στην ιστορία και έχει μολύνει όλο το σύστημα με τοξικά ομόλογα. Όλα τα μέτρα προστασίας και κυβερνητικού ελέγχου καταργήθηκαν με τέτοιο τρόπο που κανένας δεν μπορεί να ελέγξει την πραγματική αξία των αξιογράφων που εξασφαλίζονται με υποθήκη ή την τοποθεσία τους. Αυτό έκανε αναπόφευκτη την αλυσιδωτή αντίδραση.
Η σοβαρότητα της τρέχουσας κατάστασης μπορεί να παρατηρηθεί στον πανικό που οδήγησε σχεδόν όλα τα εθνικά Κράτη να καταφύγουν στη γρήγορη διάσωση των τραπεζών τους, επεκτείνοντας τις παρεμβάσεις τους. Για να μετρηθεί το εύρος τους είναι χρήσιμο να γνωρίζουμε ότι τα επτά χρόνια πολέμου σε Ιράκ και Αφγανιστάν κόστισαν 750 δισ. δολάρια. Είναι λίγο περισσότερα από τα 700 δισ. δολάρια του σχεδίου Paulson, που προβλέπει την απόκτηση από την κυβέρνηση των ΗΠΑ των επισφαλών χρεών των τραπεζών. Όμως, αυτό δεν είναι όλο. Για να διασωθούν τράπεζες, όπως η Bear Stearns, και να εθνικοποιηθούν χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, όπως τα Fannie Mae, Freddy Mac και AIG ξοδεύτηκαν επιπλέον 200 δισ. δολάρια. Αθροίζοντας τις διάφορες παρεμβάσεις το σύνολο προσεγγίζει τα 1.800 δισ. δολάρια. Ας τονίσουμε πως το ΑΕΠ ολόκληρης της Αφρικάνικης ηπείρου το 2007 ήταν 2.150 δισ. δολάρια. Είναι προφανές πως μια τρύπα αυτού του μεγέθους θα έχει ολέθριες συνέπειες για το κρατικό χρέος, τον προϋπολογισμό και τέλος για τη φορολογική δήλωση των αμερικανών πολιτών. Εκτιμάται πως οι τελευταίοι θα πρέπει να πληρώσουν τουλάχιστον 2000 δολάρια.
Θα μπορέσει ο Πρόεδρος του ΟΑΣ Ben Shalom Bernanke να φουσκώσει άλλη μια φούσκα και να φέρει ανακούφιση; Είναι εντελώς απίθανο. Η κατανάλωση στις ΗΠΑ έχει καταρρεύσει και πολλοί επενδυτές έχουν χάσει μεγάλα χρηματικά ποσά στο Χρηματιστήριο. Τα χρηματοπιστωτικά εργαλεία και η ακίνητη περιουσία έχασαν μεγάλο μέρος της αξίας τους και δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη νέων πιστώσεων. Πιστώσεων που για ευνόητους λόγους η τραπεζική βιομηχανία είναι δισταχτική να παραχωρήσει. Η περικοπή των επιτοκίων για την ενίσχυση της οικονομίας δεν αποτελεί λύση, διότι ήδη βρίσκονται στο 3%, στα χαμηλότερα επίπεδα.
Είναι καθαρό ότι η μόνη διέξοδος από αυτή την συνεχώς αναβαλλόμενη κρίση υπερπαραγωγής είναι η εξολόθρευση της παραγωγικής ικανότητας. Αυτό σημαίνει πως τα χειρότερα έπονται. Η κρίση υπόσχεται να είναι μακροχρόνια και βαθιά. Οι χώρες του Τρίτου κόσμου θα είναι οι πρώτες που θα δουν τις εξαγωγές τους να μειώνονται, θα παρέχουν λιγότερες πρώτες ύλες και σύντομα θα ξαναβρεθούν υπό το σιδηρού κανόνα του ΔΝΤ και των σχεδίων αναδιάρθρωσης.

Πρόκειται για το τέλος της ηγεμονίας των ΗΠΑ;

Για πολλά χρόνια, οι ΗΠΑ κατάφεραν να οδηγήσουν το οικονομικό τους πλοίο μεταβιβάζοντας τις επιπτώσεις της κρίσης σε άλλες χώρες. Ο τρόπος με τον οποίο οι ΗΠΑ φουσκώνουν τεχνητά την οικονομία επηρεάζει και τον υπόλοιπο κόσμο. Οι ΗΠΑ έχαιραν ελευθερίας κινήσεων εξαιτίας της θέσης τους ως ηγετικής οικονομικής δύναμης. Φαίνεται, σε αυτό το επίπεδο ότι τα πράγματα αλλάζουν. Η παραλίγο κατάρρευση των μεγάλων τραπεζών των ΗΠΑ και η εξάρθρωση του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος αναπόφευκτα θα συνεχίσει να απομυζά την οικονομία των ΗΠΑ, όπως και την εξουσία των ΗΠΑ.
Οι οικονομικές δυσκολίες της Αμερικής συμβαδίζουν με τον Πόλεμο κατά της Τρομοκρατίας που αγκομαχεί και τείνει να φτάσει σε τέλμα τόσο στο Αφγανιστάν όσο και στο Ιράκ. Η πολιτική εξουσία των Ηνωμένων Πολιτειών στους διεθνείς οργανισμούς και στο διπλωματικό μέτωπο αμφισβητείται όλο και περισσότερο. Η παγκόσμια τάξη παίρνει νέα στροφή και διαμορφώνεται ένας πιο πολυπολικός κόσμος.
Οι ΗΠΑ εξακολουθούν να έχουν την ισχυρότερη οικονομία του κόσμου. Αλλά, τις τελευταίες δεκαετίες η οικονομία ενισχυόταν τεχνητά, ώστε να συνεχίσει να αποτελεί τη μηχανή της παγκόσμιας κατάστασης και γι’ αυτό οι ΗΠΑ πληρώνουν σήμερα βαρύ τίμημα: ο τρέχον λογαριασμός τους παρουσιάζει ένα εξαιρετικά υψηλό έλλειμμα, που αποδίδεται κυρίως στο εμπορικό τους ισοζύγιο. Ως αποτέλεσμα, τα δολάρια διασκορπίζονται σε όλο τον κόσμο και επιστρέφουν στις ΗΠΑ ως επενδύσεις ή κεφάλαιο. Αυτό θα μπορεί να συνεχιστεί μόνο έως ότου το δολάριο παραμένει το νόμισμα του εμπορίου και των διεθνών αποθεμάτων. Ωστόσο, η κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού τομέα αργά ή γρήγορα θα θέσει τέλος σε αυτή την εξέχουσα θέση.
Τα αστρονομικά ποσά που η κυβέρνηση των ΗΠΑ εισάγει στην τραπεζική της βιομηχανία το μόνο που θα κάνουν είναι να αυξήσουν το δημόσιο χρέος, που ήδη είναι κολοσσιαίο εξαιτίας των δαπανών του πολέμου. Όλο και λιγότερες χώρες θα είναι διατεθειμένες να επενδύουν τα αποθέματά τους χωρίς όρους στις Ηνωμένες Πολιτείες και να παρέχουν με αυτό τον τρόπο τη στήριξή τους στο δολάριο ως διεθνές αποθεματικό νόμισμα. Αργά ή γρήγορα θα έρθει το τέλος της αυτοκρατορίας του δολαρίου.
Εμφανίζεται ένας ρόλος για την Κίνα. Ως η κύρια ανερχόμενη δύναμη, αυτή η χώρα ήδη ασκεί σημαντική επιρροή στην παγκόσμια οικονομία εξαιτίας του αυξανόμενου πλεονάσματος του εμπορικού της ισοζυγίου και των σημαντικών οικονομικών αποθεμάτων της. Το αμερικάνικο έλλειμμα φτάνει τα 800 δισ. δολάρια ετησίως. Σύμφωνα με τον Zhu Min αντιπρόεδρο της τράπεζας της Κίνας, οι ΗΠΑ δεν θα μπορούν πια να βασίζονται στη Κίνα για την τοποθέτηση των απαραίτητων κρατικών ομολόγων, για τη χρηματοδότηση της σωτηρίας των τραπεζών των ΗΠΑ.
Πώς όμως θα αντιδράσει η αυτοκρατορία των ΗΠΑ; Με την περαιτέρω αύξηση των πολεμικών της δαπανών και την επιδίωξη των στρατιωτικών της περιπετειών; Προς στιγμή, αυτό παραμένει ανοιχτό, όμως αποτελεί ιστορικό γεγονός ότι μόνο η μαζική καταστροφή της παραγωγικής ικανότητας μέσα από πόλεμο κατάφερε να βρει διέξοδο από την τελευταία σημαντική κρίση του συστήματος, αυτή της δεκαετίας του 30.

Η κρίση του συστήματος πρέπει να λυθεί με την αντικατάσταση του ίδιου του συστήματος

Το ανάχωμα υποχώρησε. Μετά τη χρηματοπιστωτική κατάρρευση, μετά το σκάσιμο της γιγαντιαίας φούσκας, ένας ολόκληρος όροφος κρίσης υπερπαραγωγής προσγειώνεται στα κεφάλια μας. Μοιάζει περισσότερο με μια μακροχρόνια ύφεση, παρά με μια ελαφρώς πεσμένη περίοδο. Ούτε και τα τεράστια χρηματικά ποσά που εμπλέκονται θα μπορέσουν να κρατήσουν αυτό το παλιρροϊκό κύμα υπό έλεγχο.
Όσον αφορά τα αίτια, τα δάκτυλα δείχνουν προς όλες τις κατευθύνσεις: είναι εξαιτίας των επισφαλών δανείων, εξαιτίας των κεφαλαίων υψηλού κινδύνου, εξαιτίας των ΗΠΑ...
Σύμφωνα με τον Karel Van Miert, τον πρώην ηγέτη του SP.a (Φλαμανδικού σοσιαλιστικού κόμματος), πρώην Ευρωπαίο επίτροπο και διοικητικό στέλεχος της Philips, για την κατάρρευση ευθύνεται ο αγώνας δρόμου των τραπεζιτών για κέρδος. Είναι άραγε υπερβολικά άπληστοι; Όλα ταιριάζουν, αρκεί να κρύψουν το γεγονός ότι πίσω από αυτόν τον αγώνα δρόμου για κέρδος –που δεν διεξάγουν μόνο οι τραπεζίτες, αλλά και εταιρίες όπως η Philips, κείται ένα σταθερό και επανεμφανιζόμενο φαινόμενο. Ο Καρλ Μαρξ ανακάλυψε αυτό το φαινόμενο πριν από 150 χρόνια. Το συμπέρασμά του ήταν ότι ο καπιταλισμός δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς κρίσεις.
Όταν πρόκειται για λύσεις, η συναίνεση από τους σοσιαλδημοκράτες ως του φιλελεύθερους είναι σημαντική: υπάρχει ανάγκη για περισσότερη διαφάνεια, περισσότερη ρύθμιση και περισσότερο έλεγχο.
Όχι, πια δεν πρόκειται για την απληστία μιας φούχτας ανθρώπων. Όχι, δεν πρόκειται για τον αγώνα για το κέρδος λίγων τραπεζιτών. Όχι, δεν πρόκειται για την αποσύνθεση των χρηματοπιστωτικών ρυθμίσεων, όπως πολλοί ισχυρίζονται. Όχι, η κατάσταση δεν θα λυθεί με την εισαγωγή μιας «γνήσιας ελεύθερης αγοράς, που υπακούει σε κανόνες». Η κρίση είναι σύμφυτη με το ίδιο το σύστημα.
Ποτέ πριν η ανθρωπότητα δεν παρήγαγε περισσότερη ευημερία, αλλά ούτε και τόση φτώχια. Είναι η εργασία του καθενός – μόνο η εργασία- που παράγει την ευημερία, όχι το κεφάλαιο. Είναι στοιχειώδης λογική το να απαιτήσει κανείς η συλλογικά παραγμένη ευημερία να χρησιμοποιηθεί για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής όλων των ανθρώπων. Αυτό είναι αδύνατο σε μια καπιταλιστική οικονομία, που λειτουργεί σύμφωνα με τα συμφέροντα μιας μικρής μειοψηφίας και οδηγεί αναπόφευκτα σε κρίση. Γι’ αυτό όλα τα σημαντικά μέσα παραγωγής πρέπει να έρθουν στα χέρια της συλλογικότητας.

18 Νοέμβρη 2008

Ο Jo Cottenier είναι συγγραφέας του βιβλίου «La Société Générale 1822 – 1992» (μαζί με τους Patrick De Boosere και Thomas Gounet) EPO, 1989 και του «Le temps travaille pour nous» (Ο χρόνος δουλεύει για μας) (μαζί με τον Kris Hertogen) EPO, 1991. Είναι μέλος του Γραφείου του Εργατικού Κόμματος Βελγίου.
Ο Henri Houben είναι διδάκτωρ οικονομικών, ερευνητής στο ινστιτούτο Μαρξιστικών Ερευνών, ειδικευμένος στην μελέτη των πολυεθνικών, της Ευρωπαϊκής πολιτικής απασχόλησης και της οικονομικής κρίσης. Τώρα δουλεύει πάνω σε βιβλίο για την οικονομική κρίση, που πρόκειται να εκδοθεί την άνοιξη του 2009.

Μετάφραση από τα γαλλικά της Sarah Kamer.
Από το περιοδικό Études Marxistes, n°84, Οκτώβρης-Νοέμβρης 2008 http://www.marx.be/FR/em_index.htm


[1] Κ. Μαρξ, Το Κεφάλαιο, τ. ΙΙΙ, κεφάλαιο 30, σελ. 610.
[2] Η εξαγορά επιχειρήσεων χάρη στην κατοχή δανειακών εγγυήσεων συμβαίνει όταν ένας οικονομικός χορηγός αποκτήσει το πακέτο ελέγχου των μετοχών ιδιοκτησίας μιας επιχείρησης, έχοντας πάρει ένα σημαντικό ποσοστό της τιμής αγοράς μέσα από δανειοδότηση. Τα περιουσιακά στοιχεία της εταιρίας που αποκτήθηκε χρησιμοποιούνται ως εγγύηση για το δανειακό κεφάλαιο, σε ορισμένες περιπτώσεις μαζί με περιουσιακά στοιχεία της εταιρίας που αποκτά. Οι εγγυήσεις ή άλλα έγραφα που εκδίδονται για εξαγορές επιχειρήσεων χάρη στην κατοχή δανειακών εγγυήσεων συνήθως δεν θεωρούνται επενδυτικού βαθμού, διότι περιλαμβάνουν μεγάλο ρίσκο.
[3] McKinsey Παγκόσμιο Ινστιτούτο, 2006.
[4] Τα παράγωγα είναι χρηματοπιστωτικά συμβόλαια, ή χρηματοπιστωτικά εργαλεία, η αξία των οποίων προέρχεται από την αξία κάτι διαφορετικού (που είναι γνωστό ως υπόθεμα). Το υπόθεμα πάνω στο οποίο βασίζεται ένα παράγωγο μπορεί να είναι ένα περιουσιακό στοιχείο (π.χ. εμπορεύματα, μετοχές, υποθήκες κατοικιών, εμπορικά ακίνητα, δάνεια, ομόλογα), ένας δείκτης (π.χ. επιτόκια, συναλλαγματικές ισοτιμίες, δείκτες χρηματιστηριακής αγοράς, δείκτες τιμών καταναλωτή (ΔΤΚ) - βλέπε παράγωγα πληθωρισμού), ή άλλα στοιχεία (π.χ. καιρικές συνθήκες, ή άλλα παράγωγα). Τα πιστωτικά παράγωγα βασίζονται σε δάνεια, ομόλογα ή άλλες μορφές πίστωσης. Οι κύριοι τύποι παραγώγων είναι τα προθεσμιακά συμβόλαια, συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης, τα δικαιώματα προτίμησης, και τα συμβόλαια ανταλλαγών.
[5] Chandrasekhar, 12 Ιουλίου 2007
[6] Η πολιτική του Ρέιγκαν εμπνεύστηκε από μονεταριστές σαν τον Milton Friedman, για τον οποίο η νομισματική ορθοδοξία είναι το πιο πολύτιμο αγαθό.
[7] Στη συνέχεια παρέμεινε σταθερό σε όλη τη δεκαετία του 90. Αυτή την εκτίμηση έκανε ο Henri Houben στη βάση του βιβλίου του Edward Wolff «The Increasing Inequality of Wealth in America» (Η αυξανόμενη ανισότητα του πλούτου στην Αμερική). Στο Βέλγιο αυτό το 1% εκτιμάται ότι κατέχει το 25% όλων των ιδιωτικών περιουσιών.
[8] ΑΕΠ (ακαθάριστο εγχώριο προϊόν) είναι η συνολική αξία όλων των τελικών αγαθών και υπηρεσιών που παράγονται σε μια συγκεκριμένη οικονομία σε ένα χρόνο.
[9] Η χρηματοπιστωτική μόχλευση (financial leverage) παίρνει τη μορφή δανείου (χρέους), τα έσοδα από το οποίο επενδύονται εκ νέου με στόχο την απόκτηση μεγαλύτερου ποσοστού κέρδους (return) από το κόστος του επιτοκίου.
[10] Β.Ι. Λένιν, «Ο ιμπεριαλισμός το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού», σελ. 46.
[11] Β.Ι. Λένιν, «Ο ιμπεριαλισμός το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού», σελ. 59.
[12] Βασικό επιτόκιο είναι ένα επιτόκιο αναφοράς που χρησιμοποιείται από τις τράπεζες. Ο όρος αρχικά αφορούσε τα επιτόκια με τα οποία οι τράπεζες δανείζαν τους επίλεκτους πελάτες τους.
[13] Φερεγγυότητα είναι η ικανότητα μιας οντότητας να πληρώνει τα χρέη της.
[14] Λέγονται SPVs (χρηματιστηριακά προϊόντα ειδικού τύπου).

ΝΕΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΒΑΘΜΟΥ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ Στήνει στο απόσπασμα ΑμΕΑ και χρονίως πάσχοντες



Ο νέος κανονισμός για την αναπηρία περιθωριοποεί πλήρως τους ανάπηρους
Χιλιάδες χρόνια πάσχοντες και άτομα με αναπηρία αποκλείει από επιδόματα, κοινωνικές παροχές και αναπηρικές συντάξεις ο νέος Κανονισμός Εκτίμησης Βαθμού Αναπηρίας (ΚΕΒΑ) που δημοσιεύτηκε μέσα στο μήνα Νοέμβρη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Σε γενικές γραμμές, ο νέος ΚΕΒΑ ρίχνει τη βάση σε 67% του ποσοστού αναπηρίας, μειώνει τα ποσοστά αναπηρίας κάτω από αυτή τη βάση ακόμα και για σοβαρές ασθένειες (π.χ. καρκινοπαθείς, αιματολογικές, νευρολογικές ασθένειες) με αποτέλεσμα να σφαγιάζονται κυριολεκτικά στοιχειώδεις και αναγκαίες παροχές σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ασφαλιστικά δικαιώματα, επιδόματα, φοροαπαλλαγές κ.λπ.
Ο νέος ΚΕΒΑ στέλνει ασθενείς και ανάπηρους ακόμη και στον τάφο.
  • Στα νοσήματα του νευρικού συστήματος εξαλείφεται η ιατρική πλευρά και εξετάζονται οι επιπτώσεις της νόσου ανάλογα με το πόσο «λειτουργικός» είναι ο ασθενής. Με μια ...μαθηματική εξίσωση υπολογίζεται το ποσοστό αναπηρίας με κριτήρια όπως αν ο κινητικά ανάπηρος μπορεί να φάει μόνος του, να ουρήσει, να πάρει τηλέφωνο, κ.ά. Οπως, επίσης, κριτήριο αποτελεί και το αν ο ανάπηρος μπορεί να παίρνει μόνος του τα φάρμακά του. Κι αν μπορεί, τι; Σημαίνει ότι έχει και τα χρήματα να τα αγοράζει αν τον αποκλείσουν από τη δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη λόγω ... μειωμένου ποσοστού αναπηρίας; Δηλαδή, ο νέος ΚΕΒΑ εξετάζει κυρίως πώς ο ανάπηρος - νοητικά και κινητικά - λειτουργεί στο σπίτι του και στο εξωτερικό περιβάλλον και όχι τι ανάγκες έχει για θεραπεία, φάρμακα, εξετάσεις, αν έχει δουλειά, αν μπορεί να πληρώνει νοίκι, φόρους, αν μπορεί να εργάζεται εφ' όρου ζωής.
  • Αλλο ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πόσο αδίσταχτος είναι ο ΚΕΒΑ είναι και αυτό των πασχόντων με οξεία λευχαιμία: Κατά τη διάγνωση της νόσου ο ασθενής παίρνει 80% ποσοστό αναπηρίας για ένα ως δύο χρόνια και στη συνέχεια πέφτει ακόμη και στο 20%. Να σημειωθεί ότι σε πολλές περιπτώσεις, όπως και στη λευχαιμία σε βαριά μορφή, δίνεται μεν ποσοστό 50% - 80%, όμως το 50% ως βάση δεν εξασφαλίζει σχεδόν καμία παροχή.
  • Πάσχοντες με βαρεία μορφή ομόζυγης β - μεσογειακής αναιμίας, με συχνές ανάγκες σε μεταγγίσεις αίματος: Βάση ποσοστού αναπηρίας ήταν το 67%. Τώρα το 67% γίνεται 50% ως βάση! Με ποσοστό αναπηρίας κάτω του 67% οι ανασφάλιστοι πάσχοντες χάνουν τη διά βίου δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη που είχαν και θα πρέπει να πληρώνουν χιλιάδες ευρώ το μήνα για τα απαραίτητα φάρμακα και τις μεταγγίσεις.
  • Μεταμοσχευμένοι Ηπατος, οι οποίοι πρέπει να λαμβάνουν συνεχώς θεραπεία ανοσοκαταστολής για την πρόληψη απόρριψης του μοσχεύματος: Από 80% που ήταν το ποσοστό αναπηρίας κατεβαίνει ακόμα και μέχρι το 10%! Κι ενώ αναφέρεται ξεκάθαρα ότι οι μεταμοσχευμένοι έχουν συνεχή ανάγκη από θεραπεία για να μην απορριφθεί το μόσχευμα, το ποσοστό αναπηρίας που δίνεται είναι 50% - 67% για ένα χρόνο και μετά πέφτει στο 10%, αν δεν υπάρχουν επιπλοκές στην αφομοίωση του μοσχεύματος.
  • Αιμορροφιλία (παθολογική διαταραχή της πήξης του αίματος): Αυτή η πάθηση προκαλεί σε πρώτο επίπεδο αιμορραγικά επεισόδια, τα οποία χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης με ειδική θεραπεία, ειδάλλως μπορεί να τεθεί σε κίνδυνο ακόμα και η ζωή του ασθενούς. Ο νέος ΚΕΒΑ κατεβάζει το ποσοστό για τη σοβαρή μορφή της νόσου από 67% και πάνω σε 50% - 67%. Στο μεταξύ, οι ασθενείς αυτοί αντιμετωπίζουν επίσης μία πλειάδα συνοδών παθολογικών προβλημάτων τα οποία πηγάζουν είτε από συνοδά νοσήματα - HIV, ηπατίτιδα C κ.ά. - οφειλόμενα στη χορήγηση παραγώγων αίματος, είτε από βιολογικές βλάβες με συνέπεια την καταστροφή των αρθρώσεων και την πρόκληση βαρύτατων αρθροπαθειών, έως και σημαντικές αναπηρίες. Μάλιστα, ο νέος ΚΕΒΑ φτάνει στο σημείο να κατεβάζει κάτω από το 67% αναπηρίας ακόμη και τους αιμορροφιλικούς οροθετικούς ασθενείς, οι οποίοι μολύνθηκαν από τον ιό ΗΙV, χωρίς να φέρουν απολύτως καμία ευθύνη.

Ε. Μ.

Οι ανύπαρκτοι



Παπαγεωργίου Βασίλης
Εφτασε ακριβώς στις οχτώ το πρωί στο Δημαρχείο, λίγο πριν ανοίξουν οι πόρτες για το κοινό. Είχε φάει ελαφρά το προηγούμενο βράδυ και πριν πέσει στο κρεβάτι είχε πάρει ένα ηρεμιστικό χάπι για να κατορθώσει να κοιμηθεί. Μπορεί να γελούσε και ο ίδιος με τη φοβία του, αλλά κάθε φορά που επρόκειτο ν' αντιμετωπίσει δημόσια υπηρεσία, τον έπιανε πανικός. Πετούσε κάτι φουσκάλες να, σε όλο του το σώμα, ξεραινόταν το στόμα του και μια πάχνη πυκνή έπεφτε μπροστά στα μάτια του. Ηταν σα να πήγαινε στον πόλεμο άοπλος να τα βάλει με έναν αόρατο εχθρό. Η γυναίκα του προσπάθησε και αυτή τη φορά να τον καθησυχάσει.
- Ελα, βρε Παντελή. Ενα πιστοποιητικό γέννησης είναι αυτό. Τι θα σου κάνουν πια; Τώρα μου είπαν πως έχουν απλοποιηθεί οι διαδικασίες.
- Ποτέ δεν ξέρεις.
- Τι δεν ξέρεις;
- Τι θα σκαρφιστούν να σου ζητήσουν. Πού θα σε στείλουν. Τι θα σε ρωτήσουν. Λίγα τράβηξα με το οικοπεδάκι που μας άφησε η θεία Φωτεινή, με τα στρατολογικά του Λευτέρη, με τα συνταξιοδοτικά μου; Ενα χρόνο τρεχάλες από τον Αννα στον Καϊάφα. Και τώρα θέλουν λέει πιστοποιητικό γέννησης για να δουλέψω νυχτοφύλακας στην παιδική κατασκήνωση της τράπεζας. Λες και δε γράφει η ταυτότητά μου πότε και πού γεννήθηκα.
- Ηρέμησε, Παντελή μου. Θα δεις. Αυτή τη φορά δε θα ταλαιπωρηθείς. Θέλεις να έρθω μαζί σου;
- Αυτό μας έλειπε. Να εκστρατεύσουμε οικογενειακώς για ένα πιστοποιητικό. Θα πάω μόνος μου και ο θεός βοηθός...
Εξω από το Δημαρχείο είχαν προφτάσει να κάνουν ουρά καμιά πενηνταριά άτομα. Θα είχαν έρθει από τα ξημερώματα. Στις οχτώ και τέταρτο οι πόρτες άνοιξαν και η ουρά όρμησε μέσα. Μαζί με κάμποσους άλλους ο Παντελής στήθηκε μπροστά στη θυρίδα δέκα και περίμενε. Ο υπάλληλος, ένας ψηλός, ξερακιανός, με βλέμμα γερακιού και χείλη λερωμένα ακόμα από τον πρωινό καφέ, τακτοποίησε κάτι ντοσιέ πάνω στο γραφείο του, ξεσκόνισε τα πλήκτρα του υπολογιστή, ήπιε ένα ροζ χάπι με λίγο νερό, σκουπίστηκε με μια χαρτοπετσέτα, καθαρίζοντας τα ίχνη του καφέ από το στόμα του και κάθισε στην καρέκλα του. Ο Παντελής ένιωσε τις φουσκάλες να μεγαλώνουν στην πλάτη του. Το καμπανάκι μέσα του τον προειδοποιούσε για κάποιον επικείμενο κίνδυνο. Μήπως είχε χαθεί η οικογενειακή του μερίδα; Μήπως στις εννιά ξεκινούσαν στάση εργασίας οι υπάλληλοι; Μήπως θα έβαζαν βόμβα στο γραφείο του προϊσταμένου; Μπορεί και να ξεσπούσε πυρκαγιά ή να του έλεγαν πως δεν ήταν κατάλληλα ντυμένος για την περίσταση. Τι ήθελε και φόραγε κόκκινη γραβάτα; Σε κάτι τέτοιες περιπτώσεις φοράει κανείς μια σοβαρή γραβάτα γκρι με μπλε ρίγες. Οχι γραβάτα με κόκκινες αγριοφράουλες.
Ο πρώτος μπροστά στη θυρίδα με την ένδειξη «ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ» συζητούσε ήδη με τον υπάλληλο. Πέρασαν δέκα λεπτά και συζητούσαν ακόμα, μισή ώρα και εξακολουθούσαν να τα λένε. «Θα βρεθήκανε συγγενείς» σκέφτηκε ο Παντελής και έσκυψε να δέσει τα κορδόνια του δεξιού του παπουτσιού που είχαν λυθεί. Οταν πέρασαν τρία τέταρτα και ο πρώτος δεν είχε φύγει ακόμα μπροστά από τη θυρίδα, ένα κύμα ανησυχίας διαπέρασε την ουρά.
- Μα τι γίνεται εκεί πέρα, τι κάνουν τόσην ώρα; μουρμούρισε ο μπροστινός του.
- Φαίνεται πως μεταφέρει τα χαρτιά του από άλλη πόλη, γι' αυτό αργεί.
- Αν πάμε έτσι δεν τελειώνουμε ούτε τ' απόγευμα.
- Για ένα πιστοποιητικό γέννησης...
- Γεννήσεως, τον διόρθωσε ο μπροστινός και γύρισε και τον κοίταξε επιτιμητικά.
- Μήπως πρόκειται για αλλοδαπό; συνέχισε ο Παντελής χωρίς να δώσει σημασία στη διόρθωση.
- Μπορεί. Αλλά τόση ώρα;...
Τελικά πάνω στην ώρα ακριβώς, ο πρώτος εγκατέλειψε τη θυρίδα και έκανε να φύγει. Οι τελευταίοι στη σειρά του έκοψαν το δρόμο.
- Ελληνας είστε;
- Μάλιστα.
- Γιατί σας άργησαν τόσο;
- Δε με άργησαν. Με κατάργησαν...
- Τι θέλετε να πείτε;
Ο άλλος έσκυψε προς το μέρος τους και με ύφος συνωμοτικό ψιθύρισε:
- Δεν ξέρω για σας, κύριοι, αλλά εγώ ως πολίτης αυτής της χώρας είμαι ανύπαρκτος. Ενα ον χωρίς παρελθόν και με αβέβαιο μέλλον...
- Μα, τι μας λέτε τώρα;
-... και πολύ φοβάμαι πως δεν είμαι το μόνο φάντασμα που κυκλοφορεί εδώ μέσα. Οι περισσότεροι από σας έχουν επίσης χάσει προ πολλού την ιδιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης. Σίγουρα την έχουν χάσει...
- Μάλλον κάποιος άλλος τα έχει χαμένα, γέλασαν όλοι και του έκαναν τόπο να περάσει.
Εκείνος γύρισε και τους κοίταξε με το ύφος που αποχαιρετάει κανείς τους μελλοθάνατους.
- θα έρθει και η δική σας η σειρά. Θα δείτε...
Ο Παντελής έκανε έτσι και είδε πως οι φουσκάλες είχαν απλωθεί τώρα και στα δυο του χέρια. Σε λίγο θα γέμιζαν το λαιμό, τα μάγουλά του, θα του έκλειναν τα βλέφαρα. Κάτι δεν πήγαινε καλά εκεί μπροστά. Το διαισθανόταν. Κάτι παράξενο έπρεπε να συμβαίνει. Ο άνθρωπος που μόλις είχε φύγει τρέχοντας, έδειχνε τρομοκρατημένος. Τον θυμόταν έξω από το Δημαρχείο, πριν ανοίξουν οι πόρτες. Ηταν ο μόνος που είχε κέφια πρωινιάτικα, με το καλαμπούρι του, χαμογελαστός, σαν την καλή χαρά. Τι είχε πάθει ξαφνικά μπροστά στη θυρίδα; Κι αν αυτό που είχε πάθει εκείνος, το πάθαινε κι αυτός μόλις έφτανε η σειρά του; Του ήρθε να το βάλει στα πόδια. Αλλά πάλι, που να πάρει η ευχή, τη χρειαζόταν εκείνη τη δουλίτσα. Επρεπε να έχει το πιστοποιητικό.
Ο δεύτερος της σειράς είχε πλησιάσει τη θυρίδα. Κατά περίεργο τρόπο τέλειωσε σε πέντε λεπτά.
- Θα σας στείλω το χαρτί στο τμήμα, κύριε διοικητά, του φώναξε ο υπάλληλος, καθώς εκείνος απομακρυνόταν.
Ο τρίτος της σειράς, ένας γεροδεμένος νεαρός, με λακαρισμένο μαλλί και διπλό σκουλαρίκι στο αριστερό του αυτί, όρμησε στη θυρίδα. Κάτι πήγε να φωνάξει σε λίγο «είστε τρελοί για δέσιμο» ή κάτι τέτοιο, αλλά απότομα σώπασε και έμεινε εκεί περίπου μια ώρα ακόμα να κουβεντιάζει με τον υπάλληλο. Οταν τελείωσε, οι άλλοι πέσανε πάνω του.
- Συμβαίνει τίποτα με τα χαρτιά μας; Χάθηκε το αρχείο; Τι γίνεται, ρε φίλε;
- Μας πιάσανε στον ύπνο, είπε μόνο ο νεαρός και το 'βαλε στα πόδια.
Εκεί κατά τη μία ήρθε και η σειρά του Παντελή. Είχε προσπαθήσει, όταν έφτασε κοντά στη θυρίδα, να καταλάβει τι γίνεται, αλλά στάθηκε αδύνατο. Υπήρχε ένα κλειστό κύκλωμα ενδοεπικοινωνίας ανάμεσα στον υπάλληλο και τον πολίτη, οι τρίτοι ήταν αδύνατο να ακούσουν τι έλεγαν. Το μόνο που του απέμενε ήταν να παρατηρεί το πρόσωπο του άλλου μπροστά του. Τέλειο ουράνιο τόξο. Κάθε δευτερόλεπτο άλλαζε χρώμα, κάποια στιγμή μάλιστα του φάνηκε πως είχε συγχρόνως δέκα χρώματα.
Οταν επιτέλους ήρθε και η δική του σειρά, κατάλαβε το γιατί. Ο υπάλληλος πολύ ευγενικά και ενώ έτρωγε το τελευταίο κομμάτι από την τυρόπιτα ταψιού που μόλις του είχε σερβίρει ο καφετζής, πήρε με το ελεύθερο χέρι του την αίτηση του Παντελή, υπογράμμισε κάποια στοιχεία και τα πέρασε στον υπολογιστή. Αμέσως στην οθόνη άρχισε να ξεχύνεται ένας χείμαρρος από πληροφορίες σχετικές με τη ζωή και τις δραστηριότητες του Παντελή. Τις ιδιαίτερες προτιμήσεις του, τις διατροφικές του συνήθειες, την επαγγελματική του εξέλιξη, τις σεξουαλικές του επιδόσεις, τις αδυναμίες του, τις κρυφές του επιθυμίες, την κατάσταση της υγείας του.
Ο Παντελής κατάλαβε πως οι φουσκάλες είχαν σκαρφαλώσει πια στο κεφάλι του και στόλιζαν θριαμβευτικά τη φαλάκρα του. Πέρασε αμήχανος το χέρι του στο μέτωπό του. Είχε γεμίσει κι εκεί τεράστιες υγρές φουσκάλες. Μάζεψε όλο του το κουράγιο και προσπάθησε να κάνει χιούμορ
- Την αλλεργία μου για τις δημόσιες υπηρεσίες την καταγράφει ο υπολογιστή σας;
- Βεβαίως, κύριε. Αλλωστε είναι εγγεγραμμένη στο DNA σας, το οποίο έχει αναλύσει επίσης ο υπολογιστής.
- Θα πρέπει δηλαδή να ξέρετε πως είμαι δυσκοίλιος και πως ο παππούς μου πέθανε σε ηλικία 98 χρόνων.
- Ολα τα ξέρουμε, κύριε. Θα σας παρακαλούσα μόνο να επιβεβαιώσετε με την υπογραφή σας το ακριβές των προσωπικών σας δεδομένων, έτσι όπως αυτά αναγράφονται στην οθόνη του υπολογιστή. Θα σας δώσω και ένα αντίγραφο της έκθεσης σε περίπτωση που θα θελήσετε μελλοντικώς να βελτιώσετε την εικόνα σας.
- Συγνώμην. Από πότε άλλαξε το σύστημα και επιτέλους ποιος το άλλαξε; Δε θυμάμαι να ψηφίστηκε κάποιος σχετικός νόμος που να επιτρέπει σε οποιαδήποτε υπηρεσία να συγκεντρώνει και να αρχειοθετεί πληροφορίες για τους πολίτες. Με ποιο δικαίωμα...
- Αγαπητέ κύριε, μη τα βάζετε μαζί μας. Ούτε και μεις μπορούμε να σας πούμε ποιος και γιατί θέσπισε αυτόν το νόμο. Αμφιβάλλω μάλιστα αν είναι νόμος εθνικός ή και επίγειος καν. Κάποιο ωραίο πρωί μας είπαν πως μόνο με αυτόν τον τρόπο θα χορηγούμε εφεξής πιστοποιητικά γεννήσεως.
- Καλά. Και από πότε λειτουργεί αυτό το σύστημα!
- Εδώ και ένα χρόνο τουλάχιστον.
- Και δε βρέθηκε κάποιος να διαμαρτυρηθεί; Να καταγγείλει το σκάνδαλο; Δεν ήρθαν εδώ οι τηλεοράσεις, οι εφημερίδες... σιωπή;
- Οσοι ευνοούνται από το σύστημα δεν έχουν κανένα λόγο, όπως καταλαβαίνετε, να το καταγγείλουν. Οι άλλοι δεν μπορούν. Γιατί παρ' όλα αυτά ο νόμος είναι απολύτως συμβατός με τη λογική και το δίκαιο. Ελέγξτε, σας παρακαλώ τα στοιχεία που σας αφορούν και θα καταλάβετε.
Εκανε αυτό που του ζητούσε ο υπάλληλος. Μερικά πράγματα ούτε που τα θυμόταν πια. Τι νυφικό φορούσε η γυναίκα του στους γάμους τους, πότε είχε αφαιρέσει τις αμυγδαλές του.
Τέλειωσε το διάβασμα μετά από μία ώρα. Τελικώς παραδέχτηκε πως είχε περάσει μάλλον μια άχρωμη ζωή, αν εξαιρούσε κάποιους καυγάδες με τον άντρα της κόρης του και δυο γερά μεθύσια που είχε κάνει φαντάρος στην Κόρινθο.
Από καιρό σε καιρό κάποια Μαίρη διέτρεχε την οθόνη, με διαφορετικό κάθε φορά πρόσωπο, αλλά το ίδιο χαμόγελο. Ετσι, χωρίς άλλα στοιχεία, όνομα, ηλικία, επάγγελμα, ο υπολογιστής δεν ανέφερε πότε πριν την είχε συναντήσει, τις της είχε βρει, αν τελικά είχαν κάνει έρωτα, πώς χάθηκαν, την είχε άραγε στ' αλήθεια γνωρίσει, όνειρο ήταν, ο υπολογιστής δεν μπορούσε να δώσει απάντηση, ούτε ο ίδιος ο Παντελής.
- Πού να υπογράψω; είπε στον υπάλληλο, όταν τέλειωσε το κατεβατό.
- Εδώ.
- Και πότε να περάσω να πάρω το πιστοποιητικό γέννησης;
- Γεννήσεως, τον διόρθωσε ο υπάλληλος.
- Πότε;
- Δυστυχώς, αγαπητέ κύριε, δεν μπορούμε να σας δώσουμε πιστοποιητικό γεννήσεως. Προς το παρόν τουλάχιστον.
Οι φουσκάλες θα έπρεπε να είχαν πλημμυρίσει και το εσωτερικό των ματιών του, γιατί δεν έβλεπε πια καθόλου. Εκανε μια προσπάθεια να βγάλει την ταυτότητά του από το πορτοφόλι του.
- Μα τι λέτε, κύριε; Ορίστε. Εδώ αναφέρεται πως έχω γεννηθεί στις 23 Αυγούστου του 1945. Για να το γράφει, θα πει πως προσκόμισα πιστοποιητικό γέννησ... γεννήσεως.
- Τι να σας κάνω, κύριε; Μόλις διαβάσατε το κείμενο με τα προσωπικά σας δεδομένα. Ο νέος νόμος είναι σαφής. Πιστοποιητικό γεννήσεως δίνουμε πλέον μόνο σε όσους μπορούν να αποδείξουν πως είχαν σοβαρό λόγο, για να γεννηθούν. Και εσείς, όπως πολύ καλά γνωρίζετε, παρόμοιο λόγο δε διαθέτετε. Ισως στο μέλλον...
Ο Παντελής δεν άκουγε πια. Οι φουσκάλες είχαν σπάσει και νερό ανάμεικτο με αίμα έτρεχε από τ' αυτιά του.
- Είμαι αθώος, ψιθύρισε.
- Ο επόμενος, παρακαλώ, φώναξε ο υπάλληλος, χωρίς να του δώσει σημασία.

Της
Σοφίας ΜΑΛΤΕΖΟΥ

Οι πολιτευτές



Γρηγοριάδης Κώστας
Ο Χρήστος πήγαινε στο γυμνάσιο της διπλανής πόλης. Κάθε μέρα γινόταν αυτό, με τα πόδια, μαζί με άλλους συμμαθητές του, χωριανούς, και το μεσημέρι γύριζαν στο χωριό. Πέντε χιλιόμετρα ήταν η απόσταση. Πολλές φορές ήταν τυχεροί. Ανέβαιναν σε κανένα κάρο, σε κανένα φορτηγό και αν κονομούσαν κανένα ποδήλατο ήταν της μόδας, αλλά λίγοι τα είχαν αυτοί που ήταν εύποροι και δεν σου τα δάνειζαν βεβαίως, εκτός κι αν ήταν συγγενείς που τα είχες καλά μαζί τους.
Στην πόλη είχε κι έναν θείο, αδερφό της μάνας του, που ήταν γιατρός και βουλευτής του Νομού, παρακαλώ.
Του έλεγε η μάνα του «τράβα ρε παιδάκι μου να τον δεις, μπορεί κάπου να σε βοηθήσει, να σε φιλοξενήσει ένα βράδυ, που έρεψες στον ποδαρόδρομο».
Ο Χρήστος δεν έδινε σημασία. Είχε μπάρμπα βουλευτή και κάτι τρέχει στα γύφτικα. Δεν ήθελε υποχρεώσεις, ντρεπόταν κιόλας που ήταν ένα μυξιάρικο με τριμμένα ντρίλινα ρούχα και ξεσολιασμένα παπούτσια.
Τέλος πάντων, από τα πολλά και για να γλιτώσει από την καθημερινή γκρίνια της μάνας του, που τον είχε πρήξει, αποφάσισε να πάει στο γραφείο του. Ηταν προεκλογική περίοδος και είχε αμφιβολίες ότι θα τον έβρισκε. Για ν' απαλλάξει την συνείδησή του από το βάρος και να ησυχάσει, πήγε ευχόμενος να έλειπε και να έδινε τέλος στην γκρίνια ότι δεν πήγε, να έχει και το επάνω χέρι ότι, εγώ έκανα το καθήκον μου, αλλά δεν τον βρήκα.
Οταν σχόλασε πήγε στο γραφείο και ο ιδιαίτερος του είπε ότι έλειπε, αλλά θα ερχόταν σε κανένα μισάωρο. Αυτό του το είπε εμπιστευτικά, να μην ακούσουν οι άλλοι και τον ζαλίζουν. Αναγκαστικά έπιασε μια καρέκλα και χάζευε τον κόσμο που μπαινόβγαινε στο γραφείο του ιδιαίτερου. Απέναντί του μια όμορφη κοπέλα που τη σαλιάριζαν όλοι οι άντρες έκανε τη γραμματέα. Θα πέρασαν μέσα στο γραφείο και πενήντα άτομα όσο περίμενε. Είχε περάσει πάνω από μιάμιση ώρα και ο θείος δεν είχε φανεί. Η γραμματέας έγραφε σ' ένα μεγάλο βιβλίο, τεράστιο ήταν, ό,τι της έλεγε ο ιδιαίτερος.
«Εσείς θέλετε να διορίσετε το κορίτσι σας στο Δημόσιο».
«Μάλιστα, κύριε Περικλή».
«Γράψε Βιβή τα στοιχεία του κυρίου και τι θέλει να του κάνουμε».
Εφευγε αυτός, περνούσε μέσα ο επόμενος.
«Καλώς τον κύριο Θανάση. Σας ακούω».
«Πολλούς χαιρετισμούς στον Βουλευτή μας, αφού λείπει να του το μεταβιβάσετε εσείς».
«Τι σας απασχολεί;».
«Για εκείνο το δάνειο να του πεις, γιατί το ξέχασε τόσο καιρό».
«Μάλιστα. Μην ανησυχείτε, θα επιμεληθώ προσωπικώς, κύριε Θανάση. Θα γίνει. Αλλωστε, εσείς είστε φίλος μας και μας φέρνετε και είκοσι τόσες ψήφους. Να φύγετε ήσυχος, το πρόβλημά σας από αυτή τη στιγμή είναι λυμένο. Να πάτε στο καλό. Θα σας ειδοποιήσω προσωπικώς».
Ο κυρ - Θανάσης τον αποχαιρέτησε ευχαριστημένος και ευχήθηκε με τη νίκη.
«Στη συγκέντρωση του Σαββάτου θα είμαι από τους πρώτους. Τα σέβη μου στο Βουλευτή μας. Με τη νίκη».
Αποχώρησε μ' ένα πλατύ χαμόγελο όσο μια απλάδα.
Ο επόμενος, φώναξε η Βιβή, που δεν προλάβαινε να τεντώσει τα δάχτυλά της, που είχαν πάθει αγκύλωση. Ο ένας πίσω από τον άλλο έμπαιναν, τα έλεγαν κι έφευγαν ευχαριστημένοι. Κανέναν δεν είδε ο Χρήστος να φεύγει λυπημένος. Η γραμματέας έγραφε κι έγραφε ό,τι ζητούσε ο καθένας. Κάποια φορά τέλειωσαν κι ο ιδιαίτερος ευχαριστημένος πλησίασε τον Χρήστο που είχε απελπιστεί και καθόταν σκεφτικός.
«Πάει και η σημερινή ημέρα», είπε ο έμπιστος του θείου του, που τον είχε χρόνια στο γραφείο, δεξί του χέρι. «Αύριο πάλι. Καλά πάμε, από πελατεία, δόξα τω Θεώ. Τον αγαπάει ο κόσμος τον θείο σου, τον έχει για σωτήρα του αλλά κι αυτός τους εξυπηρετεί. Γι' αυτό και τον βγάζει μόνιμα Βουλευτή».
«Πότε θα έρθει;» είπε ο Χρήστος.
«Βαρέθηκες, ε; Κάνε υπομονή, θα έρθει. Τιμή σου που έχεις θείο Βουλευτή. Το μέλλον σου το έχεις από τώρα εξασφαλισμένο».
Το τηλέφωνο χτύπησε δαιμονισμένα. Ο ιδιαίτερος έτρεξε και το σήκωσε. Ηταν ο θείος. Τού είπε ότι τον περίμενε ο ανιψιός του τόση ώρα κι απ' ό,τι κατάλαβε ο Χρήστος θα ερχόταν σε λίγα λεπτά.
Ηρθε επιτέλους ο θείος και τον αγκάλιασε πραγματικά με πολλή στοργή. Για να μην πολυλογούμε τον πήρε στο σπίτι να τού κάνει το τραπέζι. «Μην σε νοιάζει ανιψιέ. Το βραδάκι θα σε πάει ο σωφέρ μου στο χωριό. Πάμε να σε δει και η θειά σου, που έχει χρόνια να δει τι λεβέντη ανιψιό έχω».
Ο Χρήστος στρογγυλοκάθισε δίπλα στο θείο του, στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου σαν πασάς στα Γιάννενα και πήγαν στο σπίτι. Ντρεπόταν κιόλας, καμάρωνε όμως, ένιωθε ότι ήταν κάτι, ότι είχε κι αυτός εξουσία. Ε! ρε τι σου είναι οι Ελληνες, σκέφτηκε.
Στο σπίτι, η υπηρέτρια έστρωσε το τραπέζι με όλα τα καλά. Του βάλανε και άσπρη πετσέτα στο λαιμό που του θύμιζε την σαλιάρα όταν ήταν μικρός για να μην λερωθεί, όπως του είπαν. Κύριος ο Χρήστος. Μόνο που δεν ήξερε με ποιο χέρι πιάνουν το πηρούνι και με ποιο το μαχαίρι. Πονηρός όμως τούς κρυφοκοίταζε και ό,τι έκαναν αυτοί το έκανε κι αυτός.
Επειτα από το φαγητό που ήταν κρέας με πατάτες στο φούρνο, έφεραν γλυκό και τι γλυκό, γαλακτομπούρεκο που τού άρεσε. Τρίτη φορά ήταν που έτρωγε στη ζωή του. Μάλιστα δεν θυμόταν και πώς το έλεγαν.
Ακολούθησε ο καφές, ήπιε μια - δυο γουλιές ο Χρήστος γιατί επέμενε ο θείος, ενώ η θεία έλεγε όταν ήταν μικρός και δεν έκανε να μάθει στους καφέδες. Ο θείος άναψε κι ένα πούρο μισό μέτρο, δεν μπορούσε ακόμη ο Χρήστος να υπολογίσει, ίσως σκεφτόταν υπερβολικά και βρώμισε η ατμόσφαιρα. Επιασαν έπειτα την κουβέντα και ο θείος τον ρώταγε για το σχολείο, τους καθηγητές, αν ήταν καλοί και αν τον πρόσεχαν, για τους γονείς του, τα χτήματα, τους χωριανούς.
«Θα έρθω την άλλη εβδομάδα στο χωριό για να εκφωνήσω και λόγο και θα δω τους γονείς σου. Ανιψιέ μην σε νοιάζει για τίποτα, εγώ είμαι εδώ! Το μόνο που έχεις εσύ να κάνεις είναι να διαβάζεις, τίποτε άλλο».
«Θείε», είπε ο Χρήστος, «όσο ήμουνα στο γραφείο και σε περίμενα δημιούργησα μέσα μου κάποιες απορίες. Ντρέπομαι να στο πω αλλά να, είμαι περίεργος να μάθω».
«Μίλα ελεύθερα, ανιψιέ, δεν υπάρχει ντροπή».
«Να! σε όλους αυτούς που ζητούσαν να τους κάνεις κάτι και το σημείωνε η Βιβή στο βιβλίο θα τους το κάνεις;».
Ο θείος έβαλε τα γέλια.
«Δεν είναι δυνατόν σε όλους, ρε κουτέ ανιψιέ».
«Μα τότε δεν θα ξαναβγείς Βουλευτής. Θα χάσεις ψήφους όταν τους δυσαρεστήσεις».
«Κοίταξε να δεις, ανιψιέ. Πρώτα θα φροντίσω αυτούς που δίνουν τις περισσότερες ψήφους. Στη συνέχεια, όσους μπορέσω θα βολέψω. Πρώτα φυσικά τους φίλους, τους συγγενείς, τους κολλητούς μου εν ολίγοις, τους πιο άγριους και κολιτσίδες. Τι να κάνουμε, όλους δεν γίνεται να τους εξυπηρετήσω».
«Μα έτσι θα κινδυνέψεις να μη βγεις βουλευτής».
«Θα βγω πάλι, μην ανησυχείς. Ανιψιέ δεν ξέρεις εσύ από αυτά. Αυτοί που θα φύγουνε δυσαρεστημένοι από εμένα θα πάνε στον άλλο συνάδελφο Βουλευτή και αυτουνού οι δυσαρεστημένοι θα έρθουν σε μένα. Ετσι θα υπάρχει πάντα μια ισορροπία. Στο τέλος και οι δύο πάντα θα βγαίνουμε Βουλευτές!».

ΕΤΑΙΡΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ Στρατηγική της, η ένταση της εκμετάλλευσης και καθυπόταξη των εργαζόμενων γυναικών



Η εργατική δύναμη της γυναίκας είναι μια σημαντική πηγή άντλησης υπεραξίας για τον καπιταλιστή αφού από τα μειωμένα εργασιακά και ασφαλιστικά της δικαιώματα απομυζά μεγαλύτερη υπεραξία άρα και μεγαλύτερο κέρδος
Παρατηρώντας τη δραστηριότητα των μεγάλων καπιταλιστικών επιχειρήσεων στον τομέα της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης με μια πρώτη ματιά προκύπτει εύλογα το ερώτημα: «Πώς είναι δυνατόν οι αχόρταγοι για κέρδη μονοπωλιακοί όμιλοι να διαθέτουν χρηματικά ποσά για τις φτωχές οικογένειες και τα άπορα παιδιά, να λειτουργούν κοινωνικά παντοπωλεία, να ανακαινίζουν νηπιαγωγεία, να δείχνουν ενδιαφέρον για τα σύγχρονα προβλήματα της εργαζόμενης γυναίκας και το συγκερασμό της επαγγελματικής και της προσωπικής της ζωής;».
Μήπως έχει δίκιο ο πρόεδρος της επιτροπής Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης (ΕΚΕ) του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου που είπε πως «οι επιχειρήσεις μέσα στην οικονομική κρίση θα προστατεύσουν την κοινωνία που τις προτιμά και τις υποστηρίζει, αλλά και το περιβάλλον στο οποίο δραστηριοποιούνται;1
Δεν είναι άλλωστε οι ίδιοι οι μονοπωλιακοί όμιλοι που μέσα από την ολοένα μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης, την ολοένα ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, την καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων και τη ραγδαία αύξηση της ανεργίας, την εξάπλωση της φτώχειας και της εξαθλίωσης σε μεγαλύτερα τμήματα του εργαζόμενου πληθυσμού, απομυζούν με μανία και ιδιοποιούνται τον πλούτο της κοινωνίας, αντλώντας αμύθητα κέρδη ακόμα και σε περιόδους κρίσης; Μήπως τελικά έχουν ευαισθησίες και ηθική;

Ακόμα και αν τα κίνητρά τους δεν είναι καλοπροαίρετα, μήπως τελικά κάτι καλό μένει σαν αποτέλεσμα των φιλάνθρωπων πράξεών τους και πρέπει να αρκεστούμε σε αυτό το γεγονός; Μήπως υπάρχουν πλευρές της δράσης μιας επιχείρησης που δε θίγουν τους εργάτες και είναι αδιάφορες, ουδέτερες και ανεξάρτητες από την αντίθεση των συμφερόντων τους;
Στόχος το κέρδος
Πριν ξεκινήσουμε να δίνουμε απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα ας δούμε πώς τα ίδια τα επιτελεία των κεφαλαιοκρατών τοποθετούνται και χαράζουν τους στόχους τους στο όνομα της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση αναφέρει την Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη (ακριβέστερη έννοια του όρου είναι υπευθυνότητα) σαν μια έννοια σύμφωνα με την οποία οι εταιρείες ενσωματώνουν σε εθελοντική βάση κοινωνικές και περιβαλλοντικές δράσεις στις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες και στις επαφές τους με άλλα ενδιαφερόμενα μέρη. Οι δράσεις αυτές είναι εθελοντικές και πέρα από τις (ελάχιστες) νομικές, κανονιστικές ή θεσμικές υποχρεώσεις για συμμόρφωση που τις βαρύνουν. Η ανταπόδοση συνίσταται στο ότι οι ενέργειες των επιχειρήσεων που αποσκοπούν στην αντιμετώπιση περιβαλλοντικών ζητημάτων δημιουργούν καλή φήμη, αναγνωρισιμότητα και, τελικά, κέρδη2.
Από το παραπάνω απόσπασμα γίνεται με μια πρώτη ματιά εμφανές πως δεν προκύπτει μια ηθική και ευαισθησία των επιχειρήσεων που υπάρχουν έμφυτες σε αυτές, αλλά αυτές οι έννοιες εισάγονται από έξω, αφού γίνεται λόγος για δράσεις που εθελοντικά μπορούν να υιοθετηθούν. Επίσης, δεν επιβάλλεται η εφαρμογή αυτών των δράσεων στις επιχειρήσεις με κάποιο νόμο. Ωστόσο, είναι στη στρατηγική της ΕΕ και των εθνικών κυβερνήσεων να προωθούν, να ελέγχουν και να αναπροσαρμόζουν συστηματικά την πολιτική τους για την ΕΚΕ καθώς θεωρείται πως συμβάλλει σημαντικά στην προώθηση της ανταγωνιστικότητας της καπιταλιστικής οικονομίας και των στόχων της ΕΕ. Από το παραπάνω απόσπασμα προκύπτει επίσης πως σκοπός της ΕΚΕ δεν είναι τίποτα άλλο παρά μόνο το κέρδος (και δε θα μπορούσε να είναι αλλιώς) μέσω της φήμης και της αναγνωρισιμότητας. Με άλλα λόγια, η πολυδιαφημιζόμενη ΕΚΕ, η γεμάτη ευαισθησία και συμπόνια φιλανθρωπία των καπιταλιστών δεν είναι τίποτα άλλο παρά επιχειρηματικές δραστηριότητες, ενταγμένες στη στρατηγική της καπιταλιστικής επιχείρησης με σκοπό το κέρδος.
Δεν είναι τυχαίο πως στην εκφρασμένη αγωνία για την παραπέρα ενίσχυση της ΕΚΕ εν μέσω οικονομικής κρίσης και μειωμένης αντοχής των επιχειρήσεων να αντεπεξέλθουν σ' αυτή οι ίδιοι οι επιχειρηματίες απαντάνε πως η «κοινωνική υπευθυνότητα» αποτελεί μακροπρόθεσμη επένδυση και όχι περιττή πολυτέλεια με στόχο το συγκυριακό κέρδος3.
Επίσης, πρέπει να προσθέσουμε πως τα χρηματικά ποσά που επενδύονται στην ΕΚΕ είναι αμελητέα μπροστά στα οικονομικά μεγέθη αυτών των επιχειρήσεων4.
Αυτού του είδους η επένδυση είναι μια περιορισμένη πλευρά μιας πολύμορφης δραστηριότητας του κεφαλαίου σε παγκόσμιο επίπεδο που απλώνεται σε διάφορες χώρες, που η «φιλανθρωπία» και η «κοινωνική ευαισθησία» γίνεται το περίβλημα μιας αναπτυσσόμενης παγκόσμιας βιομηχανίας, σε αλληλοσύνδεση με τη λεγόμενη κοινωνική οικονομία. Είναι μια μορφή άμεσης και κατευθείαν τοποθέτησης κεφαλαίων σε τομείς που δεν καλύπτονται ή καλύπτονται περιορισμένα από τον κρατικό τομέα, ή που έχουν αυξημένο ρίσκο και το αναλαμβάνουν οι επιχειρήσεις για να ανακαλύψουν νέες «πρωτοπόρες» λύσεις, οι οποίες θα μπορούν να υιοθετηθούν σε μεγαλύτερη κλίμακα5. Δίνουμε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ως προς αυτό. Απ' το Ιδρυμα Γκέιτς δόθηκαν 7,5 εκατομμύρια δολάρια σε έναν άλλο αμερικανικό μη κερδοσκοπικό Οργανισμό, τον TechnoServe, για να εκπαιδεύσει αγρότες που παράγουν μάνγκο και άλλα φρούτα στην Ουγκάντα και την Κένυα, ώστε να βελτιώσουν την ποιότητα και ν' αυξήσουν την παραγωγή τους, την οποία όμως θα πρέπει να πουλούν σε εταιρεία στην οποία έχει επενδύσει το Ιδρυμα Γκέιτς. Θα δοθούν χρήματα και στους αγρότες, αλλά με τη μορφή δανείου. Δηλαδή, και κέρδη για εταιρεία του Γκέιτς και μόνιμη εξάρτηση των αγροτών από τις τράπεζες. Δεν είναι καθόλου υπερβολή ότι χρέος στις τράπεζες είναι μια σύγχρονη μορφή της δουλείας. Με άλλα λόγια, το κεφάλαιο αναζητά νέα πεδία δράσης, από την «πράσινη ανάπτυξη» και την «αειφορία», ως την «κοινωνική οικονομία» και τις δήθεν μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα επιχειρήσεις για να απομυζήσει κέρδη, να εξασφαλίσει τη διευρυμένη αναπαραγωγή του.
Και χειραγώγηση εργαζομένων και εκτόνωση των αγωνιστικών διαθέσεων
Αν θέλαμε να προσθέσουμε άλλη μια πλευρά θα λέγαμε πως η ΕΚΕ έχει εξελιχθεί σε αναγκαίο όρο χειραγώγησης των εργατικών και λαϊκών μαζών από την πλευρά του κεφαλαίου και εν μέσω κρίσης παίζει ακόμα πιο σημαντικό ρόλο ως προς αυτό. Είναι χαρακτηριστικά τα παρακάτω λόγια μέλους του ΔΣ του Ινστιτούτου Εταιρικής Ευθύνης: «Τα τελευταία δύο χρόνια ολόκληρος ο κόσμος αντιμετωπίζει βαθιά οικονομική κρίση. Ιδιαίτερα η χώρα μας διανύει τη χειρότερη και δυσκολότερη κρίση της πρόσφατης ιστορίας της(...) Μια τέτοια κατάσταση αναπόφευκτα επιφέρει σοβαρότατες επιπτώσεις και στον κόσμο των επιχειρήσεων. Πιο συγκεκριμένα, σε περιόδους κρίσης όλοι οι εταιρικοί δείκτες πέφτουν. Η εμπιστοσύνη του κοινού στον τρόπο λειτουργίας των επιχειρήσεων και των θεσμών κλονίζεται. Η εικόνα των επιχειρήσεων επιδεινώνεται, καθώς όλο και περισσότερες τείνουν να θεωρούνται αμείλικτες και ανεύθυνες»6.
Η πρόσφατη απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη νέα ευρωπαϊκή πολιτική για την ΕΚΕ τονίζει πως ένας από τους 8 τομείς του προγράμματος δράσης για την περίοδο 2011 - 2014 είναι η «βελτίωση και παρακολούθηση των επιπέδων της εμπιστοσύνης προς τις επιχειρήσεις: Η Επιτροπή θα προωθήσει έναν δημόσιο διάλογο σχετικά με το ρόλο και τις δυνατότητες των επιχειρήσεων και θα οργανώσει έρευνες, σχετικά με την εμπιστοσύνη των πολιτών προς τις επιχειρήσεις»7.
Είναι ολοφάνερο πως τα αστικά επιτελεία δεν μένουν αδιάφορα στις επιπτώσεις που έχει η οικονομική καπιταλιστική κρίση και στις συνέπειες που αυτή επιφέρει στη ζωή εκατομμυρίων εργατριών και εργατών, των λαϊκών στρωμάτων. Προετοιμάζονται εντατικά μπροστά στο ενδεχόμενο μετατροπής της αγανάκτησης που συσσωρεύεται σε πολιτική, συνειδητή και οργανωμένη λαϊκή δράση με στόχο τα μονοπώλια και την εξουσία τους. Ο κλυδωνισμός της εμπιστοσύνης του λαού προς τα μονοπώλια και τα κόμματα που τα υπηρετούν, είναι γι' αυτούς σοβαρό πρόβλημα, είναι αυτό που τρέμουν, που προσπαθούν με κάθε μέσο να αποφύγουν, αξιοποιώντας κάθε διαχειριστική αστική και οπορτουνιστική πολιτική πρόταση, που συσκοτίζει το ρόλο των μονοπωλίων, τους δημιουργεί ένα κοινωνικό προφίλ, που τα θέτει εκτός πλάνου στη δράση του λαού.
Το «κοινωνικό παντοπωλείο» για απόρους που λειτουργεί η «Καρφούρ», η ενίσχυση άπορων και ορφανών παιδιών από την Τράπεζα Πειραιώς, τα προγράμματα δωρεάν χορήγησης πετρελαίου θέρμανσης από τα «Ελληνικά Πετρέλαια» σε άπορες οικογένειες στο Θριάσιο, η ενίσχυση αθλητικών συλλόγων της γειτονιάς από τη «Μαρφίν», το σύμφωνο συνεργασίας του υπουργείου Εργασίας και του Ελληνικού Δικτύου για την ΕΚΕ για την καταπολέμηση της ακραίας παιδικής φτώχειας και την ένταξη νέων στην αγορά εργασίας, είναι μερικά παραδείγματα για το πώς εννοούν την κοινωνική πολιτική οι κεφαλαιοκράτες. Με αυτήν απλώς ορίζουν τη γραμμή της ακραίας φτώχειας και εξαθλίωσης, που κάτω από αυτή δεν υπάρχει ζωή για την εργατική τάξη. Διαπαιδαγωγούν την εργατική τάξη να κάνει έκπτωση από τις σύγχρονες ανάγκες της, να αντιμετωπίζει την ακραία φτώχεια ως αναπόφευκτη δυστυχία, που χρήζει μόνο φιλανθρωπίας και όχι βέβαια ριζικής αντιμετώπισης. Καλλιεργούν, δηλαδή, την ανοχή στη φτώχεια, τη συνεχή μείωση των προσδοκιών και των απαιτήσεων στη ζωή των λαϊκών οικογενειών.
Ετσι, από τη μία οι πολυεθνικές δημιουργούν τις συνθήκες για να χειροτερεύουν συνεχώς οι όροι ζωής συνολικά της εργατικής τάξης και από την άλλη μασκαρεύονται με το προσωπείο της κοινωνικής ευαισθησίας, θέλοντας να αποδείξουν, ιδιαίτερα στους εργαζόμενους μέσα στα πλαίσια των δικών τους επιχειρήσεων, πως έχουν «κοινωνική προσφορά», «ηθικές αξίες», «συναίσθηση και συνυπευθυνότητα για το συλλογικό κοινό καλό». Τελικά, να δημιουργήσουν την ψευδαίσθηση της κοινότητας συμφερόντων μέσα στην επιχείρηση, να πετύχουν την ταξική συμφιλίωση και ειρήνη.
Στο πλαίσιο μιας επιχείρησης η ΕΚΕ καλύπτει πλευρές όπως: Η ψυχολογική στήριξη των εργαζομένων για την καταπολέμηση του άγχους και δύσκολων καταστάσεων (π.χ., επίπληξη, απόλυση), η κατάρτιση (σεμινάρια), ο εθελοντισμός, η υγεία (ιδιωτική ασφάλιση), κάποιες παροχές για την οικογένεια του εργαζόμενου (παιδικές κατασκηνώσεις και άλλες δραστηριότητες για τα παιδιά).
Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι η ΕΚΕ λειτουργεί ως πολιτική χειραγώγησης απέναντι στους εργαζόμενους, έχει στόχο να καλλιεργήσει κλίμα συμφιλίωσης των διαμετρικά αντίθετων συμφερόντων εργοδοσίας και εργαζομένων με την υποταγή των τελευταίων στους στόχους της κερδοφορίας. Σε αυτά τα πλαίσια προωθούνται πιο εύκολα οι απολύσεις, οι μειώσεις μισθών, οι περικοπές, η κατάργηση των Συλλογικών Συμβάσεων, η εργοδοτική τρομοκρατία, η «απαγόρευση» της απεργίας.
Ειδικά για τις γυναίκες
Ειδικό ενδιαφέρον έχουν οι επιχειρήσεις για τα ζητήματα που αφορούν τις εργαζόμενες γυναίκες. Εχει σημασία να προσεγγίσουμε τον τρόπο που θέτουν και διαστρεβλώνουν το υπαρκτό πρόβλημα της γυναικείας ανισοτιμίας. Με λίγα λόγια θα μπορούσαμε να το περιγράψουμε ως εξής: «Οι γυναίκες είναι ο μισός πληθυσμός, αποκτούν ολοένα ανώτερη και ανώτατη μόρφωση, είναι οικονομικά ανεξάρτητες μιας και εργάζονται περισσότερες απ' όσες εργάζονταν σε προηγούμενες δεκαετίες. Ως καταναλώτριες ρυθμίζουν σε μεγαλύτερο ποσοστό από τους άντρες την κατανάλωση εμπορευμάτων και υπηρεσιών που χρειάζεται η οικογένεια. Ομως, δεν αξιοποιούνται στο βαθμό των δυνατοτήτων τους ως εργατικό δυναμικό, που υπάρχει σε αφθονία στον εφεδρικό στρατό των ανέργων, αλλά και όταν εργάζονται δεν εξελίσσονται εύκολα ως τις διευθυντικές βαθμίδες, δεν αξιοποιούνται πάντα στον καταμερισμό της εργασίας ανάλογα με τη μόρφωσή τους. Μια αιτία είναι η δυσκολία συγκερασμού των επαγγελματικών και οικογενειακών υποχρεώσεων και είναι ζητούμενο πώς η εργαζόμενη γυναίκα απρόσκοπτα θα επιτελεί τα καθήκοντα της δουλειάς»8.
Στην παραπάνω προσέγγιση απαντούν πως η λύση είναι η ισότητα των φύλων και η διαφορετικότητα μέσω της παροχής ευέλικτου ωραρίου εργασίας προς τις εργαζόμενες μητέρες/γονείς, της ολικής ή μερικής κάλυψης εξόδων για βρεφονηπιακό σταθμό ή της παροχής πρόσθετης αδείας για την ανατροφή του παιδιού.
Στη «Shell Hellas», που αναπτύχθηκε ένα εξειδικευμένο πρόγραμμα για τις εργαζόμενες του ομίλου, που ονομάζεται «Women's Career Development Program», σχεδιασμένο για γυναίκες που ενδιαφέρονται να μάθουν περισσότερα σχετικά με την ισορροπημένη επίτευξη των επαγγελματικών και προσωπικών στόχων τους, όπως οι ίδιοι αναφέρουν, υλοποιούσαν τις παρακάτω δράσεις:
  • Ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των γυναικών σχετικά με θέματα που τις απασχολούν στο χώρο εργασίας
  • Αξιολόγηση της προσέγγισης που έχουν απέναντι στην επαγγελματική και προσωπική ζωή τους
  • Διευκρίνιση και επαναπροσδιορισμός των επαγγελματικών τους στόχων και η προσέγγισή τους με επιτυχία
  • Η κατανόηση του δικού τους στιλ διοίκησης, αλλά και πώς αυτό γίνεται αντιληπτό από τους συναδέλφους τους
  • Ο εντοπισμός των διαφορών που υπάρχουν μεταξύ ανδρών και γυναικών στην καθημερινή επικοινωνία και ανταλλαγή απόψεων9.
Με τέτοιες μεθόδους προσεγγίζουν τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η εργαζόμενη γυναίκα, ως προβλήματα φύλου μεταξύ ανδρών και γυναικών, ψυχολογικού και ατομικού προφίλ της καθεμιάς, ενώ είναι προβλήματα που γεννά ο ίδιος ο καπιταλισμός μαζί με την ανισότιμη φυλετικά θέση που έχει η γυναίκα στο καθεστώς της ταξικής εκμετάλλευσης. Τα λύνουν με τις συνταγές που μόνο ο καπιταλισμός γνωρίζει, δηλαδή με τη γενίκευση των ελαστικών μορφών εργασίας, με τη δουλειά χωρίς ωράριο, ακόμα και στο σπίτι, με τη φύλαξη, δηλαδή το πάρκινγκ, παιδιών σε απαράδεκτους για τη διαπαιδαγώγηση παιδιών παιδικούς σταθμούς, με τη χειραγώγηση των εργαζόμενων γυναικών.
Γιατί όμως μια επιχείρηση προσπαθεί να λύσει έστω και με αυτό τον τρόπο το πρόβλημα του παιδικού σταθμού, την επιμήκυνση της άδειας μητρότητας, δηλαδή την ανάγκη μιας εργαζόμενης γυναίκας να μη βρεθεί εκτός παραγωγής μετά από τη γέννηση των παιδιών της; Είναι προφανές πως δεν ενδιαφέρεται η επιχείρηση και όλες οι επιχειρήσεις στο σύνολό τους γενικά για να έχουν παιδικό σταθμό όλα τα παιδιά των εργαζόμενων γυναικών. Δε λείπουν, αντίθετα γενικεύονται οι απολύσεις εγκύων, νέων μητέρων. Επίσης, είναι χιλιάδες τα παιδιά που βρίσκονται εκτός παιδικών σταθμών και αντίστοιχα οι γυναίκες που βρίσκονται σε απόγνωση λόγω αυτής της άθλιας κατάστασης. Οι ίδιοι δεν κάνουν λόγο για καθολική εφαρμογή τέτοιων μέτρων. Ανάλογα με τις ανάγκες κάθε επιχείρησης χωριστά και το οικονομικό όφελος που έχει προωθείται μια τέτοια λύση, που έχει στόχο να εντείνει την εκμετάλλευση απέναντι στις εργαζόμενες γυναίκες. Γιατί αν αντιστρέψουμε το σύνθημα το αφεντικό δεν μπορεί χωρίς τους εργάτες και τις εργάτριες γιατί ακριβώς χωρίς αυτούς δεν μπορεί να γυρίσει ούτε ένα γρανάζι στον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής. Και ειδικά η εργατική δύναμη της γυναίκας είναι μια σημαντική πηγή άντλησης υπεραξίας για τον καπιταλιστή αφού από τα μειωμένα εργασιακά και ασφαλιστικά της δικαιώματα απομυζά μεγαλύτερη υπεραξία άρα και μεγαλύτερο κέρδος.
Η διέξοδος για τους εργαζόμενους
Αυτή η πλευρά της δράσης των μονοπωλίων πρέπει να απασχολήσει παραπέρα το εργατικό - λαϊκό κίνημα, τα εργατικά σωματεία, τους συλλόγους της γειτονιάς, τους γυναικείους συλλόγους. Να αντιτάξουν απέναντι στη στρατηγική των μονοπωλιακών ομίλων και του αστικού κράτους τα πραγματικά συμφέροντα των εργαζομένων που αντιστοιχούν στις σύγχρονες ανάγκες τους. Να αντιπαλέψουν κάθε προσπάθεια επιβολής ταξικής ειρήνης, να οξύνουν τον πόλεμο με την πλουτοκρατία. Η εργατική τάξη, οι εργαζόμενες γυναίκες στα εργοστάσια, στα σούπερ μάρκετ, σε κάθε χώρο δουλειάς, στις λαϊκές γειτονιές έχουν μόνο συμφέρον να απαλλαγούν από τα δεσμά των μονοπωλίων, να κόψουν τα πλοκάμια που απλώνουν στις γειτονιές, στα σχολεία, σε ολόκληρες περιοχές στο όνομα της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης και της δήθεν κοινωνικής ευαισθησίας. Εχουν μόνο συμφέρον την κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων με εργατική εξουσία για την κατάργηση της εκμετάλλευσης, την εξάλειψη της πηγής της γυναικείας ανισοτιμίας.
Παραπομπές
1. «Ο Κόσμος του Επενδυτή». Ειδική έκδοση για την Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη, Μάης 2011, σελ 8.
2. Στο ίδιο, σελ. 3.
3. Στο ίδιο, σελ. 3.
4. Αφιέρωμα: Η αγορά της φιλανθρωπίας, του Matthev Bishop
5. Στο ίδιο.
6. «Ο Κόσμος του Επενδυτή». Ειδική έκδοση για την Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη, Μάης 2011, σελ 6.
8. Από τις παρουσιάσεις των ομιλιών στο συνέδριο «Ισότητα στην Πράξη. Η συμβολή της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης στην καταπολέμηση των στερεοτύπων λόγω φύλου»». http://www.csrhellas.org/portal/index.php?option=ozo_content&lang=&perform=view&id=1705&Itemid=171(9)http://www.csrhellas.org/portal/index.php?option=ozo_content&perform=view&id=742&Itemid=210&lang=

Της
Μαρίας ΘΕΟΦΙΛΗ*
*Η Μαρία Θεοφίλη είναι μέλος της Επιτροπής Περιοχής Αττικής, μέλος της Διατμηματικής Επιτροπής για την Ισοτιμία και τη Χειραφέτηση της Γυναίκας

TOP READ